Μέρος Β΄ (Διαβάστε εδώ το πρώτο μέρος)
Λαμβάνοντας κανείς υπόψη του, όπως οφείλει, το κοσμογονικό μέγεθος και την πρωτοτυπία του εγχειρήματος, την έκταση της ρώσικης επικράτειας, τις δυσκολίες και τις οξύτητες που επικρατούσαν στο εσωτερικό της αχανούς χώρας λόγω της ανατροπής της αυτοκρατορικής εξουσίας και στο εξωτερικό περιβάλλον λόγω των αγριοτήτων και των δεινών του παγκοσμίου ιμπεριαλιστικού πολέμου, αντιλαμβάνεται ότι η κατίσχυση της Επανάστασης το 1917 στην οποία ηγούνταν οι μπολσεβίκοι, έγινε με σχετικά ήπιο τρόπο. Πέρα από τις αναπόφευκτες συγκρούσεις, οι μπολσεβίκοι πήραν την εξουσία με κύριο όπλο τους την πολιτική τους γραμμή, τη ραγδαία εξάπλωση της επιρροής τους και τον προσεταιρισμό των πιο δυναμικών και νευραλγικών κοινωνικών ομάδων και ατόμων, εργατών, αγροτών, διανοουμένων και στρατιωτών, αρχικά στην Πετρούπολη και σε –ιστορικά– χρόνο μηδέν σχεδόν παντού, από τη δύση στην ανατολή και από το βορρά στο νότο.
Η εκτεταμένη και ακραία βία στην αμέσως μετά την επικράτηση των μπολσεβίκων περίοδο έχει συγκεκριμένες αιτίες και κίνητρα. Δεν πηγάζει από την αντίδραση των μαζών στην επανάσταση. Πηγάζει από την αντίδραση των ισχυρών στοιχείων του χρεοκοπημένου υπέρ-απολυταρχικού τσαρικού καθεστώτος που επιβίωναν και προσπαθούσαν με πρωτοφανή βιαιότητα να παλινορθώσουν την αυτοκρατορική εξουσία ενεργοποιώντας τα πλούτη και τους μηχανισμούς που εξακολουθούσαν να ελέγχουν, ιδίως τα πατροπαράδοτα ερείσματά τους μέσα στον αυτοκρατορικό στρατό και τις τάξεις των «ευγενών», αλλά και με τη συνδρομή των ξένων δυνάμεων που εισβάλανε με όλα τα μέσα από όλες τις μεριές της Ρωσίας, από τη Βαλτική ως την Κασπία Θάλασσα και από τη Μαύρη ως τη Λευκή Θάλασσα και τον Ειρηνικό Ωκεανό. Αντεπαναστάτες στρατηγοί, ναύαρχοι και πρίγκιπες σε συνεννόηση και συντονισμό με όλα τα εχθρικά στους κομμουνιστές καθεστώτα, από τη Μεγάλη Βρετανία και τις ΗΠΑ μέχρι την Ιαπωνία και την Κίνα, συνεπικουρούμενα από όλα τα συμμαχικά ή εξαρτημένα κράτη, δορυφόρους και αποικίες, επιχειρούσαν από κοινού να ανατρέψουν την επανάσταση, σκορπίζοντας τη φρίκη με τρομακτικές αιματοχυσίες, διωγμούς, σφαγές και καταστροφές των υποδομών, της παραγωγής, των μεταφορών και του δικτύου διανομής τροφίμων, καθώς και κάθε άλλου τομέα της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Χωρίς την πολυεθνική και διακρατική επέμβαση στη Ρωσία, οι εσωτερικές αντιθέσεις και αντιπαραθέσεις θα είχαν επιλυθεί ταχύτερα, με λιγότερη βία και πολύ μικρότερες απώλειες. Η ξένη εισβολή ισοδυναμούσε με ένα μικρό παγκόσμιο πόλεμο στον οποίο, για πρώτη φορά, ήταν όλοι, φίλοι και ανταγωνιστές, μαζί, σε ένα ενιαίο μέτωπο εναντίον ενός και μοναδικού εχθρού, της Επανάστασης.
