του Λαοκράτη Βάσση*
Δεν προτίθεμαι να αποτιμήσω την εξαγγελθείσα … μεταρρύθμιση στο «εξεταστικό», που παραμένει, όπως φαίνεται, προσφιλές άθλημα όλων (σχεδόν) των κυβερνήσεών μας.
Θα καταθέσω, όμως, με αφορμή αυτή τη «μεταρρύθμιση», κάποιες παρατηρήσεις για την εξακολουθητικώς πάσχουσα παιδεία μας. Που, όταν δεν πάει καλά, δεν πάει καλά κι ο Τόπος μας, όπως και κάθε Τόπος.
Παρατήρηση πρώτη: Όλοι ξέρουμε πως όταν οι μεταρρυθμίσεις στην παιδεία αρχίζουν από το «εξεταστικό», δεν είναι μεταρρυθμίσεις. Γιατί, δεν χτίζεις οικοδομή, αρχίζοντας απ΄τα … κεραμίδια της. Τόσο απλό!
Κι ανήκει στα πολύ ιδιαίτερα της πολιτικής μας ζωής , που, επί δεκαετίες, οι μεταρρυθμίσεις στην παιδεία δεν αρχίζουν απ΄τα θεμέλιά της , απ΄τη βάση της δηλαδή κι όχι απ΄τη «σκεπή» της, με δεδομένη πάντοτε τη φιλοσοφία της και το σκοπό της.
Όπου «φιλοσοφία» και «σκοπός» ορίζονται απ΄τον λειτουργικό συνδυασμό: της αξιακής διάστασης του Ελληνισμού, υπαρξιακής για την ταυτοτική μας υπόσταση, και της αντιστοιχιστικής στις απαιτήσεις των (εκάστοτε) καιρών πρακτικής και πραγματιστικής της διάστασης (νοηματοδοτούμενης σε κάθε περίπτωση απ΄την αξιακή!).
Παρατήρηση δεύτερη: Για πολλούς λόγους, κυρίως όμως υπό το βάρος των εθνικών μας περιπετειών και τις «νοσηρότητες» των στερεοτυπικών ακροτήτων της περιώνυμης «εθνικής ιδεολογίας» μας, όπως μάλιστα αυτές κορυφώθηκαν ευτελιστικά κατά τη χουντική περίοδο, ο τόσο αναγκαίος λειτουργικός συνδυασμός της αξιακής και της πρακτικής διάστασης της παιδείας μας ουδέποτε επετεύχθη. Ούτε, δυστυχώς, και κατά τη Μεταπολίτευση, όπου, παρά τη σαφή μετακίνηση απ΄τις «στερεοτυπικές ακρότητες» σε σωστή κατεύθυνση, δεν κατέστη δυνατή η δημιουργική συνάντηση του «ελληνικού» με το «σύγχρονο». Τουναντίον, παρ΄ότι δεν εξέλιπε η τοξικότητα του επιμένοντος «εθνικιστικού αυτι-σμού», απ΄όπου ανεφύη ο «χρυσαυγιτισμός», οδηγηθήκαμε σταδιακά, δια του … εισβάλλοντος «αποδομητικού εκσυγχρονισμού», από όπου ανεφύη η προοδευτικοφανής «αποεθνοποιητική ατοπία», σε μια όλο και πιο ουδετερόφρονη και απο-ταυτοποιητική φιλοσοφία παιδείας. Όπου, χωρίς να βαθαίνει η καλώς εννοούμενη και αναγκαία εκσυγχρονιστική της διάσταση, άρχισε να κακοπαθαίνει αφορήτως η ελληνική της διάσταση. Κι αυτό, μεταξύ άλλων, μέσα από λογικές ανιστόρητου … ιστορικού αναθεωρητισμού και εθνομηδενιστικών νεοταξικών ιδεολογημάτων. Εκπορευόμενων απ΄την παράξενη συμπόρευση στην πράξη των ρευμάτων του … απάτριδος «μεταφυσικού διεθνισμού», απ΄τα αριστερά , και του «νεο-φιλελεύθερου κοσμοπολιτισμού», απ΄τα δεξιά. Τα «συμίπτοντα» δηλαδή άκρα του λεγόμενου εκσυγχρονιστικού τόξου.
