Το 1972, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Αρχιτεκτονικά Θέματα, το άρθρο του Άρη Κωνσταντινίδη Δοχεία ζωής ή το πρόβλημα για μιαν ελληνική αληθινή αρχιτεκτονική, συνοδευόμενο από σχέδια και φωτογραφίες υποστέγων και στοών. Πρόκειται για κείμενο γραμμένο απλά, απευθυνόμενο δυνητικά προς όλους, όπου ο αρχιτέκτονας αφού υπενθυμίσει την προαιώνια, όπως λέει, αλήθεια της σχέσης του αρχιτεκτονικού έργου με τον συγκεκριμένο κάθε φορά τόπο και την συγκεκριμένη κλιματολογική πραγματικότητα, εντοπίζει, περιγράφει και αναδεικνύει ως βασικό συνθετικό στοιχείο, για την περίπτωση της αρχιτεκτονικής στην περιοχή της Μεσογείου, τον ημιυπαίθριο χώρο: απαραίτητο μεταβατικό χώρο ανάμεσα στο «μέσα» και το «έξω», «που γλυκαίνει τη ζωή».

Παραθέτει τη φράση «ο βίος εν Ελλάδι είναι υπαίθριος» του συγγραφέα Περικλή Γιαννόπουλου και αντιπαραβάλει αυτό που θα μπορούσε να είναι το περιεχόμενό της με μια ζωή «δωματίου» -«ζωή ενταφιασμένη» την αναφέρει σε σημειώσεις του- που οι σύγχρονοί του αποδέχονταν δίχως να δυσανασχετούν, καταφεύγοντας αβασάνιστα στη χρήση κλιματιστικών συστημάτων για να την αντέξουν κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.

Χρειάστηκαν άλλα δεκατρία χρόνια, έως ότου ο νέος τότε Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός του ’85, συμπεριλάβει επιτέλους την έννοια «ημιυπαίθριος χώρος», επιχειρώντας παράλληλα μια αποσαφήνιση της φύσης του χώρου αυτού, μέσω όμως ενός τεχνικού ορισμού που δεν ενδιαφέρεται να επισημάνει την αναγκαιότητά του, καταφέρνοντας έτσι μία ακόμη αστοχία: «Ημιυπαίθριος χώρος είναι ο στεγασμένος χώρος του κτιρίου, του οποίου η μία τουλάχιστον πλευρά είναι ανοιχτή κ.λπ.».

Το πιθανότερο είναι πως αυτός ο πρωτοεμφανιζόμενος, στο νομικό σύστημα, όρος δεν θα απασχολούσε παρά ελάχιστους, εάν ο χώρος στον οποίο αντιστοιχούσε δεν έπαυε να προσμετράται στο συντελεστή δόμησης. Όμως, υπό αυτή τη νέα συνθήκη της προσφοράς προσέλκυσε αυτόματα τα βλέμματα και το ενδιαφέρον των κερδοσκόπων του κλάδου. Αρκετοί μηχανικοί έσπευσαν να εξαντλήσουν κατά τον σχεδιασμό αυτό το «μία τουλάχιστον πλευρά… ανοιχτή», επιτρέποντας στους κατασκευαστές να περάσουν διακριτικά στο «καμία πλευρά ανοιχτή», μετατρέποντας έτσι τους ημιυπαίθριους σε συνώνυμο των παραπάνω (έξτρα), φθηνότερων τετραγωνικών μέτρων για τους πελάτες τους και του απροσδόκητου κέρδους για τους ίδιους.

Σαν να μην ήταν αρκετά όλα τα παραπάνω, το 2010 εκδίδεται τελικά στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο νόμος 3843, όπου δηλώνεται ρητά πως επιτρέπεται, μετά την καταβολή ειδικού προστίμου, η διατήρηση, για σαράντα χρόνια, ημιυπαίθριων χώρων που έχουν μετατραπεί σε χώρους κύριας χρήσης! Και βέβαια, εκείνη την ημέρα, δεν καταλήφθηκαν όλες οι πολυτεχνικές σχολές, δεν απήργησε κάθε μηχανικός, δεν σκεπάστηκαν με μαύρα πανιά όλες οι πολεοδομίες, δεν υπήρξαν τόσες αναδημοσιεύσεις του άρθρου του Κωνσταντινίδη όσα είναι και τα έντυπα αυτού του τόπου. Δεν αντέδρασαν δημοσίως οι ακαδημαϊκοί γι’ αυτό τον έννομο πλέον χλευασμό στο πρόσωπο εκείνου που όλοι -υποτίθεται- ότι αναγνωρίζουν ως έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες αρχιτέκτονες. Δεν αντιλήφθηκε κανείς μας αυτό τον θάνατο που φαίνεται πως τίποτα δεν θα τον ταράξει, τουλάχιστον για τα επόμενα τριανταπέντε χρόνια, όπως τίποτα δεν το έχει κάνει έως τώρα.

Μιχαήλα Πλιαπλιά

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!