Και ήταν εχθρός που άξιζε μια τέτοια επίθεση γιατί δεν απειλούσε τα δυτικά καθεστώτα με την ισχύ των οπλικών του συστημάτων, που ήταν ανεπαρκή, αλλά με την ισχύ των ιδεών του που ήταν ακαταμάχητες. Όλη η λάσπη, η συκοφαντία και τα ψέματα με τα οποία έπεσαν με όλη τους τη δύναμη πάνω στη ρώσικη επανάσταση για να προετοιμάσουν και να στηρίξουν την επίθεσή τους στη Ρωσία, δεν οφείλονταν στην απειλή που συνιστούσε η στρατιωτική ισχύς των μπολσεβίκων που μόλις είχαν συνάψει, λόγω προφανούς αδυναμίας, τη συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ παραχωρώντας τεράστια τμήματα της ρωσικής επικράτειας στη Γερμανία με αντάλλαγμα την ειρήνη. Ούτε οφειλόταν σε πράξεις γενοκτονίας, σφαγών και εθνοκαθάρσεων, αφού η επανάσταση ήταν ακόμα στα σπάργανα.
Εισβολή πανταχόθεν
Τα δυτικά καθεστώτα που ήταν υπεύθυνα για το πελώριο μακελειό του «Μεγάλου Πολέμου», ήξεραν ότι ήταν τόσο μεγάλη η λαϊκή δυσαρέσκεια στις χώρες τους που μοιραία οι πολίτες θα αγκάλιαζαν το νικηφόρο ρώσικο παράδειγμα και θα απειλούσαν την καθεστηκυία τάξη, όπως και έγινε σε αρκετές χώρες. Είχαν απτές αποδείξεις περί αυτού. Η ιδέα του κομμουνισμού διαδιδόταν παντού. Γι’ αυτό επιδόθηκαν σε μία άνευ προηγουμένου καμπάνια εναντίον της ρώσικης επανάστασης. Γι’ αυτό ένωσαν τις δυνάμεις τους οι μέχρι χθες αιμοσταγείς αντίπαλοι, που ακόμα είχαν μεταξύ τους αγεφύρωτες αντιθέσεις από τα αντικρουόμενα συμφέροντά τους και από τα νέα προβλήματα που είχαν δημιουργήσει με τον πόλεμό τους.
Και γι’ αυτό επιτέθηκαν στη Ρωσία από κοινού, σύμμαχοι και εχθροί. Πριν προλάβουν οι κομμουνιστές μπολσεβίκοι να πάρουν ανάσα από την ανατροπή του τσαρισμού και την κατ’ αρχήν επικράτηση της επανάστασης, άρχισε, μέσα σε λίγους μήνες η αντεπανάσταση των πιστών στον τσάρο ελίτ και η εισβολή από όλες τις μεριές στρατιωτικών δυνάμεων καθοδηγούμενων από τους Βρετανούς, τους Γάλλους και τους Αμερικάνους που είχαν μπει ατσαλάκωτοι στον «Μεγάλο Πόλεμο» μόλις ένα χρόνο πριν από τη λήξη του. Αντιθέτως, ο ρωσικός στρατός ήταν ηττημένος, αποδεκατισμένος και διαλυμένος, με πεσμένο ηθικό, χωρίς πειθαρχία, υποσιτισμένος και εξοπλισμένος με όπλα παλιάς τεχνολογίας. Οι επαναστάτες δεν είχαν καν προλάβει να ντύσουν τους στρατιώτες, πόσο μάλλον να τους ανασυγκροτήσουν σε νέες βάσεις δημιουργώντας ένα στρατό κόκκινο και μαχητικό, κι έπρεπε ξαφνικά να αντιμετωπίσουν σε μια επικράτεια τεραστίων διαστάσεων την οποία δεν ελέγχανε ακόμα εξ ολοκλήρου, τους στρατούς από 18 χώρες, συν τα ουκ ολίγα αντεπαναστατικά στρατεύματα των τσαρικών που είχαν μοιράσει τη Ρωσία και εξαπέλυαν ταυτόχρονες επιθέσεις κατά των νεοσύστατων ή υπό σύσταση επαναστατικών δυνάμεων.
