Όσο και αν είναι ανεπιβεβαίωτες οι πληροφορίες και τα ασαφή πραγματικά δεδομένα στο πεδίο των μαχών της Ουκρανίας, λίγο πριν συμπληρωθούν 2 χρόνια από την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» ένα στοιχείο συνομολογείται από όλες τις πλευρές: η εαρινή ουκρανική αντεπίθεση, παρά τον πακτωλό οικονομικών και στρατιωτικών μέσων που προμήθευσε η Δύση το Κίεβο, απέτυχε παταγωδώς. Οι ουκρανικές δυνάμεις όχι μόνο δεν κατάφεραν να ανακαταλάβουν εδάφη που κατακτήθηκαν από τη Ρωσία αλλά, πληρώνοντας ένα τεράστιο αντίτιμο σε δυσαναπλήρωτο ανθρώπινο δυναμικό, απώλεσαν και μέρος των περιοχών που είχαν καταλάβει το διάστημα πριν την αντεπίθεση. Υπό το βάρος αυτών των εξελίξεων, το ουκρανικό πολεμικό συμβούλιο έκανε αποδεκτή την πρόταση Ζελένσκι για παύση των επιθετικών επιχειρήσεων και οργάνωση μιας αμυντικής διάταξης: ήδη το Γενικό Επιτελείο έδωσε διαταγή για μαζική υποχώρηση του ουκρανικού στρατού από το μέτωπο της περιφέρειας του Ντονέτσκ σε νέες οχυρές θέσεις.
Η Ρωσία, από την άλλη πλευρά, φημολογείται ότι σχεδιάζει μια μεγάλης έκτασης αντεπίθεση – χωρίς μέχρι στιγμή να επιβεβαιώνεται κάτι σχετικό. Αντίθετα, φαίνεται ότι προχωρά με σταθερά βήματα σε περιοχές στρατηγικού ενδιαφέροντος, προσανατολισμένη σε έναν παρατεταμένο πόλεμο, τουλάχιστον μέχρι τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ τον επόμενο χρόνο. Ταυτόχρονα δοκιμάζει νέα όπλα και επιδιώκει να δείξει σε όλες τις κατευθύνσεις μια ανεξάντλητη δύναμη σε στρατιωτικό υλικό και μέσα. Ο ίδιος ο Πούτιν, μιλώντας τις προηγούμενες μέρες κατά την ετήσια συνέντευξη Τύπου στα ρωσικά ΜΜΕ, δήλωσε ότι «ειρήνη θα υπάρξει μόνο όταν επιτευχθούν οι όροι που τέθηκαν από την πρώτη στιγμή της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης, δηλαδή ο πλήρης αφοπλισμός και η αποναζιστικοποίηση της Ουκρανίας», διευκρινίζοντας ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί είτε με συμφωνία Ρωσίας-Ουκρανίας που θα διασφαλίζει αυτούς τους όρους, είτε διά των όπλων.
Δυτική υποκρισία και αδυναμία απεμπλοκής
Σε αντίστοιχο φιάσκο εξελίχθηκε και η επίσκεψη Ζελένσκι στην Ουάσιγκτον. Παρά τις «διαβεβαιώσεις» Μπάιντεν ότι «οι ΗΠΑ θα παραμείνουν στο πλευρό της Ουκρανίας για όσο χρειαστεί», δεν έχει γίνει ακόμα δυνατό να καμφθούν οι αντιδράσεις των Ρεπουμπλικάνων βουλευτών στη συνέχιση της χρηματοδότησης του Κιέβου. Με αυτό τον τρόπο καθίσταται αδύνατη η χρηματοδότηση του πολέμου και η παροχή οπλικών συστημάτων, κάνοντας ακόμα πιο δυσοίωνες τις προοπτικές στο μέτωπο της Ουκρανίας.