Η όλο και πιο αβαθής στην ελληνική της διάσταση παιδεία, συνακόλουθα και στη γενικότερη ουσιαστική της διάσταση, που όχι μόνο δεν συνεισέφερε στην αναχαίτιση της παρακμιακής μας φοράς προς τη Χρεοκοπία (2010), αλλά ανήκει και στα πολύ κρίσιμα εγγενή της αίτια, συνεχίζει στις ίδιες «λογικές» και κατά τη μνημονιακή περίοδο, έχοντας ως πρότυπες αναφορές, αιδημόνως ή εν χορδαίς και οργάνω, τις … γνωστές εκσυγχρονιστικές της «κορυφώσεις»
Παρατήρηση τρίτη: Αυτή η όλο και πιο αβαθής στην ελληνική της διάσταση παιδεία, συνακόλουθα και στη γενικότερη ουσιαστική της διάσταση, που όχι μόνο δεν συνεισέφερε στην αναχαίτιση της παρακμιακής μας φοράς προς τη Χρεοκοπία (2010), αλλά ανήκει και στα πολύ κρίσιμα εγγενή της αίτια, συνεχίζει στις ίδιες «λογικές» και κατά τη μνημονιακή περίοδο, έχοντας ως πρότυπες αναφορές, αιδημόνως ή εν χορδαίς και οργάνω, τις … γνωστές εκσυγχρονιστικές της «κορυφώσεις». Με το αμαρτωλό και ένοχο για τη Χρεοκοπία πολιτικό φάσμα εξουσίας, στο οποίο προστέθηκε, μετά την αναδιπλωτική προσαρμογή της στα μνημονιακά τετελεσμένα (2015), και η Συριζική (κυβερνώσα) Αριστερά: Πρώτον, να μην «αντιλαμβάνεται» τη Χρεοκοπία ως ρήγμα στην ιστορική κανονικότητα της πορείας της χώρας μας προς το μέλλον. Δεύτερον, να «απωθεί» το ότι έχουμε μεταπέσει, υπό ευρω/δυτική επικυριαρχία, σε καθεστώς μετανεωτερικής αποικίας, με διαμεσολαβητικούς (πια) μεταξύ του λαού μας και των επικυρίαρχων τους θεσμούς αντιπροσώπευσής μας (με πρώτη την κυβέρνησή μας!). Τρίτον, να μη «συνειδητοποιεί» ακόμη τα βαθύτερα αίτια της Χρεοκοπίας και να μην έχει έρθει σε ρήξη με τις νοσηρότητες που την προκάλεσαν, όπως, μεταξύ άλλων, δείχνει και ο «κατασκευαζόμενος» κακέκτυπος … νεο-δικομματισμός. Τέταρτον, να «απαντά», συνακόλουθα, στο ανελαστικό δίλημμα της Χρεοκοπίας: εθνική ανεξαρτησία ή διαχειριστική υποτέλεια, με το να «σέρνεται», εξ υποκειμένου ή εν τοις πράγμασι, στις ράγες της ευρω/δυτικής επικυριαρχίας. Οπότε, χωρίς εθνική στρατηγική, οραματική και ρεαλιστική, ανάκτησης της χαμένης, απ΄το 2010, εθνικής μας αυτεξουσιότητας. Που σημαίνει, χωρίς εθνική στρατηγική αντίστασης στην «επικυριαρχία» και άρσης των όρων της, όπως αυτοί τίθενται απ΄τις παραμένουσες και μετά τη λήξη των Μνημονίων νεο-αποικιακές ρήτρες τους. Πέμπτον, τέλος, να «ανέχεται», αν όχι και να «καλλιεργεί», τον εθισμό στη διαχειριστική υποτέλεια, περίπου σαν να πρόκειται για κανονικότητα … κοινών ευρωπαϊκών περιορισμών. Που προφανώς και δεν είναι.
