Δεν μπορεί να γίνεται σοβαρός λόγος για τις επικείμενες εκλογές και για τα όσα πάει να φέρει η επόμενη μέρα, παραβλέποντας το βάρος που ασκεί το ειδικό μνημονιακό καθεστώς που προέκυψε μετά το 2015 με τη συνυπογραφή του τρίτου μνημονίου από όλα μαζί τα συστημικά κόμματα – πολιτικούς του πυλώνες. Αυτές τις ίδιες πολιτικές δυνάμεις που μετά από οκτώ χρόνια –τέσσερα της «βάρδιας-Μάτι» του ΣΥΡΙΖΑ και άλλα τόσα της «βάρδιας-Τέμπη» της Ν.Δ.– κακοποίησης του πολιτικού βίου και της κοινωνίας, που πάνε τώρα –ερίζοντας για τα ποσοστά τους στη νομή της εξουσίας που θα προκύψει, μέσα σ’ ένα μπλοκαρισμένο πολιτικό σκηνικό– να συνδιαμορφώσουν την επόμενη μέρα. Που όπως όλα δείχνουν, πρόκειται να οδηγήσει σε κρίσιμες αποφάσεις για την ύπαρξη της χώρας και του λαού.
Σε ποιες ράγες κινείται το τρένο της χώρας
Είναι αναγκαίες μερικές χοντρικές επισημάνσεις που δείχνουν την «ποιότητα», τη συνέχεια και την ενιαία λογική των όσων έχουν συμβεί αλλά και των όσων κυοφορούνται. Κατά πρώτον. Επιχειρήθηκε να εμπεδωθεί από όλο το ευρύ φάσμα συστημισμού τόσο κεντροδεξιάς όσο και κεντροαριστεράς κοπής (όχι μόνο από το κομματικό σύστημα αλλά και απ’ όλες τις συστημικές φυλές, ΜΜΕ, «δεξαμενές σκέψης», τους ποικιλώνυμους από τους χώρους της διανόησης, προθύμους για κάθε βρωμοδουλειά,) κλίμα μεγάλης συναίνεσης γύρω από το ότι τα μνημόνια ήταν θετικά γιατί τάχα επέβαλαν με σιδερένιο «χέρι» τις «μεγάλες μεταρρυθμίσεις που είχε ανάγκη η οικονομία και γενικότερα ο τόπος».
Τι έχει προκύψει; Χωρίς καμία υπερβολή, όλα οι μεγάλες διαρθρωτικές ανωμαλίες που χρεοκόπησαν τη χώρα εμφανίζονται σήμερα αποφασιστικά επαυξημένες και ενισχυμένες. Διευρυμένος ο παρασιτικός χαρακτήρας της οικονομίας και οι ληστρικές αρπαχτές που τον συνοδεύουν. Στα ύψη και σε νέες πίστες η εξάρτηση της χώρας, παίρνει μορφές που απειλούν πλέον την ίδια τη συνοχή και την υπόστασή της. Παραμερίζοντας τον συναινετικό «χορό» που δεν παύει να επαναλαμβάνει αναίσχυντα, τα φλιναφήματα «περί θωρακισμένης οικονομίας με ρυθμισμένο το χρέος κ.λπ.» η ουσία συμπυκνώνεται στο μοτίβο «Ελλάδα κόμβος». Δηλαδή με απλά λόγια στη διαρπαγή όλων των υποδομών της χώρας, στο βίαιο διαμοιρασμό τους ανάμεσα σε ανταγωνιστικά (κυρίως εξωχώρια) συμφέροντα. Με τις συγκρούσεις τους να εσωτερικεύονται, να διαπερνούν και εν πολλοίς να δίνουν σχήμα στα δρώμενα της εγχώριας οικονομικοπολιτικής ζωής. Δεν υπάρχει στρατηγικός τομέας από την ενέργεια, τις τηλεπικοινωνίες, τα ακίνητα, τα λιμάνια, τα αεροδρόμια, τις μεταφορές, μέχρι τα εμπορικά δίκτυα αλλά και τις πολλαπλές μπίζνες στην παιδεία – όπου η χώρα να μην έχει μετατραπεί σε αντικείμενο ολοκληρωτικών πειραματισμών συστηματικά μεθοδευμένης καταλήστευσης.
Αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί, το τι παίζεται (και σκόπιμα συσκοτίζεται) εν όψει εκλογών κυριαρχείται αυτή τη στιγμή από τα εξής: 1) Από μια τεράστια εξελισσόμενη επιχείρηση μεταβίβασης στα funds (και σε όσους κρύβονται πίσω τους) μεγάλου μέρους της ιδιωτικής ακίνητης περιουσίας και αποφασιστικού πλήθους μεσαίων επιχειρήσεων σε στρατηγικούς κλάδους της οικονομίας. Τα όσα απατεωνίστικα πέφτουν δίκην πλειοδοσίας στο τραπέζι, από Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την αντιμετώπιση των πλειστηριασμών μιλάνε για τον εν πολλοίς συναινετικό καταμερισμό εργασίας και ρόλων μεταξύ τους, και για τους (άξιους προσοχής ως προς την επίδρασή τους) χειρισμούς προκειμένου να χειραγωγηθούν να καμφθούν ή απλώς να αξιοποιηθούν σαν εκλογικό καύσιμο οι κοινωνικές αντιδράσεις και η επεκτεινόμενη κοινωνική δυσφορία. 2) Η Ελλάδα μετά από οκτώ χρόνια «μνημονιακού εξορθολογισμού» έχει περίπου διπλασιάσει το χρέος της που τώρα πρέπει να το εξυπηρετεί με σημαντικά μειωμένο ΑΕΠ και σε συνθήκες καλπασμού των επιτοκίων και επαπειλούμενης διεθνούς ύφεσης. Οι πάντες – ξένοι και ντόπιοι κάνουν τους λογαριασμούς τους με βάση την ακραία επισφάλεια και το ετοιμόρροπο αυτής της συνθήκης. 3) Η επιβολή της οικονομικής αποικιοποίησης της χώρας συνδέεται οργανικά και αμφίδρομα με τις εντεινόμενες γεωπολιτικές πιέσεις που ασκούν ΗΠΑ / Ευρώπη σε συνδυασμό με την τουρκική απειλή, για αποδοχή «λύσεων συνεκμετάλλευσης και αποστρατιωτικοποίησης» που ανοίγουν «δρόμους εκλογίκευσης» του ακρωτηριασμού της εδαφικής κυριαρχίας της χώρας. Αναφορικά με αυτό, δεν κάνει μόνο εντύπωση ο βαθμός συμφωνίας κυβέρνησης-συστημικής «συμπολιτευόμενης αντιπολίτευσης» ως προς την ετοιμότητα αποδοχής μιας τέτοιας πορείας. Εντύπωση προκαλεί και η αποφυγή των καίριων θεμάτων για την υπόσταση της χώρας και από πλευράς των αριστερών «εκτός συστήματος» εκφράσεων και εν τέλει μια πολύ μεγάλη προθυμία (και ένα βόλεμα) όλων των πλευρών του πολιτικού κόσμου να καταθέσουν τη δική τους συμβολή προκειμένου να απαξιωθεί ο διευρυνόμενος κοινωνικός αντισυστημισμός και να ταυτιστεί-σπρωχτεί πολιτικά προς την ακροδεξιά.
Η φθορά του «συστήματος» Μητσοτάκη, η ανυποληψία των άλλων και το μετά
Πάνω στο έδαφος που περιγράψαμε συνοπτικά, έχουν προκύψει οι διαδοχικές πολιτικές φάσεις της τελευταίας οκταετίας. Η φάση που διανύουμε από το 2019 έχει στο κέντρο της τη διακυβέρνηση από ένα «σύστημα Μητσοτάκη» και στην περιφέρειά της μια «μη αντιπολίτευση». Τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της διακυβέρνησης: η κλιμακούμενη επιθετικότητα απέναντι σε μια μπλοκαρισμένη, πολιτικά αποδιοργανωμένη κοινωνία. «Επιθετικότητα και αυθάδεια των πλουσίων» που επιδεικνύουν αλαζονικά ότι μπορούν να επιβάλλουν ό,τι θέλουν, αλλά και ρεβανσιστική διάθεση να εκριζωθούν τα δημοκρατικά παραδεδεγμένα της κοινωνικής ζωής και το οποιοδήποτε ίχνος φρονήματος αντίστασης. Το πνεύμα: «αυτά που ξέρατε να τα ξεχάσετε. Θα κάνω την Ελλάδα αγνώριστη». Ιδιαίτερη επιθετικότητα απέναντι στη νεολαία, και στα διάφορα κοινωνικά στρώματα που έχουν συμπιεστεί από τα μνημόνια και γενικά απέναντι σε όποιον αντιδρά. Για τον πολιτικό αφοπλισμό της κοινωνίας βέβαια είναι αναντικατάστατη η συμβολή του έτερου συστημικού συριζικού πόλου. Την εικόνα συμπληρώνει μια αλαζονική μονοφαγία εξυπηρέτησης των «δικών μας» ολιγαρχών, επιχειρηματικών κέντρων ισχύος, συστημάτων εξουσίας κ.