Όλοι εναντίον ενός
Την εποχή που οι κομμουνιστές προσπαθούν να απαλλάξουν τη χώρα από τον ελέω θεού τσάρο και να οικοδομήσουν μία νέα κοινωνία ισοτιμίας και ισονομίας, οι Δυτικοί αντί να συμφιλιωθούν με το φιλολαϊκό εγχείρημα, επιλέγουν αδίστακτα να στηρίξουν τη στυγνή απολυταρχία του αυτοκράτορα παρέχοντας όπλα και χρήματα στα στρατεύματα των πριγκίπων και των στρατηγών του τσάρου και εισβάλλοντας παράλληλα από όλα τα σημεία του ορίζοντα με δικά τους στρατεύματα για να καταπνίξουν την επανάσταση του 1917. Εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες με πλοία, αεροπλάνα, φορτηγά και τανκς, κινητοποιούνται εναντίον μιας επαναστατικής κυβέρνησης, η οποία ακόμα δεν έχει προφτάσει να δημιουργήσει ένα υποτυπώδες κράτος, ενώ οι ανοιχτές πληγές του ιμπεριαλιστικού «Μεγάλου Πολέμου» συνεχίζουν να αιμορραγούν, τρόφιμα δεν υπάρχουν και οι επικοινωνίες και οι μεταφορές στην αχανή χώρα είναι εξαιρετικά δύσκολες . Οι ξένοι στρατοί, όμως, διαθέτουν τα πάντα σε αφθονία. Μεταφορικά μέσα, όπλα, τρόφιμα και συστήματα επικοινωνίας. Έτσι, άρχισε η μεγάλη επίθεση.
Το 1918, γαλλικά και αγγλικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στο Αρχανγκέλσκ στη Λευκή Θάλασσα, στη βορειοδυτική Ρωσία. Άγγλοι αποβιβάστηκαν επίσης στο ανατολικό άκρο της Ρωσίας, στο Βλαδιβοστόκ και δεκάδες πολεμικά πλοία του βρετανικού ναυτικού μετέφεραν στρατιώτες στη νότια Ρωσία και τη Γεωργία μέσα από τη Μαύρη Θάλασσα ενώ ταυτόχρονα πολιορκούσαν από θαλάσσης την Πετρούπολη. Ρουμάνικος στρατός εισέβαλε από τα δυτικά στη Βεσαραβία. 23.351 Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί εισβάλανε στην περιοχή από την Οδησσό ως τη Σεβαστούπολη, στην Κριμαία, μαζί με 15.000 Γάλλους και Πολωνούς. 13.000 Αμερικανοί εισβάλανε από τη Θάλασσα του Μπάρεντς στο Αρχανγκέλσκ με την επιχείρηση «Πολική αρκούδα», αλλά και από τον Ειρηνικό Ωκεανό ανατολικά. Χιλιάδες Καναδοί περιφέρονταν στη χιονισμένη Σιβηρία. 11.500 Εσθονοί εισβάλανε από τα νοτιοδυτικά και 3.800 Ιταλοί βρέθηκαν στη Σιβηρία και το Αρχανγκέλσκ. 70.000 Τσέχοι και Σλοβάκοι είχαν καταλάβει τις σιδηροδρομικές γραμμές στη Σιβηρία μέχρι το Βλαδιβοστόκ εμποδίζοντας τη μετακίνηση των επαναστατών με το μοναδικό μαζικό μεταφορικό μέσο της εποχής. Επίσης οι Τσεχοσλοβάκοι άρπαξαν το χρυσό από το αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο στο Καζάν. Οι Γάλλοι είχαν μεταφέρει ακόμα και Βιετναμέζους στρατιώτες από την αποικία τους στην Ινδοκίνα. Μέσω Περσίας και Αζερμπαϊτζάν εισβάλανε από την Κασπία Θάλασσα 5.000 Αυστραλοί, Βρετανοί, Ινδοί και άλλοι, με πλοία, πυροβολικό και τεθωρακισμένα. Στην επιδρομή συμμετείχαν επίσης Ιρλανδοί, Σκωτσέζοι, Φινλανδοί, Σέρβοι και Νοτιαφρικάνοι. Ακόμα και 2.300 Κινέζοι στα ανατολικά! Οι Ιάπωνες με 70.000 στρατιώτες απέκτησαν τον έλεγχο τμημάτων της Σιβηρίας και τη Νήσο Σαχαλίνη. Οι Γερμανοί