Ειρήνη Λαγάνη – Μαρία Μποντίλα (επιμ.), «Παιδομάζωμα» ή «παιδοσώσιμο»; Παιδιά του Εμφυλίου στην Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 380
Στις αρχές Μαρτίου 1948, με απόφαση της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης, οι δυνάμεις του ΔΣΕ εκκενώνουν μαζικά τα ανήλικα παιδιά από τις περιοχές που ελέγχουν. Πρόκειται για μία από τις περισσότερο τραυματικές πτυχές του Εμφυλίου και γι’ αυτό ακριβώς υπήρξε για πάρα πολλά χρόνια ένα θέμα ταμπού στην ιστοριογραφία. Ενδεικτική του τραυματικού αυτού χαρακτήρα είναι και η επικράτηση του όρου «παιδομάζωμα», τον οποίο, παρά τις αρχικές προσπάθειες να αντιπαραθέσει τον όρο «παιδοσώσιμο», στο τέλος άρρητα φαίνεται πως αποδέχτηκε και η ίδια η αριστερά.
Η εμπλοκή των παιδιών στον ελληνικό Εμφύλιο ξεκινά αρκετά νωρίς, στην αρχή σε μικρούς αριθμούς, όταν στελέχη του ΚΚΕ εγκαθίστανται στο Μπούλκες, όμως η μαζική εκκένωση των περιοχών που ελέγχει ο ΔΣΕ παρατηρείται το 1947 και κυρίως τους πρώτους μήνες του 1948, έπειτα από απόφαση του ΚΚΕ και των κομμάτων της Κομινφόρμ, μια και η εγκατάσταση των παιδιών στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης ήταν μια σύνθετη διαδικασία που απαιτούσε τη συνέργεια του κρατικού μηχανισμού των Λαϊκών Δημοκρατιών.
Γνωρίζουμε σήμερα πως η εκκένωση των παιδιών δεν ήταν πάντοτε εθελοντική όμως όπου σημειώθηκε σθεναρή αντίδραση εκ μέρους των γονιών και των κατοίκων, δεν πραγματοποιήθηκε. Οι λόγοι που υπαγόρευσαν την απόφαση αυτή του ΚΚΕ ήταν, στην πραγματικότητα, αμιγώς στρατιωτικοί: αφενός, τα παιδιά μικρής ηλικίας αποτελούσαν ένα ιδιαίτερα ευάλωτο τμήμα του άμαχου πληθυσμού που απαιτούσε προστασία, αποσπώντας τους επιστρατευμένους γονείς από την πολεμική προσπάθεια, αφετέρου, η έξοδός τους στις Λαϊκές Δημοκρατίες λειτουργούσε αποτρεπτικά απέναντι στο ενδεχόμενο λιποταξίας των γονιών τους.
Σχεδόν ταυτόχρονα με την απόφαση του ΚΚΕ για την εκκένωση των παιδιών, ήρθε η απάντηση της κυβέρνησης των Αθηνών με το «παιδοφύλαγμα», τη δημιουργία ενός εκτεταμένου δικτύου παιδοπόλεων υπό την εποπτεία της βασίλισσας Φρειδερίκης, στις οποίες τοποθετούνταν όσα παιδιά βρίσκονταν στις περιοχές που ήλεγχε ο κυβερνητικός στρατός και ήταν ορφανά ή οι γονείς τους ήταν στις φυλακές και τις εξορίες ή στις τάξεις του ΔΣΕ.
Έτσι, αυτή η ευαίσθητη πληθυσμιακή ομάδα των περίπου 50.000 παιδιών που είχαν ανάγκη από φροντίδα και προστασία βρέθηκε στη δίνη μιας πολιτικής διαμάχης, η οποία, στην πραγματικότητα, δεν αφορούσε τόσο την ίδια όσο την εξυπηρέτηση των πολιτικών επιδιώξεων των αντιμαχομένων.
Μολονότι και για τις δύο ομάδες παιδιών η υιοθέτησή τους από τις κρατικές δομές (των Λαϊκών Δημοκρατιών και των παιδοπόλεων) συνετέλεσε, μακροπρόθεσμα, στη βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου, κυρίως μέσω της εκπαίδευσης, η εμπειρία στάθηκε βαθύτατα τραυματική –αυτός είναι και ο λόγος που συναντάμε λίγες γραπτές μαρτυρίες τέτοιων παιδιών κι αυτές διυλισμένες μέσα από τη λογοτεχνική γραφή (π.χ. Μιχάλης Γκανάς, Γιάννης Ατζακάς).
Όμως και η ίδια η ιστοριογραφία στάθηκε ιδιαίτερα διστακτική απέναντι στο ζήτημα του «παιδομαζώματος». Μονάχα την τελευταία δεκαετία, μέσα στο κύμα του ανανεωμένου ενδιαφέροντος για τον Εμφύλιο, η τύχη των παιδιών, ιδιαίτερα όσων βρέθηκαν στις σοσιαλιστικές χώρες, αποτέλεσε αντικείμενο επιστημονικής μελέτης (μελέτες σχετικά με τις παιδοπόλεις εκπονούνται, όμως δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμη). Έτσι, ο ανά χείρας τόμος, που επιμελήθηκαν η ιστορικός Ειρήνη Λαγάνη και η φιλόλογος Μαρία Μποντίλα, αποτέλεσμα ενός διεθνούς συνεδρίου που πραγματοποιήθηκε στην Ουγγαρία, αποτελεί μια πολύτιμη συνεισφορά στις γνώσεις μας για το ζήτημα, πολύ περισσότερο που οι επιστημονικές ανακοινώσεις συμπληρώνονται από τις προφορικές καταθέσεις ανθρώπων που φιλοξενήθηκαν μετά το 1948 στην Ουγγαρία ως παιδιά – πρόσφυγες.
Στις σελίδες του παρουσιάζεται, αρχικά, το θέμα της μεταφοράς και της εγκατάστασης των παιδιών (Ήλιος Γιαννακάκης), οι συνθήκες ζωής κατά τα πρώτα χρόνια και η εκπαίδευση τους στις χώρες υποδοχής (Α. Μπότου, Μ. Μποντίλα, S. Troebst), οι διπλωματικές και πολιτικές διαστάσεις του «παιδομαζώματος» (Ε. Λαγάνη, Ι. Μιχαηλίδης), η παιδική εμπειρία της εξορίας (Α. Μπρούσκου, Ε. Βουτυρά) και, τέλος, τα προβλήματα που αντιμετώπισαν τα παιδιά κατά τον αναγκαστικό επαναπατρισμό τους, στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, (L. Danforth, P. Hradecny).
Στρατής Αρτεμισιώτης