του Γιάννη Σχίζα
Ευρωεκλογές, αυτοδιοικητικές εκλογές, και το ατέλειωτο και δη μακροχρόνιο ράβε-ξήλωνε της Ομόνοιας περνάει απαρατήρητο… Σε ένα μόνο σημείο μια πινακίδα ζητάει τη συγγνώμη για την ενόχληση (προσωρινή βέβαια!) που θα επιφέρει στους πολίτες, αλλά το πράγμα πάει ως εκεί: «Ανεπαισθήτως» οι πόροι κατευθύνονται σε ένα κεντρικό σύμβολο της Αθήνας και επομένως αφαιρούνται από τους πόρους που θα στηρίξουν την «αθηναϊκή περιφέρεια», δηλαδή τις κακοφορμισμένες περιοχές της πόλης που έχουν επείγουσα ανάγκη ενίσχυσης…
Η Ομόνοια του Φίλιππα Φιλίππου που έγραψε τόσα και τόσα για τους μπασκετικούς και ποδοσφαιρικούς θριάμβους που τελέσθηκαν επί του εδάφους της, η Ομόνοια του Γιώργου Ιωάννου, με τα ομοφυλόφιλα στέκια, συνεχίζει την μεγάλη ιστορία των επεμβάσεων και αλλαγών. Η περιπέτειά της ξεκινάει σαν «Πλατεία Όθωνος», προς τιμήν του πρώτου Βασιλιά της χώρας, όμως το σημερινό της όνομα το πήρε το 1863, για να εκφράσει τη συμφιλίωση δύο αντιμαχομένων παρατάξεων της εποχής εκείνης – των πεδινών και των ορεινών. Στη διάρκεια του χρόνου πήρε ποικίλες μορφές – άλλοτε έγινε ορθογώνια με βάση τα σχέδια Κλεάνθη και Σάουμπερτ και άλλοτε κυκλική με τα σχέδια του Κλέντσε, που υπήρξε πλέον συντηρητικός και φειδωλός στην διαχείριση του χώρου. Άλλοτε είχε φοίνικες (επί Σπύρου Μερκούρη) και άλλοτε είχε αγάλματα, με κορυφαίο όλων των «Δρομέα» του γλύπτη Βαρώτσου. Άλλοτε ήταν μικρότερη και άλλοτε έγινε μεγαλύτερη: Το 2002, υπουργεύοντος του Κώστα Λαλιώτη, μια νέα ανάπλασή της ανέλαβε το έργο της μεγέθυνσης –έγινε 4500 τετραγωνικά μέτρα– έναντι ενός εξωφρενικού ποσού (2,2 δισ. δραχμές). H νέα ανάπλαση δεν είχε λάβει πρόνοια για την ιδιαιτερότητα του χώρου και την έκθεσή του στις υψηλές καλοκαιρινές θερμοκρασίες: Η ομάδα που κέρδισε στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό ήξερε πολλά, όμως δεν διέθετε τον κοινό νου για να επινοήσει λύσεις για την αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης στους θερινούς μήνες… Ειπώθηκαν τότε ουκ ολίγα, έγινε μέγας διάλογος από τα μίντια και πολλοί «ειδικοί» το έβαλαν στα πόδια μπροστά στην εφόρμηση της κοινής λογικής. Και παρά την εντυπωσιακή βολή του αείμνηστου Καλαντίδη της Εταιρείας Ενοποίησης των Αρχαιολογικών Χώρων –ότι οι Αθηναίοι θα «συνηθίσουν» την Ομόνοια όπως οι Παρισινοί συνήθισαν το Μπομπούρ!»(συνέντευξη, 21/4/2003)– οι Αθηναίοι απεδείχθησαν αμετανόητοι οπαδοί της σκιάς στο κατακαλόκαιρο…