λπ. που έχει οδηγήσει σε εντεινόμενες αντιδράσεις και από πλευράς ισχυρών κέντρων που απαιτούν να ξαναμοιραστεί το παιχνίδι. Μοτίβα 1989 με άλλους παίκτες, άλλες κλίμακες και ταχύτητες. Και βεβαίως μια απίστευτη διαφθορά και ένα απέραντο σύστημα συγκοινωνούντων δοχείων, κολλεγιάς και αλληλοστήριξης ανάμεσα στην πολιτική εξουσία (κράτος – κυβέρνηση [και αντιπολίτευση] – αστυνομία – μυστικές υπηρεσίες – δικαστικό σώμα) και στα πάσης φύσεως δίκτυα του σκληρού, οργανωμένου εγκλήματος. Η διακυβέρνηση Μητσοτάκη έχει εξελιχθεί σε απόστημα που πρέπει να φύγει άμεσα. Η κοινωνική δυσφορία απέναντί της δεν έχει πάψει να διευρύνεται εδώ και πολλούς μήνες και βέβαια πέρασε σ’ άλλο επίπεδο μετά τα όσα έφερε η τραγωδία των Τεμπών. Με την εντεινόμενη αίσθηση ότι η χώρα ολόκληρη έχει ανέβει σε ένα τέτοιο τρένο, με την κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα να σταθμαρχεύουν με τον ανάλογο τρόπο.
Βέβαια η λαϊκή δυσφορία παραμένει μπλοκαρισμένη και έχει επιπλέον να ξεπεράσει τις κακοποιές επιδράσεις ενός γενικευμένου αμοραλισμού που διαχέεται στο κοινωνικό σώμα από τον συμψηφιστικό λόγο κυβερνητικών και «αντιπολιτευομένων». Δεν είναι τυχαίο πάντως ότι δεν λειτουργεί η κλασική τραμπάλα μιας δικομματικής εναλλαγής. Ενώ η κυβέρνηση φθείρεται υπολογίσιμα (το πόσο και το προς τα που θα εκφραστεί αυτή η φθορά παραμένει αστάθμητο), ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ φέρνουν σταθερά τη στάμπα της ανυποληψίας. Διαβάζονται πολύ εύλογα από την κοινωνία ως οργανικό μέρος του συστήματος διακυβέρνησης και παραμένουν σε καθηλωμένα ποσοστά. Έτσι ο μεν Μητσοτάκης δείχνει να επενδύει σε αυτοδυναμία μέχρι τελικής πτώσεως, ενώ ο Τσίπρας τα δίνει όλα για τη συμμετοχή του στα σχήματα κυβερνήσεων διευρυμένης στήριξης που βλέπει ότι έρχονται. Δίνοντας διαβεβαιώσεις πλήρους συμμόρφωσης και ετοιμότητας διεκπεραίωσης δύσκολων αποστολών, προς όλα τα κέντρα ισχύος. Ο Ανδρουλάκης τέλος, κινείται υπό την πίεση ενός ΠΑΣΟΚ που το μισό βλέπει προς Ν.Δ. και το άλλο μισό προς ΣΥΡΙΖΑ. Η συνολική κατεύθυνση που προκρίνουν οι παράγοντες που κυριαρχούν, δείχνει να είναι προς συμμαχικά σχήματα. Με μεγάλες αβεβαιότητες, και με μια ενδημική πολιτική αστάθεια έχουμε μπει σε μια περίοδο όπου θα επιχειρηθούν χειρισμοί για την απονεύρωση της κοινωνίας και πολιτικές μεταβάσεις σε ανθεκτικότερες ποικιλίες. Εν όψει εκλογών, το μίνιμουμ που απαιτείται αυτή την ώρα είναι η συνολική καταδίκη του μνημονιακού καθεστώτος. Το μαύρισμα και των τριών πυλώνων που το υποστηρίζουν.