είχαν προηγηθεί μαζί με την Αυστροουγγαρία με ένα εκατομμύριο στρατιώτες καταλαμβάνοντας τις Βαλτικές χώρες, τη Λευκορωσία και την Ουκρανία μέχρι τη νότια Ρωσία. Δεκάδες θωρηκτά, αντιτορπιλικά, φρεγάτες και πλοία μεταφοράς προσωπικού κύκλωσαν τη Ρωσία από τη Βαλτική, τη Μαύρη Θάλασσα, τον Ειρηνικό Ωκεανό και τη Βόρεια Θάλασσα. Οι Εσθονοί μαζί με τους Βρετανούς επιτέθηκαν στην Πετρούπολη, αλλά αποκρούστηκαν από τον Κόκκινο Στρατό. Οι Οθωμανοί εισβάλανε στη Γεωργία. Στο ίδιο διάστημα, οι «σύμμαχοι» εφοδίαζαν με όπλα και χρήματα τους στρατηγούς του τσάρου και τους αταμάνους των Κοζάκων (Βράνγκελ, Κολτσάκ, Ντενίκιν, Κορνίλοφ, Γιούντενιτς, φον Ούνγκερν-Στέρνμπεργκ κ.λπ.) που διασκορπισμένοι σε όλη τη Ρωσία άνοιγαν μέτωπα με τα μισθοφορικά στρατεύματά τους, καταλαμβάνοντας πόλεις και χωριά και εκτελώντας κάθε κομμουνιστή που έπεφτε στα χέρια τους. «Εκτιμάται ότι μόνο στην περιοχή του Γιεκατερίνμπουργκ, οι άνδρες του Κολτσάκ εκτέλεσαν 25.000 ανθρώπους», γράφει ο καθηγητής σύγχρονης ιστορίας στο University College του Δουβλίνου Robert Gerwarth στο βιβλίο του «Οι ηττημένοι» (μετ. Ελένης Αστερίου, εκδ. Αλεξάνδρεια).
Με τους λαούς
Χρειάστηκε, πραγματικά, μία επική υπερπροσπάθεια για να αντιμετωπιστούν όλοι αυτοί οι εχθροί, που θα ήταν άκαρπη και αναποτελεσματική, που θα ήταν μάταια, εάν οι επαναστάτες δεν είχαν το μοναδικό όπλο το οποίο δεν διέθεταν οι αντεπαναστάτες και οι ιμπεριαλιστές που είχαν βαλθεί να τους κατατροπώσουν και να τους εξαφανίσουν: τη λαϊκή συμμετοχή που μεγεθυνόταν και εξαπλωνόταν ταχύτατα, στόμα με στόμα, χέρι με χέρι, σημαία με σημαία, όπλο με όπλο. Έκπληκτοι, οι αντεπαναστάτες τσαρικοί και οι συνοδοιπόροι τους, αλλά και οι ξένοι στρατηγοί και πολιτικοί ηγέτες των δυτικών κρατών, βρίσκονταν αντιμέτωποι με ένα παράγοντα που δεν είχαν υπολογίσει, θεωρώντας ότι το επαναστατικό καθεστώς θα ήταν απομονωμένο και περιθωριακό μέσα στους λαούς της Ρωσίας. Ήταν αδύνατο να αντιληφθούν πώς μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα και σε τόσο αντίξοες συνθήκες, οι κομμουνιστές ξεφύτρωναν παντού και ακολουθούνταν από συνεχώς αυξανόμενες μάζες ανθρώπων, είτε επρόκειτο για τις στέπες του Ντονμπάς και του Κουμπάν είτε για τα βάθη της Σιβηρίας και τις παραθαλάσσιες πόλεις του πολικού βορρά. Η αντικομμουνιστική προπαγάνδα και παραπληροφόρηση στη Δύση είχε πείσει τους ίδιους τους Δυτικούς ότι δεν επρόκειτο για μια αληθινή παλλαϊκή επανάσταση, αλλά για ένα απλό πραξικόπημα λίγων απολίτιστων ανθρωποφάγων στην Πετρούπολη.
«Οι μπολσεβίκοι υποβαθμίζουν ταχέως τη Ρωσία σε μια ζωώδη μορφή βαρβαρότητας», έλεγε ο υπουργός Εφοδιασμού της Μεγάλης Βρετανίας Ουίνστον Τσώρτσιλ, το 1918. «Ο πολιτισμός εξαλείφεται πλήρως σε τεράστιες περιοχές, ενώ οι μπολσεβίκοι αλωνίζουν σαν αγέλες άγριων μπαμπουίνων εν μέσω ερειπίων στις πόλεις και των πτωμάτων των θυμάτων τους.»