Παρατήρηση τέταρτη: Κι επειδή, ως γνωστόν, στα δύσκολα οι λαοί κρατιούνται απ΄την «ψυχή» τους, όπως ο δικός μας στο Έπος του ‘40 και της Εθνικής Αντίστασης, δεν μπορεί να υπάρξει στρατηγική ανάκτησης της χαμένης εθνικής μας αυτεξουσιότητας: χωρίς πολιτιστική στρατηγική που θα μας ανασυνδέει δημιουργικά με την αξιακή παρακαταθήκη και την αξιακή δυναμική του Ελληνισμού, την οικουμενικών δηλαδή διαστάσεων ταυτοτική πνευματική μας «περιουσία». Όπως μάλιστα αυτή ανα-νοηματοδοτείται και ανα-σηματοδοτείται, στην εθνο/αναγεννητική αφετηρία της νεότερης ιστορίας μας, από μεγάλες μορφές, όπως ο Ρήγας, ο Σολωμός, ο Κάλβος και όχι μόνο. Με αυτή, όμως, την ελληνική πολιτιστική πολιτική πρωτίστως να προϋποθέτει και να συνυφαίνεται με μια εθνική παιδεία αντίστοιχων αξιακών συντεταγμένων. Οπότε, απολύτως διεμβολιστική του «νοσηρού ελληνοκεντρισμού» και του νοσηρού «αντι-ελληνοκεντρισμού», με όλα τα εκατέρωθεν και «αλληλοτροφοδοτούμενα» εθνοφυλετικής τοξικότητας και αποεθνοποιητικής νεοταξικότητας, συμπαρομαρτούντα τους.
Παρατήρηση πέμπτη: Που σημαίνει πως, σ΄αυτή την ιστορικής οριακότητας παρακμιακή κατάσταση του επικυριαρχούμενου Τόπου μας, όπως κυρίως τη συνιστούν η προϊούσα δημογραφική μας κατάρρευση και η πολύ βαθιά πολιτιστική μας κρίση, με επικινδύνως δηλαδή βαλλόμενες και τη «βιολογική» και την «πολιτιστική» μας ρίζα, δεν μπορούμε να βγούμε απ΄τον υπαρξιακού χαρακτήρα λαβύρινθο των αδιεξόδων μας, χωρίς τον καμωμένο απ΄τις αξιακές ίνες του Ελληνισμού μαγικό μίτο της εθνικής μας παιδείας. Μιας παιδείας που, με το πνευματικό της άρωμα, θα δίνει πνοή στη συνολική μας ζωή και θα θεμελιώνει την κατεπειγόντως ζητούμενη στρατηγική ανάκτησης της εθνικής μας αυτεξουσιότητας και ανεξαρτησίας στην Ευρώπη και στον κόσμο. Εναντίον, προφανώς, της εθιστικής προσαρμογής στον νεοραγιαδισμό της «επικυριαρχίας» και πολύ περισσότερο εναντίον της ιδεολογικής του ρίζας. Που δεν είναι άλλη απ΄τα ιδεολογήματα του αποδομητισμού της νεοταξικής (αποεθνοποιητικής) «παγκοσμιοποίησης».
