Παρά τον… βαρύγδουπο τίτλο, δεν ακολουθούν παρά σκέψεις για ορισμένες πλευρές, ως προσπάθεια συμβολής στον διάλογο που διεξάγεται το τελευταίο διάστημα στην εφημερίδα Δρόμος αλλά και ευρύτερα.
Βασική επιλογή του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του, είναι η συνεχής τροφοδότηση πολωτικών, διχαστικών καταστάσεων στο κοινωνικό σώμα. Με τρόπο που να ξοδεύεται η όποια κοινωνική δυναμική χωρίς να απειλείται η πολιτική σταθερότητα. Στη συγκυρία της πανδημίας, και ειδικά μετά την πρώτη της φάση, η επιλογή αυτή έχει οδηγήσει σε αρκετά μεγάλη όξυνση με τρόπο τέτοιο που να προφυλάσσει τους πυλώνες της πολιτικής διαχείρισης.
Η εξουσία ορκίζεται διαρκώς στο όνομα του ορθολογισμού, αλλά την ίδια στιγμή προσφεύγει σε μια πραγματικότητα παραστάσεων, σε συνεχείς φαντασμαγορίες σε σχέση με το τι είναι αυτό που συμβαίνει. Μεγάλο όπλο της, αποτελεί η αφήγηση σύμφωνα με την οποία η διαχείριση που βιώνουμε είναι η μόνη επιστημονική και τελικά η μόνη λογική αντιμετώπιση της κατάστασης, αφού οποιαδήποτε αμφισβήτηση δεν μπορεί παρά να προέρχεται από μια καθυστερημένη μάζα τρελών ανορθολογιστών. Πάνω σε αυτό τον διαχωρισμό επιχειρεί να στήσει την ηγεμονία της μέσα στο κοινωνικό σώμα.
Επί της ουσίας, με τον μανδύα της μοναδικής επιστήμης και του «ορθού λόγου», επιχειρείται η κατάργηση της ίδιας της πολιτικής και η αντικατάστασή της με μια μονοθεϊστικού τύπου επιστημονικοφανή και τεχνοκρατική διαχείριση. Η οποία προσπαθεί εναγωνίως να υποδυθεί ότι εξυψώνεται σε ένα βάθρο απαλλαγμένο από πολιτικές, ταξικές και άλλες παραμέτρους.
Στο ακέραιο ισχύει η επισήμανση που έγινε πρόσφατα σε ένα πολύ εύστοχο άρθρο στον Δρόμο (1): «Οι αφελείς, γκροτέσκες συνωμοσιολογίες που έχουν σημαντική πέραση σήμερα, αυτές για παράδειγμα με τα “τσιπάκια” που μας βάζουν στο σώμα μας με τα εμβόλια κ.λπ. είναι η στρεβλή αντανάκλαση μιας πολύ απτής υλικής πραγματικότητας. Εκείνης των σημερινών ακραίων επιδιώξεων συνολικού βιοπολιτικού ελέγχου επί της κοινωνίας μέσω της διαδικασίας ενός νέου κύματος βαθιών “ψηφιακών” αναδιαρθρώσεων».
Το ίδιο το «σύστημα» επιδιώκει να κατασκευάσει τον «αντίπαλό του» έτσι ώστε αυτό να δικαιώνεται, μοιάζοντας όλο και περισσότερο σε εκείνο που θέλει να υποδυθεί. Αν δηλαδή το στρατόπεδο των «αντισυστημικών» αποτελείται από ανορθολογιστές, τρελούς, εχθρούς της επιστήμης και αρνητές της πραγματικότητας, τότε η εξουσία δικαιούται άνετα να περιβληθεί τον μανδύα του ορθολογισμού, της λογικής, της επιστήμης και του ρεαλισμού.
Ας δούμε ένα μικρό παράδειγμα, από αυτά που μπαίνουν στην επικαιρότητα για να βγουν μετά από κάνα δυο μέρες, αυτό της Απογραφής και των «αρνητών» της. Παρατήρησε κανείς πόσο έτοιμα ήταν τα ΜΜΕ να φουσκώσουν, να διαφημίσουν, να υπερπροβάλουν το θέμα; Τρίβουν τα χέρια τους οι κυβερνώντες γιατί έχοντας να αντιμετωπίσουν τέτοιας ποιότητας αντιδράσεις, ανυψώνονται οι ίδιοι στη θέση του προστάτη της κοινωνικής συνοχής και της κοινής λογικής. Το φαινόμενο όμως υπήρξε και πραγματικό και εντάσσεται στο ίδιο πλαίσιο με πολλά άλλα: Μεγεθύνεται διαρκώς η μεγάλη μάζα κόσμου που σπρώχνεται στο περιθώριο, είναι διαγραμμένη επί της ουσίας από το κράτος και αντιμετωπίζει με δυσπιστία και απαξίωση κάθε είδους εξουσία, υπηρεσία ή αυθεντία.
