Οι πίνακες που παρουσιάζουμε σε αυτό το άρθρο, επιχειρούν να βοηθήσουν στην εξαγωγή συμπερασμάτων και στην κατανόηση του εκλογικού αποτελέσματος, συγκρίνοντας τα αποτελέσματα των κομμάτων, αλλά και τις μετρήσεις κάποιων γενικότερων «κατηγοριών» στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις. Αρχικά, είναι απαραίτητο να προχωρήσουμε σε ορισμένες διευκρινίσεις αναφορικά με τα στοιχεία που επιλέχθηκαν.
Σε ό,τι αφορά τις εκλογικές αναμετρήσεις η επιλογή δεν είναι τυχαία. Οι δεύτερες εκλογές του 2015, τον Σεπτέμβριο, αποτελούν μια τομή, έπειτα από την οποία το πολιτικό σκηνικό στην χώρα άλλαξε ριζικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπέγραψε μνημόνιο και εντάχθηκε οριστικά στον χώρο του κέντρου, ενώ κατόπιν μπορούμε να κάνουμε λόγο για έναν ιδιότυπο και αναιμικό ως προς την ισχύ του δικομματισμό, ο οποίος επιχειρήθηκε να εδραιωθεί στις εκλογές του 2019 με το ΠΑΣΟΚ σε ρόλο συμπληρωματικού τρίτου. Από εκεί και έπειτα το πολιτικό σκηνικό χαρακτηρίζεται από την συστημική «συμπολίτευση» Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ μέσα στην τελευταία τετραετία. Πριν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, το πολιτικό κλίμα στη χώρα ήταν εντελώς διαφορετικό, όχι μόνο ως προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά συνολικά με την αντίθεση μνημόνιο-αντιμνημόνιο να χαρακτηρίζει ολόκληρη την πολιτική ζωή και άρα τα αποτελέσματα των εκλογών αντανακλούσαν διαφορετικούς συσχετισμούς. Ωστόσο, από αυτή την πρώτη περίοδο, μπορεί κανείς να δει κάποια συγκριτικά δεδομένα, αναφορικά με το μέγεθος της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ, εξού και παρατίθενται μόνο στον πρώτο πίνακα.
Σε ό,τι αφορά τις οριοθετήσεις των χώρων Αριστερά, Δεξιά, Κέντρο / Κεντροαριστερά αντιλαμβανόμαστε πως αυτές σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να μην είναι ξεκάθαρες. Εν προκειμένω δεν επιλέχθηκε μια ξεχωριστή απεικόνιση π.χ. της ακροδεξιάς, αλλά μια συνολική πλην της Ν.Δ., καθώς η διαφοροποιήσεις σε αυτό τον χώρο προέκυψαν σε μεγάλο βαθμό, είτε στην βάση της αντίθεσης μνημόνιο-αντιμνημόνιο, είτε ως συνέπεια της κρίσης, είτε ως φθορά και διαρροές της Ν.Δ. που μέχρι την κρίση στέγαζε την πλειοψηφία όλου του φάσματος της Δεξιάς. Είναι φανερό πως υπάρχει σε εκλογικό επίπεδο –και όχι μόνο– μια επικοινωνία μεταξύ των χώρων της Δεξιάς που επιτρέπει μια τέτοια «χοντρική» κατηγοριοποίηση, ώστε να βγουν μερικά συμπεράσματα. Ενδεικτικά στην Αριστερά συμπεριλήφθηκαν τα ΚΚΕ, ΜέΡΑ25, Πλεύση Ελευθερίας, ΑΝΤΑΡΣΥΑ κ.λπ., στο Κέντρο / Κεντροαριστερά τα ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, Ένωση Κεντρώων και στη Δεξιά τα Ν.Δ., Χ.Α., Ελληνική Λύση, Νίκη, Εθνική Δημιουργία κ.λπ. Οι σχηματισμοί του ευρύτερου πατριωτικού χώρου δεν έχουν προσμετρηθεί σε κάποια από τις παραπάνω ομαδοποιήσεις. Επιπλέον, τα στοιχεία των δύο πρώτων πινάκων δίνονται με απόλυτους αριθμούς ώστε να είναι εμφανέστερες οι τάσεις ανεξάρτητα από την συμμετοχή. Τέλος, ο τελευταίος πίνακας απεικονίζει τις μετακινήσεις ψηφοφόρων σύμφωνα με τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν από τα exit polls το βράδυ των εκλογών.