Από την πλευρά της η Ε.Ε σχεδιάζει, στην υπό εξέλιξη σύνοδο κορυφής, να αποφασίσει να δοθούν στην Ουκρανία 15 δισεκατομμύρια ευρώ από τα «κέρδη» των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων σε ευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (που έχουν δεσμευτεί λόγω των κυρώσεων στη Μόσχα). Το σχέδιο αυτό παραμένει παγωμένο περισσότερο από ένα χρόνο, καθώς υπάρχουν έντονες ενστάσεις από κράτη μέλη και την ΕΚΤ ως προς την νομιμότητα μιας τέτοιας πράξης. Το ίδιο ασαφές παραμένει το σχέδιο για χρηματοδότηση ύψους 50 δισεκατομμυρίων στην Ουκρανία και άμεση ένταξή της στην Ε.Ε. Δεν είναι μόνο οι αντιρρήσεις της Ουγγαρίας και η οικονομική δυσπραγία της ίδιας της Γερμανίας που καθιστούν το εγχείρημα δύσκολο. Η Ε.Ε. και ολόκληρη η ελίτ της «συλλογικής Δύσης» βρίσκονται ενώπιον μιας εξαιρετικής δυσκολίας απεμπλοκής από τον πόλεμο. Από τη μια αντιλαμβάνονται ότι ο πόλεμος χάνεται, κι από την άλλη επιθυμούν ή αισθάνονται την ανάγκη να συνεχιστεί παρά την κούραση – που μετατρέπεται σε αντίθεση της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών στις πολεμικές επιλογές.
Από την πλευρά των μεγάλων δυνάμεων της Ε.Ε., μια παραδοχή της ήττας της Ουκρανίας θα έθετε σε πλήρη αμφισβήτηση την αυτοκτονική ευθυγράμμιση του πολιτικού της προσωπικού με την επιλογή ρήξης με τη Ρωσία, που οδήγησε τελικά σε μια σημαντική οικονομική και γεωπολιτική υποβάθμιση
Γιατί ΗΠΑ και Ε.Ε. παριστάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν
Από την πλευρά του Μπάιντεν, τυχόν παραδοχή της κατάρρευσης των σχεδιασμών των ΗΠΑ στον πόλεμο της Ουκρανίας θα σήμαινε και την απώλεια ελέγχου συνολικά της Ευρώπης, που κατέστη δυνατή με την έναρξη του πολέμου. Παράλληλα θα σήμαινε και ένα στρατηγικό πλήγμα στην προσπάθεια των ΗΠΑ να εμφανιστεί ως μοναδικός ηγεμόνας της διεθνούς σκηνής – εξέλιξη που θα επιδρούσε αναπόφευκτα σημαντικά και στο κύριο μέτωπο των ΗΠΑ, την αντιπαράθεσή της δηλαδή με την Κίνα.
Από την πλευρά των μεγάλων δυνάμεων της Ε.Ε., μια παραδοχή της ήττας της Ουκρανίας θα έθετε σε πλήρη αμφισβήτηση την αυτοκτονική ευθυγράμμιση του πολιτικού της προσωπικού με την επιλογή ρήξης με τη Ρωσία, που οδήγησε τελικά σε μια σημαντική οικονομική και γεωπολιτική υποβάθμιση. Εκείνο που σε τελευταία ανάλυση κρίνεται είναι η ουτοπία ολόκληρου του σχεδιασμού για «πράσινη μετάβαση» με αποδέσμευση από τα φθηνά, για την ώρα, «ορυκτά καύσιμα», που αποτελεί την ατμομηχανή μετασχηματισμού των δυτικών κοινωνιών. Επιπρόσθετα, τέτοιες παραδοχές επιταχύνουν κοινωνικές αντιδράσεις, που είναι άλλωστε ήδη ορατές, και προμηνύουν θύελλες
