Κύριε Ελληνιάδη, συγγνώμη, τον ξέρετε αυτόν; Κοιτάω τον άνθρωπο που στέκεται μπροστά μου, κανονικός μου φαίνεται, γυρίζω κοιτάω κι αυτόν που μου δείχνει. Γνωριζόμαστε; Εγώ σας ξέρω, εσείς όχι. Και γιατί με ρωτάτε για έναν άλλον άνθρωπο; Γιατί αυτός ο άλλος άνθρωπος είναι ένας ξεφτιλισμένος δημοσιογράφος που ξεπέρασε κάθε όριο με το ρατσισμό του για τους τσιγγάνους στην Καθημερινή. Μπορείτε να τον καθυστερήσετε για λίγο; Όχι, δεν μπορώ, αλλά γιατί; Να μπω σ’ ένα μαγαζί να πάρω ένα γιαούρτι να του το τρίψω στη μούρη! Τι λες, καλέ μου άνθρωπε; Και δεν το δίνεις καλύτερα να το φάει ένας πεινασμένος, ένας φτωχός, ένας άστεγος; Καλά, κατάλαβα, δεν θέλετε, μου είπε και έφυγε απογοητευμένος… Στην Γ΄ Σεπτεμβρίου, αυτά, δυο βήματα από την πλατεία Βικτωρίας, μέρα-μεσημέρι.
Στ.Ελλ.