Η έκπληξή τους, όμως, ήταν οδυνηρή. Με πολεμικά πλοία, τεθωρακισμένα, ακόμα και βομβαρδιστικά αεροπλάνα, αναγκάστηκαν μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να τα μαζέψουν και να φύγουν από τη Ρωσία, όχι χωρίς απώλειες. Το ελληνικό στρατιωτικό σώμα που έστειλε ο Βενιζέλος στη μεσημβρινή Ρωσία για να πολεμήσει στο πλευρό των Γάλλων εναντίον των μπολσεβίκων είχε πάνω από χίλιους νεκρούς, αγνοούμενους και τραυματίες!
Βέβαια, η ζημιά που προκάλεσαν οι δυτικοί επιδρομείς στη Ρωσία και τους λαούς της ασυγκρίτως μεγαλύτερη και διαρκέστερη, κοντοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, παρατείνοντας το λαϊκό θρήνο και καθιστώντας το έργο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης πολύ δυσχερέστερο.
Καταστροφή διαρκείας
Με ποιο δικαίωμα, με ποια νομιμοποίηση, με ποιες «αξίες» και με ποια δικαιολογία πέρα από το να στηρίξουν το πιο απολυταρχικό καθεστώς της Ευρώπης, Άγγλοι, Γάλλοι, Γερμανοί, Αμερικανοί, Καναδοί, Γιαπωνέζοι κ.λπ. επιτέθηκαν στη Ρωσία και προξένησαν ακατονόμαστες συμφορές σε μία χώρα που έβγαινε βαθιά πληγωμένη από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο; Οι λαλίστατοι δυτικοί πανεπιστημιακοί, συγγραφείς, δημοσιογράφοι και πολιτικοί έχουν υποβαθμίσει ή παρακάμψει εντελώς από τη σφαίρα των ενδιαφερόντων τους αυτή την κτηνώδη βαρβαρότητα των Ευρωπαίων και της Δύσης εν γένει, η οποία ουσιαστικά ισοδυναμεί με ένα εξειδικευμένο παγκόσμιο πόλεμο εναντίον αποκλειστικά των λαών της Ρωσίας! Ελάχιστοι πολίτες στη Δύση έχουν μάθει γι’ αυτόν. Στα σχολικά βιβλία, τον Τύπο και τα άλλα μέσα ενημέρωσης αυτό που αποκαλώ «Μικρός Παγκόσμιος Πόλεμος 1918-1922» κατά της Ρωσίας, δεν αναφέρεται. Έχει σχολαστικά και συστηματικά αποσιωπηθεί στη Δύση γιατί όλες οι συνασπισμένες δυνάμεις, παρ’ όλη την στρατιωτική και οικονομική τους ανωτερότητα, ηττήθηκαν επειδή οι δυνάμεις της επανάστασης είχαν την υποστήριξη των λαών της Ρωσίας απ’ άκρη σ’ άκρη στην αχανή χώρα.
Αφήνοντας πίσω τους ερείπια, στάχτες, τάφους, μοιρολόγια και κατάρες, έφυγαν όλοι με τελευταίους τους Ιάπωνες που αποχώρησαν από την ηπειρωτική Ρωσία το 1922 και από τη Νήσο Σαχαλίνη το 1925.
Από συμφορά σε συμφορά
Για να προσεγγίσει κανείς το μέγεθος της καταστροφής που προκάλεσε η ιμπεριαλιστική επιδρομή στη Ρωσία και η υπόθαλψη και στήριξη των αντεπαναστατικών δυνάμεων στην περίοδο 1918-1922, πρέπει να γνωρίζει τον αριθμό των θυμάτων, Ρώσων, Ουκρανών και πολιτών των άλλων εθνοτήτων της Ρωσίας: συνολικά οι νεκροί αυτού του πολέμου στο εσωτερικό της χώρας υπολογίζονται σε τρία περίπου εκατομμύρια συν άλλα δύο εκατομμύρια που χάθηκαν εξ αιτίας της έλλειψης τροφίμων που προκάλεσε ο εκτεταμένος πόλεμος σε συνδυασμό με την παρατεταμένη ξηρασία, ενώ πολλά εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάστηκαν να ξεριζωθούν, να γίνουν πρόσφυγες για να γλυτώσουν.
