Αναρωτιέμαι αν ο Πρόεδρος Μπάιντεν θυμάται ότι μίλησε με τον Ερντογάν. Αν θυμάται ποιος είναι ο Ερντογάν. Διότι να θυμάται τι του είπε ο Ερντογάν ή τι είπε ο ίδιος στον Ερντογάν, είναι αδύνατον.
Αυτές τις ημέρες πάντως, ο Πρόεδρος Μπάιντεν θα δώσει χάρη σε μια γαλοπούλα. Δεν θα δώσει όμως χάρη σε κανένα απ’ τα παιδάκια στο Κουρδιστάν, στην Παλαιστίνη ή στην Ουκρανία.
Όσο για μας εδώ, θα εορτάσουμε Χαζοχαρούμενα Χριστούγεννα και «προ παντός Αμερικάνικα», που έλεγε και το τραγούδι! Αφού γιορτάσαμε το Χόλογουϊν, αφού γιορτάσαμε τη Μπλακ Φράιντεϊ, φτιάχνουμε χαρακτήρα για να εορτάσουμε και τα Χριστούγεννα με ένα μείγμα διαφημίσεων, «φιλανθρωπίας», κατανάλωσης, φτώχειας, με καλάθια για τους πληβείους εορταστικά, με συμμετοχή σε κληρώσεις της κάρτας μας, προσωρινών αναστολών των πλειστηριασμών – όχι, δεν με έχει πιάσει η μελαγχολία των εορτών, αλλά
η μελαγχολία που εκπέμπει ο γάμος της γκλαμουριάς και του πτωχοπροδρομισμού που δίνει τον τόνο στη χώρα μας (και σε πολλές άλλες χώρες) πολλά χρόνια τώρα.
Δεν λέω να κάνουμε Χριστούγεννα με Ντίκενς και Παπαδιαμάντη, θα ήταν «βαρειά η καλογερική», λέω όμως ότι ο εξαναγκασμός στη φτώχεια δεν έχει καμία σχέση με την ευγενική ολιγάρκεια των λαϊκών ή των φιλοσοφημένων ανθρώπων.
Και το θέμα είναι ότι κάθε χρόνο ερχόμενες οι γιορτές συναντούν τον κόσμο μας ακόμα χειρότερον. Και δεν είναι μόνον η οικονομική φτώχεια, είναι και η πνευματική ένδεια. Εξόριστοι από το ωραίο και εξοστρακισμένοι από το αγαθό
βολοδέρνουμε σε σπίτια και δρόμους που τραγουδάει η σάχλα (από την τηλεόραση και την προπαγάνδα) και κάνουν κουμάντο ακριβά αυτοκίνητα (με τη ματαιοδοξία των πινακίδων τύπου ΑΒΓ-1111 να τα χαρακτηρίζει) εν μέσω και υπεράνω ενός στόλου από γερασμένα σαπάκια
που συνήθως τα οδηγούν άνθρωποι αλλόφρονες, πιεσμένοι, επιθετικοί, έξαλλοι, εχθροί των άλλων και του εαυτού τους.
Δεν θέλω να σας χαλάσω το κέφι, ξέρω ότι οι περισσότεροι θα βρούμε τρόπο να γιορτάσουμε ήπια και εύθυμα, εν μέσω φίλων και αγαπημένων, ξεχνώντας έστω για λίγο τη ζούγκλα γύρω μας και τα κελιά παντού. Στις πόλεις και στα ξεχασμένα χωριά.
Όμως, δεν μπορώ να παραγνωρίσω ότι οι πιο πολλοί γυρίζουν από το σούπερ μάρκετ λες και γυρίζουν απ’ τον πόλεμο, με τον φόβο που αφήνει στα μάτια το μέτρημα των ολίγων κερμάτων που θα χρειαστούν την επόμενη φορά.
Βεβαίως θα πουν οι ηλίθιοι εξ’ εκείνων που βγαίνουν στα «ρεπορτάζ», στέλνουν μηνύματα στα ραδιόφωνα, και γράφουν στα σόσιαλ μίντια, ότι τα χειμερινά τουριστικά καταλύματα είναι φουλαρισμένα – αλλοίμονο να μη μπορούσε το 5-10% του πληθυσμού που έχει χρήματα να γεμίσει τα καταλύματα
συν τα φουκαραδάκια που διαθέτουν 80 ευρώ την ημέρα για ένα τριήμερο, πλας το φαγάκι και τις βενζίνες.
Οι υπόλοιποι; Λιγότερα στο σούπερ-μάρκετ, για να μείνει κάτι για έναντι στο ρεύμα. Ήγουν γαλοπούλες απ’ αυτές που δεν θα δώσει χάρη ο Μπάιντεν.
Και θα τρώει η Ούρσουλα φον ντερ Ϋμπερ Άλλες στο δείπνο των Βρυκολάκων (διότι ανθρώπους τρώνε) στις Βρυξέλλες ή το Βερολίνο.
Ζεστά αυτά τα καθάρματα μέσα στους πύργους και τα παλάτια τους, τρώνε τους ανθρώπους που σκοτώνουν στα κραχ, τα εμπάργκο και τους πολέμους – γελώντας,
(πάντα αυτά τα καθάρματα) με τους χαζοχαρούμενους που γιορτάζουν τα Χριστούγεννα με διαφημίσεις, επιδόματα και κοιτώντας απ’ την κλειδαρότρυπα το γκλάμουρους της ζωής εκείνων που τους κλέβουν τη ζωή…
ΣΤΑΘΗΣ Σ.
1•XII•2022