Το τελευταίο που έχει να κάνει οποιοσδήποτε στέκεται κριτικά, είναι αυτό που έχει δυστυχώς επιλέξει σήμερα μεγάλο τμήμα πολιτών που τοποθετούνται στον προοδευτικό χώρο και φυσικά οι κομματικές του εκφράσεις: Να ενωθεί με το στρατόπεδο του «ορθού λόγου» ενάντια στην πλέμπα των ανορθολογιστών και να νομίσει ότι αυτοί είναι σήμερα ο βασικός εχθρός της προόδου.
Το προτελευταίο που έχει να κάνει, είναι να νομίσει ότι οι ίδιες οι αντιδράσεις απόγνωσης ή τυφλής αμφισβήτησης αποτελούν την αντίσταση σε αυτό που οικοδομείται ή το πρόσφορο ή το μοναδικό έδαφός για αυτήν. Να μπερδέψει δηλαδή το ίδιο το υποκείμενο με την «στρεβλή αντανάκλασή» του, εντασσόμενος άθελά του στις επιχειρούμενες διχαστικές και ναρκοθετημένες στρατοπεδεύσεις. Τη στιγμή που η πραγματικότητα βοά ότι είναι πλειοψηφικό το τμήμα που αμφισβητεί την κυρίαρχη κατεύθυνση και στέκεται έξω από την στημένη σημερινή στρατοπέδευση, ζητώντας ποιοτικές απαντήσεις.
Οι φαντασμαγορίες πάνω στις οποίες επιδιώκουν οι ελίτ να οικοδομήσουν την ηγεμονία τους δεν είναι σκέτα στο «φαντασιακό» επίπεδο αλλά αντλούν την ισχύ τους από πραγματικά δεδομένα και εδραιωμένες αντιλήψεις. Είναι περιοριστική η λογική σύμφωνα με την οποία πρέπει κανείς να απομακρυνθεί από το πραγματικό έδαφος πάνω στο οποίο οι κυρίαρχες τάξεις επιχειρούν να στήσουν συμμαχίες και να αποσπάσουν συναινέσεις. Αντίθετα η «πάλη για την ηγεμονία» θα σήμαινε «απόσπαση» εδαφών και διαφοροποίηση εννοιών, πλαισίων και προτεραιοτήτων.
***
Αν ισχύει ότι εδώ και δεκαετίες, από το στάδιο της τυπικής υπαγωγής της επιστήμης στο κεφάλαιο, δηλαδή της εξωτερικής ή εκ των υστέρων παρέμβασης και αξιοποίησης των επιτευγμάτων της, περάσαμε σε αυτό της πραγματικής υπαγωγής, δηλαδή της απευθείας οργάνωσής της στο πλαίσιο του υπάρχοντος συστήματος κοινωνικών σχέσεων, τι σημαίνει αυτό για όσους τοποθετούνται από μια κριτική σκοπιά;
Η «υπαγωγή της επιστήμης» δεν σημαίνει ότι γενικώς τα προϊόντα της είναι «μάπα». Η σκέψη ότι τα εμπορεύματα που έχουν τη «σφραγίδα του μονοπωλιακού καπιταλισμού», δηλαδή σχεδόν όλα σήμερα, δεν μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά ως προς τον σκοπό τους, στερείται πειστικής ισχύος. Αλλού είναι η ουσία. Και φυσικά η κριτική της επιστήμης δεν θα σήμαινε την αντικατάστασή της από «μαντζούνια» (δεν εννοούμε εδώ ιατρικά) αλλά μπόλικη επιστήμη ή πλευρές διαφορετικής επιστήμης.