1. Η ΝΔ έχει καταφέρει να εξασφαλίσει ένα «σκληρό πυρήνα» ψηφοφόρων κοντά στο 1.500.000 πολίτες. Συγκεκριμένα αυτός ο αριθμός ψηφοφόρων αποτελεί το κάτω όριο των ψήφων που έχει λάβει η Ν.Δ. τα τελευταία 20 χρόνια, με μοναδική εξαίρεση τις εκλογές του Μαΐου του 2012 όπου έλαβε 1.192.103, με το νούμερο αυτό να επανέρχεται σε προηγούμενα μεγέθη, ένα μόλις μήνα μετά. Σε κάθε περίπτωση όμως, το 2012 ήταν μια ειδική χρόνια με βάση τον κοινωνικό αναβρασμό και τους αγώνες εκείνης της περιόδου, όπου η Ν.Δ. βρισκόταν στην κυβέρνηση. (Πίνακας 1)
2. Το ίδιο δεν ισχύει και για τον ΣΥΡΙΖΑ, που φαίνεται να βρίσκεται σε διαρκή μείωση, από τη στιγμή που άλλαξε το πολιτικό σκηνικό και έπειτα. Η πρώτη μεγάλη μείωση της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ συνέβη ανάμεσα στις πρώτες και τις δεύτερες εκλογές του 2015, όπου αρχικά είχε λάβει 2.245.978 ψήφους, αλλά αυτή η απώλεια μπορεί εύκολα να ερμηνευθεί με βάση την αλλαγή στάσης που είχε εκείνη την περίοδο. Έκτοτε, οι απώλειες δεν μπόρεσαν να περιοριστούν, ενώ είναι σχεδόν βέβαιο πως μεγάλο ποσοστό από αυτές είναι προς τον χώρο του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. (Πίνακας 1)
3. Το ΠΑΣΟΚ ακολουθεί την αντίστροφη (αν και όχι αναλογικά) πορεία με τον ΣΥΡΙΖΑ. Μέσα στις τελευταίες τρεις εκλογικές αναμετρήσεις έχει καταφέρει σχεδόν να διπλασιάσει την εκλογική του δύναμη, ενώ σε σχέση με το ΣΥΡΙΖΑ από το 17% της δυναμικής του δεύτερου έχει φτάσει στο 57%. Οπότε, ακόμη και αν παραμένει σημαντικά μικρότερο, η αναδιάταξη στον χώρο του κέντρου είναι καθοριστικής σημασίας. (Πίνακας 1)
4. Σε ότι αφορά τα συστημικά κόμματα, φαίνεται να υπάρχει μια μείωση της εκλογικής τους δύναμης σε σχέση με αυτή του 2019. Το δικομματικό σχήμα του 2019 είναι σαφώς αποδυναμωμένο λόγω της κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ, όμως η μείωση είναι πολύ μικρότερη στο άθροισμα των τριών κομμάτων. Έτσι, οδηγούμαστε από τον διπολισμό, ο οποίος έχει υπάρξει σημαντικό εργαλείο για τη συστημική σταθεροποίηση, σε μια κατάσταση όπου τα τρία συστημικά κόμματα διατηρούν σημαντικές δυνάμεις όμως η αναλογία ενός ισχυρού δεξιού πόλου και δύο σαφώς μικρότερων κεντροαριστερών, θα αποτελέσει παράγοντα εξελίξεων. (Πίνακας 1)
5. Στις τελευταίες τρεις αναμετρήσεις το κέντρο / κεντροαριστερά έχει χάσει 794.527 ψήφους ενώ η συμμετοχή έχει αυξηθεί κατά 334.517 ψήφους. Αύξηση έχει γνωρίσει τόσο η Δεξιά όσο και η Αριστερά, με τη Δεξιά να έχει απορροφήσει σχεδόν ισάριθμο ποσό ψήφων με την απώλεια του κέντρου. Αντίθετα, η Αριστερά παρότι έχει αυξηθεί πάνω από 50% σε σχέση με το 2015, ο απόλυτος αριθμός είναι κατά πολύ μικρότερος σε σχέση με την είσοδο νέων ψηφοφόρων και τις απώλειες του «γειτονικού» κέντρου. Επιπλέον, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο πως ένα ποσοστό –ειδικά των εξωκοινοβουλευτικών– ψήφων, αποτελεί ψήφο διαμαρτυρίας και ως εκ τούτου, φαίνεται πως η Αριστερά αδυνατεί να επηρεάσει ευρύτερα ακροατήρια, επιστρέφοντας στα όρια της δυναμικής που είχε προ Μνημονίου. (Πίνακας 2)