Η διαχειριστικής και τακτοποιητικής λογικής μεταρρύθμιση του «εξεταστικού», πέραν της αμφίβολης αποτελεσματικότητάς της, μόνο πολιτικά ουδέτερη δεν είναι. Κάθε άλλο, μάλιστα, όταν είναι προφανής η μετατόπιση του κέντρου βάρους απ΄την «παιδεία αξιών», με προτασσόμενη την πνευματική καλλιέργεια, στην «παιδεία δεξιοτήτων», με προτασσόμενη την πραγματιστική χρηστικότητα. Όπως, βέβαια, και στις προηγούμενες μεταπολιτευτικές και μνημονιακές «εκσυγχρονιστικές προσαρμογές» της ελληνικής εκπαίδευσης, σύμφωνα πάντοτε με τις ευρωπαϊκές «ντιρεκτίβες», την «εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ» και τις απαιτήσεις των «αγορών»
Παρατήρηση έκτη: Παρά την αφετηριακή δέσμευσή μου, δεν μπορώ, έστω, να μην παρατηρήσω πως κι αυτή η διαχειριστικής και τακτοποιητικής λογικής μεταρρύθμιση του «εξεταστικού», πέραν της αμφίβολης αποτελεσματικότητάς της, μόνο πολιτικά ουδέτερη δεν είναι. Κάθε άλλο, μάλιστα, όταν είναι προφανής η μετατόπιση του κέντρου βάρους απ΄την «παιδεία αξιών», με προτασσόμενη την πνευματική καλλιέργεια, στην «παιδεία δεξιοτήτων», με προτασσόμενη την πραγματιστική χρηστικότητα. Όπως, βέβαια, και στις προηγούμενες μεταπολιτευτικές και μνημονιακές «εκσυγχρονιστικές προσαρμογές» της ελληνικής εκπαίδευσης, σύμφωνα πάντοτε με τις ευρωπαϊκές «ντιρεκτίβες», την «εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ» και τις απαιτήσεις των «αγορών» (με ό,τι αυτό σημαίνει για προοριζόμενες για φτηνό εργατικό δυναμικό χώρες, σαν τη δική μας!). Κι είναι αρκούντως αποκαλυπτικές του ιδεολογικού στίγματος κάποιες πολύ ενδεικτικές «τροχιοδεικτικές βολές», όπως: Η κατάργηση των Λατινικών, που μόνο, όπως μοιάζει με πρώτη ματιά, ασήμαντη δεν είναι, αν τη συσχετίσουμε με τη γενικότερη δυσανεξία για τα κλασικά γράμματα. Εδώ που γεννήθηκαν αυτά τα «γράμματα»! Για να μην αναφερθώ και στην αστεία δικαιολογία κατάργησής τους. – Η διάκριση σε πανεπιστημιακές σχολές υψηλής και χαμηλής ζήτησης, μοιραία αναπέμπουσα σε «πατρικίους» και «πληβείους». – Η φενακοποίηση της ελεύθερης πρόσβασης, με την εισαγωγή άνευ εξετάσεων σε «σχολές-χωματερές» (κατά τον προσφυή χαρακτηρισμό της Γιάννας Γιαννουλοπούλου, καθηγήτριας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών, Δρόμος της Αριστεράς,08/09/2018),που είναι και σχολές … πτυχίων ανεργίας. – Η «τοπικο-ποίηση» των λυκειακών εξετάσεων για το Απολυτήριο, με ό,τι αυτό σημαίνει και ενδεχομένως προαγγέλλει, κατά τις υπο-δείξεις της περιώνυμης «εργαλειοθήκης». – Ακόμη, η υπόρρητη λογική της ελάσσονος προσπάθειας, που διαπερνά, μαζί με τις «εκσυγχρονιστικές» προηγούμενες, και την τωρινή πολιτική παιδείας, με πολύ ενδεικτική τη συγκεκριμένη «ελεύθερη πρόσβαση». Μια λογική που λέει πολλά για το βαθύτερο «πνεύμα» αυτής της παιδείας.
Παρατήρηση έβδομη: Με τις αγωνίες των «παρατηρήσεών» μου να μην … συναντιούνται με τη «φιλοσοφία παιδείας» της εξαγγελθείσας μεταρρύθμισης του «εξεταστικού», θα ολοκληρώσω διδασκόμενος απ’ τον Ελύτη και τονίζοντας, όπως έχω προϊδεάσει, πως: το κακό της Χρεοκοπίας και της «επικυριαρχίας», που μας «βρήκε», δεν θα το νικήσουμε, αν δεν κρατηθούμε απ΄το αξιακό έρμα της συλλογικής μας «ψυχής». Με ό,τι αυτό σημαίνει για τη ζητούμενη πολιτιστική μας πολιτική, τη ζητούμενη φιλοσοφία παιδείας μας και την κατεπειγόντως ζητούμενη, όπως ήδη έχω σημειώσει, στρατηγική εθνικής αυτεξουσιότητας και ανεξαρτησίας μας!-
* Ο Λαοκράτης Βάσσης είναι εκπαιδευτικός-συγγραφέας