Επί δημαρχίας Μπακογιάννη, μετά την δημόσια κατακραυγή κατά του σχεδίου που άφηνε εκτεθειμένους τους πολίτες στο λιοπύρι της πλατείας, φυτεύτηκαν μια σειρά από δένδρα (αγριελιές) και η όψη της πλατείας άλλαξε. Έτσι την γνωρίσαμε όλοι εμείς που παρακολουθήσαμε την πορεία των προεκλογικών συγκεντρώσεων του Τσίπρα δια μέσου των πολιτικών του αναμετρήσεων, μέχρι που επί δημαρχίας Καμίνη η Ομόνοια δόθηκε εν μέρει στην ιδιωτική πρωτοβουλία –με ποιανού την εξουσιοδότηση– και έγινε «στέκι» για να πιείς τον καφέ σου…
Ομόνοια και Σύνταγμα
Η Ομόνοια ακολούθησε παράλληλη πορεία με την Πλατεία Συντάγματος, που μέσα σε 10 χρόνια εξαγγέλθηκε «δις» η ανάπλασή της, μία το 2004 και μία το 2013-14. Όπως και η πλατεία Συντάγματος έτσι και η Ομόνοια είχε ελάχιστα σημεία προς ανάπλαση: Το σημαντικότερο απ’ όλα ήταν ότι έλειπε ένα σχέδιο ανόδου από τον κάτω όροφο ως την επιφάνεια του εδάφους, σύμφωνα με μια ιδέα του καθηγητή Αραβαντινού. Στην νέα της εκδοχή η πλατεία Ομονοίας αναμένεται να έχει συντριβάνι – που τόσο πολύ συνδέθηκε με τους μπασκετικούς και ποδοσφαιρικούς θριάμβους. Αναμένεται να έχει σκιάδια για την προφύλαξη των Αθηναίων από το λιοπύρι – όμως τα σχέδια όπως απεικονίζονται στο σάιτ της iefιmerida δίνουν μάλλον την αίσθηση μιζέριας. Ακόμη προβλέπεται και νέα δαπεδόστρωση με ψυχρά υλικά, ενώ επίσης αναμένεται η εγκατάσταση βλάστησης «εκεί όπου αυτό μπορεί τεχνικά να υποστηριχτεί», λέει ο αρμόδιος αντιδήμαρχος Γιώργος Αποστολόπουλος, ο οποίος είναι και υποψήφιος με τον Κώστα Μπακογιάννη: Προφανώς αγνοώντας την πείρα των γύρω περιοχών, όπου οι αγριελιές φύονται σε ειδικούς χώρους μέχρι το roof garden του ξενοδοχείου «Τιτάνια»…
Η πλατεία πρέπει να υπηρετεί την «ανοικτότητα» του χώρου αλλά και να υπηρετεί και δεύτερες ανάγκες, όπως είναι αυτή της κάλυψης των ανθρώπων από τη ζέστη. Η «μονοκαλλιέργεια» του μπετόν και της ασφάλτου, που αποτελεί τη διαχρονική πληγή μιας πόλης με περιορισμένους ελεύθερους χώρους και πάρκα, μπορεί να αντιμετωπίζεται «σημειακά» και με την ανάλογη υπομονή
Η κεντρική πλατεία του νεοελληνικού κράτους, το σημείο μηδέν των χιλιομετρικών αποστάσεων, έχει γίνει ένα εμβληματικό σημείο για την πραγματοποίηση αλλαγών και για την αφαίμαξη προϋπολογισμών και προϋπολογισμών. Πολλές αλλαγές της είχαν σχέση με την ματαιοδοξία των ιθυνόντων, όμως σοβαρές κοινωνικές ανάγκες όπως αυτές της «θερμοπληξίας» που σκότωσε 2.500 άτομα στην Αθήνα του 1987 ή γενικότερα της θερμικής καταπόνησης των κατοίκων σε συνθήκες του επερχόμενου θερμοκηπίου, μάλλον δεν συνεκτιμήθηκαν στη πορεία των επεμβάσεων. Και οι πλατείες εν γένει έγιναν πεδίο «σκηνοθετικών επιδόσεων» των ειδικών, όχι λειτουργική εστία ζωής…