6. Σχεδόν συνολικά η αύξηση της δεξιάς καταγράφεται στην αύξηση της εκλογικής δύναμης της Ν.Δ. και όχι σε αυτή της υπόλοιπης Δεξιάς συμπεριλαμβανομένης της ακροδεξιάς. Παράλληλα, και οι τρείς αναμετρήσεις αναδεικνύουν το «πρόβλημα» του κέντρου –και ειδικά του ΣΥΡΙΖΑ– να αποτελέσει τον δεύτερο συστημικό πόλο. Επιπρόσθετα, παρατηρείται και μια επιστροφή ψηφοφόρων σε πιο κλασικά σχήματα και μεγέθη. Τέτοιες περιπτώσεις είναι η αύξηση των ψήφων της Ν.Δ., του ΠΑΣΟΚ αλλά και η επαναφορά της Αριστεράς σε νούμερα σαν αυτά πριν από το «φαινόμενο» ΣΥΡΙΖΑ. Η μικρή αύξηση της υπόλοιπης δεξιάς (120.448 ψήφοι), θα πρέπει να ειδωθεί και υπό το πρίσμα της κυβερνητικής φθοράς και της διασποράς των ψήφων της Χ.Α., ειδικά αν λάβουμε υπόψη ότι ο πυρήνας του δεξιού χώρου έχει δείξει και από τα μνημονιακά χρόνια ότι είναι πιο επιρρεπής σε τέτοιες μετακινήσεις παρά σε αυτές προς την άλλη μεριά του πολιτικού φάσματος. (Πίνακας 1 και Πίνακας 2)
7. Οι μετακινήσεις των ψηφοφόρων πέρα από την κατάσταση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος τροφοδότησε όλα τα κόμματα και κυρίως τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ με το 10% των ψήφων του σε καθένα από τα δύο, φανερώνουν και τις «καραμπόλες» που συνέβησαν μεταξύ των κομμάτων. Οι μετακινήσεις δεν είναι σε καμία περίπτωση ευθύγραμμες ή εύκολα προβλέψιμες. Για παράδειγμα, η Ν.Δ. φαίνεται να κέρδισε περίπου 378 χιλιάδες ψήφους με βάση τις μετακινήσεις χωρίς όμως αυτό να καταγράφεται πλήρως στο αποτέλεσμα της που είναι αυξημένο κατά 156 χιλιάδες ψήφους. Πράγμα που δείχνει πως δεν αύξησε απλά το ποσοστό της αλλά στην πραγματικότητα μπόρεσε να απορροφήσει αρκετούς ψήφους ώστε να υπερκαλύψει και μια απώλεια της τάξης των 222 χιλιάδων ψήφων –φθοράς– προς άλλα κόμματα. Συνολικά, φαίνεται πως υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό ψηφοφόρων που είναι εύκολα μετακινήσιμο και δεν ταυτίζεται με κάποιο κόμμα σε μόνιμη βάση. (Πίνακας 3)
8. Θα πρέπει να κάνουμε μια ειδική αναφορά στους ψήφους της Χρυσής Αυγής. Σύμφωνα με τα exit polls η διασπορά τους είναι 24,5% Ελληνική Λύση, 18% Ν.Δ., 8,7% Πλεύση Ελευθερίας, 5,8% ΣΥΡΙΖΑ, 4,5% ΠΑΣΟΚ, ενώ δεν υπάρχει καταγραφή για τη διασπορά του υπόλοιπου περίπου 40% των ψήφων. Όμως αυτού του τύπου η διασπορά, σε όλο το πολιτικό σύστημα, μαρτυρά ότι η σύνθεση της εκλογικής βάσης της Χ.Α., ήταν συνθετότερη από αυτή που προβάλλεται σε σχέση με μια σταδιακή συντηρητικοποίηση. Αντίθετα, είναι εύλογο να υποθέσει κανείς πως σχετίζεται περισσότερο με τη μνημονιακή περίοδο και μια μερίδα του εκλογικού σώματος που είχε απαξιώσει συνολικά το πολιτικό σύστημα και πλέον φαίνεται είτε να στρέφεται προς ό,τι θεωρεί «αντισυστημική» ψήφο είτε να επιστρέφει σε προηγούμενες επιλογές. (Πίνακας 3)