Άλλη πλευρά. Η κριτική ματιά του φιλόσοφου Ιβάν Ίλιτς στην ιατρική επιστήμη είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Το ίδιο και το πρόταγμά του για «Κοινωνία χωρίς σχολεία» (βλ. το ομώνυμο βιβλίο και το κεφάλαιο «Γιατί πρέπει να καταργήσουμε το σχολείο»). Αλλά όπως στη σημερινή συγκυρία διάλυσης της δημόσιας παιδείας θα ήταν μάλλον άστοχο να νομίζει κάποιος ότι ασκεί ριζοσπαστική πολιτική προτείνοντας την απελευθερωτική κατάργηση του σχολείου, έτσι και εν μέσω της καταστροφικής διαχείρισης της πανδημίας και της γνωστής κατάστασης στα νοσοκομεία, θα ήταν φιάσκο να τα βάζει κανείς πρωτίστως με την «εξουσία της ιατρικής μπλούζας».
Η κριτική στην επιστήμη δεν μπορεί να γίνεται με αφηρημένους ιδεολογικούς όρους, αλλά εντοπισμένα στον χρόνο και τον τόπο. Η υπαγωγή της στο υπάρχον σύστημα κοινωνικών σχέσεων δεν έχει να κάνει με το μεμονωμένο εμπόρευμα καθαυτό, αλλά με όλες τις πλευρές της διαδικασίας παραγωγής, διανομής, ιδιοποίησης και αξιοποίησής του. Για παράδειγμα, ο εμπορικός πόλεμος για τα εμβόλια κατά του Covid-19 φαίνεται να αφορούσε και σε πλευρές που έχουν να κάνουν με τον σχεδιασμό των περισσότερων από αυτά με τέτοιο τρόπο που να ανταποκρίνονται στα δεδομένα του δυτικού κόσμου και μόνο.
Η ίδια η οργάνωση του εμβολιασμού σε διεθνές επίπεδο, το πατεντάρισμα του προϊόντος και η κερδοσκοπική κούρσα γύρω από αυτό, η αντίληψη μιας απρόσβλητης φούσκας προστασίας του «προηγμένου κόσμου» με ανύπαρκτη εμβολιαστική κάλυψη π.χ. της Αφρικής (η οποία φυσικά τώρα οδηγεί σε νέες μεταλλάξεις που τρομάζουν τη Δύση), όλα αυτά τα θέματα και πολλά ακόμα, θα συνιστούσαν μια ολόκληρη γκάμα κριτικής όχι μόνο στην πολιτική εξουσία αλλά και στη λειτουργία της επιστήμης. Κριτικής πολύ πιο βαθιάς από τις επισημάνσεις ότι το μεμονωμένο εμπόρευμα δεν προστατεύει και πολύ, φέρτε ένα άλλο κ.λπ.
***
Εν κατακλείδι και τελειώνοντας λίγο απότομα το σκεπτικό (με επιφύλαξη για συνέχιση) γιατί ο χώρος είναι περιορισμένος: Όχι, η σημερινή συγκυρία δεν αναδεικνύει ως κύριο αίτημα την ανάγκη ενότητας όλης της ανθρωπότητας απέναντι σε μια πανδημία. Οι κυρίαρχες τάξεις επιδιώκουν στο έδαφός της, πλήθος μετασχηματισμών οι οποίοι έρχονται, όχι να βάλουν όλη την ανθρωπότητα σε ένα στάδιο σκέτα «υγειονομικής δικτατορίας», αλλά να ενισχύσουν τα οικονομικά, πληροφορικά, ελεγκτικά, βιοπολιτικά δίκτυα του μεταβιομηχανικού καπιταλισμού όπως οικοδομείται εδώ και τρεις δεκαετίες, φουλάροντας σήμερα τη μετάβαση σε μια λιγότερο ανθρώπινη κοινωνία, με ιδιαιτερότητες και καταμερισμούς ανά περιφέρεια και ήπειρο. Η αντίσταση σε αυτή την πορεία έχει ποιοτικές απαιτήσεις και απαιτεί «αντι-ηγεμονίες» μεγάλων κοινωνικών μπλοκ. Αυτό σημαίνει αρκετές προδιαγραφές (μια από αυτές σήμερα είναι η αναγνώριση της υγειονομικής πλευράς και η αντιμετώπισή της) αλλά και διαχωρισμούς. Από μια άποψη, σχετίζεται και με αυτό που έχει οριστεί ως «νέα κοινή λογική».
Παραπομπές
1) Ψηφιακός καλπασμός προς έναν πανεποπτικό Λεβιάθαν, φ. 564, του Κώστα Δημητριάδη
* Ο Γ. Παπαϊωάννου είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής του Δρόμου