Όχι μόνο ανοικτότητα
Η πλατεία πρέπει να υπηρετεί την «ανοικτότητα» του χώρου, πρέπει να δίνει μια αίσθηση αστικού τοπίου, πρέπει να ξεκουράζει το μάτι από την κυριαρχία των ορθογώνιων σχημάτων, από τις διελεύσεις αυτοκινήτων. Σύμφωνοι, όμως πρέπει να υπηρετεί και δεύτερες ανάγκες, όπως είναι αυτή της κάλυψης των ανθρώπων από τη ζέστη, κι αυτό μπορεί να γίνεται με τα φυλλοβόλα φύλλα, που αναπτύσσουν τα φύλλα τους την άνοιξη και τα απορρίπτουν το φθινόπωρο. Η «μονοκαλλιέργεια» του μπετόν και της ασφάλτου, που αποτελεί τη διαχρονική πληγή μιας πόλης με περιορισμένους ελεύθερους χώρους και πάρκα, μπορεί να αντιμετωπίζεται «σημειακά» και με την ανάλογη υπομονή.
Οι «περίοικοι» της πλατείας Ομονοίας –κυρίως κάτοχοι περιουσιών ή υποψήφιοι κάτοχοι– αναμένουν με ανυπομονησία τα νέα έργα, που προβλέπεται να είναι έτοιμα τις αρχές του καλοκαιριού. Βασικά το ζητούμενο είναι η «απολουμπενοποίηση του χώρου» και η πρόσδεσή του στον άξονα της οδού Αθηνάς, για την εξυπηρέτηση των λαϊκών τάξεων «και βλέπουμε», όμως υπάρχουν σοβαρά εμπόδια σ’ αυτή τη προοπτική. Λέει σε ένα δημοσίευμα της lifo.gr: «Το πρωί, όταν έρχομαι με το πρώτο τρένο, η σκάλα από την οποία ανεβαίνεις στη Σταδίου και στην Πανεπιστημίου είναι κατειλημμένη από Έλληνες και αλλοδαπούς που πουλάνε χασίς, με αποτέλεσμα ο κόσμος να φοβάται να περάσει, ενώ ο security έρχεται μετά τις 8», καταγγέλλει ο κ. Γιάννης που δουλεύει στην Ομόνοια από το 1960. «Όσο για τα café, οι περισσότεροι που κάθονται είναι ηλικιωμένοι, οι οποίοι αναζητούν γυναικεία συντροφιά. Εκτός από την αστυνόμευση, που λείπει, πρέπει να φτιαχτεί η πλατεία, γιατί είναι σκέτη πέτρα κι επιπλέον μυρίζει, καθώς υπάρχουν άνθρωποι που τη χρησιμοποιούν ως αποχωρητήριο. Δεν είναι δυνατόν η πιο κεντρική πλατεία της Αθήνας, η οποία απέχει δέκα λεπτά από την Ακρόπολη και είναι συγκοινωνιακός κόμβος, να έχει εγκαταλειφθεί στη μοίρα της και ο κόσμος να φοβάται να περπατήσει – όλος ο υπόκοσμος στην Ομόνοια έχει μαζευτεί…»
Προέκταση του χώρου είναι τα ξενοδοχεία «Μπάγκειον» και «Ιντεάλ», που η ανακαίνισή τους αναμένεται να προστεθεί σ’ αυτήν της Ομόνοιας. Πάντως πολλοί εγχώριοι επιχειρηματίες αναμένουν την νέα ανάπλαση, στα πλαίσια της λογικής: αγοράζω ή εκμισθώνω κάτι που δεν έχει στο παρόν –λόγω υποβάθμισης– αξία και το εκμεταλλεύομαι… Να που η περιοχή της Ομόνοιας μπορεί να δίνει σκέψεις για ένα μακροπρόθεσμο πνεύμα…