Μένει να δειχθεί αν καταφέρουν οι ΗΠΑ και η συλλογική Δύση να διαιωνίσουν έναν «παγωμένο πόλεμο» στην Ουκρανία, χωρίς «νικητές και ηττημένους», έστω για κάποια περίοδο. Αυτό θα σήμαινε, υπό τις παρούσες συνθήκες, να επιβάλλουν οι ΗΠΑ στην Ε.Ε. να γίνει, πέρα από κύριος αποδέκτης των οικονομικών συνεπειών του πολέμου, και ο μοναδικός του χρηματοδότης. Σχεδιασμός ούτε απλός, ούτε εύκολος…
Μια ακριβή ένεση αισιοδοξίας
Λίγο παραπάνω από 10 δισεκατομμύρια ευρώ κόστισε η κοπιώδης προσπάθεια των Ευρωπαίων να πείσουν τον Όρμπαν να μην θέσει βέτο στην καταρχήν αποδοχή της Ουκρανίας ως χώρας υποψήφιας προς ένταξη στην Ε.Ε., όπως διακήρυττε ότι θα πράξει. «Ξαφνικά» λοιπόν η έως τώρα άτεγκτη Κομισιόν αποφάσισε ότι… ολοκληρώθηκαν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην ουγγρική δικαιοσύνη (στην πραγματικότητα δεν τροποποιήθηκε ούτε κόμμα από τα ισχύοντα) και άρα αποδεσμεύτηκαν τα μέχρι προχθές παγωμένα δισεκατομμύρια ενισχύσεων προς τη Βουδαπέστη. Λίγο μετά ο Όρμπαν βγήκε για λίγα λεπτά από την αίθουσα της συνόδου κορυφής και οι λοιποί 26 ηγέτες αποφάσισαν ότι η Ουκρανία εκπληρώνει τους όρους για να θεωρηθεί υποψήφια προς ένταξη!
Στην πραγματικότητα βέβαια πρόκειται για 100% πολιτική-προπαγανδιστική απόφαση, που δεν έχει το παραμικρό υλικό υπόβαθρο και είναι αμφίβολο αν και πώς θα προχωρήσει. Η ευρωκρατία γνωρίζει πολύ καλά ότι ο Όρμπαν έχει δίκιο, με βάση τους κανόνες που οι ίδιες οι Βρυξέλλες έχουν θεσπίσει, όταν λέει ότι «η απόφαση να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με την Ουκρανία υπό αυτές τις συνθήκες είναι εντελώς παράλογη, ανορθολογική και άστοχη». Επιλέγει όμως να κάνει μια ένεση αισιοδοξίας στο απελπισμένο Κίεβο, δίνοντας στον Ζελένσκι έναν λόγο για να πανηγυρίσει μετά από αλλεπάλληλα χαστούκια – τόσο στο στρατιωτικό όσο και στο διπλωματικό πεδίο.
Το επόμενο σκέλος του σχεδιασμού υποστήριξης της Ουκρανίας από την Ε.Ε. θα ήταν η έγκριση ενίσχυσης του Κιέβου με 50 δισεκατομμύρια ευρώ από τον ευρωενωσιακό προϋπολογισμό (λεφτά υπάρχουν, και μάλιστα μπόλικα, όταν είναι για «καλό σκοπό»…). Φαίνεται όμως ότι τα 10 δισεκατομμύρια που δόθηκαν στον Όρμπαν δεν αρκούσαν για να καλύψουν και το δεύτερο σκέλος: η Ουγγαρία έθεσε βέτο και η σχετική συζήτηση θα επαναληφθεί στην επόμενη σύνοδο κορυφής της Ε.Ε. Αυτό στενεύει κι άλλο τα οικονομικά περιθώρια για το καθεστώς Ζελένσκι, δεδομένου ότι και από το Κογκρέσο των ΗΠΑ δεν εγκρίθηκε η αμερικανική βοήθεια ύψους 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Τώρα το Κίεβο ποντάρει ότι η ευρωκρατία θα βάλει χέρι για λογαριασμό του στις δεσμευμένες εντός Ε.Ε. ρωσικές καταθέσεις, προκειμένου να βγάλει τον χειμώνα…