Κι αυτές οι τρομακτικές απώλειες προστίθενται στις επίσης τρομακτικές απώλειες που είχε προξενήσει η τσαρική Ρωσία στο αμέσως προηγούμενο διάστημα εξ αιτίας του πρωταγωνιστικού της ρόλου στον «Μεγάλο Πόλεμο» που αργότερα –λόγω του Δευτέρου– μετονομάστηκε σε Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι νεκροί στα μέτωπα ήταν της τάξης των 2,7 εκατομμυρίων νεκρών, συν υπερδιπλάσιο αριθμό τραυματιών και αναπήρων (από το σύνολο των 18 εκατομμυρίων ανδρών που επιστρατεύθηκαν από το τσαρικό καθεστώς ερημώνοντας την ύπαιθρο και αφανίζοντας την παραγωγή τροφίμων), ενώ υπήρχαν και πάνω από τέσσερα εκατομμύρια αιχμάλωτοι Ρώσοι που λιμοκτονούσαν στα γερμανικά στρατόπεδα∙ παράλληλα, πολλά άλλα εκατομμύρια πρόσφυγες εξ αιτίας του πολέμου μετακινούνταν προς κάθε κατεύθυνση σε αναζήτηση στέγης και τροφής.
Αθροίζοντάς τα, οι ερευνητές εκτιμούν ότι τα άμεσα θύματα των πολέμων της περιόδου 1914-1922 για τη Ρωσία ξεπερνούν τα 30 εκατομμύρια ανθρώπους!
Το 1917, με την έλλειψη τροφίμων ως το πιο επιτακτικό πρόβλημα που έπρεπε άμεσα να λύσει το νέο επαναστατικό καθεστώς, η τσαρική αντεπανάσταση και η ιμπεριαλιστική εισβολή ανάγκασαν τους μπολσεβίκους να μπλεχτούν σε πόλεμο, ενώ είχαν υπογράψει την ταπεινωτική συνθήκη με τους Γερμανούς ακριβώς για να απεμπλέξουν τη Ρωσία από τον πόλεμο. Αλλά αυτός ήταν κι ο σκοπός των ιμπεριαλιστών: να τσακίσουν την επανάσταση ή, όταν δεν το κατάφεραν με τα όπλα, να της φορτώσουν πρόσθετα δυσβάστακτα βάρη με μακροπρόθεσμες επιπτώσεις.
Γι’ αυτό, και μετά την απόσυρση των ηττημένων εισβολέων, οι Αμερικάνοι συνέχισαν την υπονομευτική τους πολιτική με εμπορικό αποκλεισμό, σαμποτάζ και χρηματοδότηση των αντικομμουνιστικών δυνάμεων που δραστηριοποιούνταν στη Ρωσία. Στο βιβλίο του «Ο μυστικός πόλεμος της Αμερικής εναντίον του Μπολσεβικισμού», ο David S. Foglesong δίνει πολλά στοιχεία από τα επίσημα αρχεία για την ανάμειξη των ΗΠΑ στην προσπάθεια ανατροπής του σοσιαλιστικού καθεστώτος. Σύμφωνα με τον ιστορικό Robert Maddox οι άμεσες επιπτώσεις της ξένης επέμβασης ήταν η αιματηρή παράταση του «εμφυλίου πολέμου» που κόστισε αναρίθμητες ζωές και μεγάλες υλικές καταστροφές στο υπό σύσταση νέο κράτος. Και ο Frederick L. Schuman επισημαίνει ότι οι επιπτώσεις της εισβολής στη Ρωσία ήταν μακροχρόνιες και βρίσκονται στη ρίζα του «Ψυχρού Πολέμου».
Είναι τυχαίο άραγε το γεγονός ότι οι Δυτικοί ηγεμόνες και τα φερέφωνά τους επαναφέρουν σήμερα στο προσκήνιο την αντικομμουνιστική προπαγάνδα με την ίδια υστερία, χωρίς καν να υπάρχει η επαναστατημένη Ρωσία;