Τον Ιούλιο του 2015, όταν η κυβέρνηση Τσίπρα έκανε την περιβόητη κωλοτούμπα μετά το δημοψήφισμα, πολλοί αναρωτήθηκαν πώς είναι δυνατόν να κερδίσει τις επόμενες εκλογές. Η συζήτηση αυτή έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον γιατί θέτει στο επίκεντρο τους όρους μέσα από τους οποίους συγκροτείται κάθε φορά η κοινωνία και η κοινωνική συνείδηση. Για την ακρίβεια το ρόλο της πολιτικής ως βασικό όρο. Όταν η κινηματική έξαρση υποχωρεί, όταν οι μεγάλοι στόχοι φεύγουν από το προσκήνιο, όταν οι ιδέες που παρακινούν τους ανθρώπους αναθεωρούνται, όταν δηλαδή τελικά το «συλλογικό υποκείμενο» κομματιάζεται, τότε μένουν οι άνθρωποι ως άτομα. Και από αγωνιζόμενοι γεμάτοι ελπίδες, από το «από κοινού» και το «ενάντια», καταλήγουμε στον πολίτη-εκλογέα. Όμως αυτός, ο καθένας πια, αρχίζει και σκέφτεται διαφορετικά, λογαριάζει αλλιώς τη στάση του. Ο πήχης έχει ήδη χαμηλώσει, οι προσδοκίες πέφτουν και η κανονικότητα επανέρχεται…
Για να το πούμε χοντροκομμένα, η Πολιτική επιδρά καθοριστικά στην κοινωνικότητα. Μπορεί να ενώσει, να χωρίσει, να διασπάσει, να κατακερματίσει, να απομονώσει, να κολλήσει κ.ο.κ. μια κοινωνία. «Μα η κοινωνία είναι χωρισμένη σε τάξεις έτσι κι αλλιώς». Σωστό, αλλά πάμε παρακάτω. Και πρώτα το ερώτημα: Μέσα στις πολλές φούσκες που καλούμαστε να ζήσουμε, υπάρχουν και πολιτικές φούσκες; Υπάρχουν δηλαδή περιφράξεις μέσα στις οποίες μπορούμε κάλλιστα να περιδιαβαίνουμε και να αναπαραγόμαστε, αλλά επ’ ουδενί να ξεμυτίσουμε;
Ας δούμε μερικά παραδείγματα ξεκινώντας από το πιο πρόσφατο, από την πανδημική φάση που βιώνουμε. Η κοινωνία αυθόρμητα διαχωρίστηκε σε φιλοεμβολιαστές και αντιεμβολιαστές ή υπήρξε συνειδητό σχέδιο γι’ αυτό; Προσοχή, δε μιλάμε για εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους αλλά για κάτι διαφορετικό. Εδώ επιχειρήθηκε ένας μεγάλος διχασμός και μια πόλωση, ο οποίος ακόμα κι αν δεν οδήγησε στο να παίζουν ξύλο τα δυο στρατόπεδα, εντούτοις λειτουργεί ως μια «ατμόσφαιρα», αποπροσανατολίζοντας αλλά και παροπλίζοντας, αφού μια χαρά και πεθαίνουμε και χάνουμε την ελευθερία μας.
Ένα ακόμα παράδειγμα είναι η φούσκα του ξέφρενου «αντιμητσοτακισμού». Μα δεν είναι άθλιος ο Μητσοτάκης; Είναι. Όταν όμως καταλογίζονται σε αυτόν τα πάντα, εκτός από τις κεντρικές και καθοριστικές για την πορεία της χώρας επιλογές -που στην πραγματικότητα είναι συμφωνημένες από το σύνολο του πολιτικού κόσμου- ε αυτό είναι πρόβλημα. Εκτός αν κάποιος θεωρεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κάποιο διαφορετικό σχέδιο για την οικονομική ανάκαμψη, την πράσινη ανάπτυξη και τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Για να μη μιλήσουμε για τα εθνικά θέματα και την τουρκική απειλή, όπου η πιο φιλοαμερικανική και υποχωρητική γραμμή –ή και η γραμμή «δε μας αφορούν αυτά»- ενδημεί μέσα στη μεγάλη «αριστερή φούσκα» και τις διάφορες φυσαλίδες.
Κι έτσι με τον «αντιφασισμό» τύπου «τείχος της δημοκρατίας» ή παλιότερα με τον αντιλαϊκισμό και την επίθεση στον «ετερόκλητο όχλο» που αντιδρούσε στη Συμφωνία των Πρεσπών, ή τώρα με τον κοινό «αντιψέκ» αγώνα των πολιτικών δυνάμεων το τοπίο ολοκληρώνεται. Δια της Πολιτικής, το Ακραίο Κέντρο που μας κυβερνά –σε διάφορες κεντροδεξιές και κεντροαριστερές δοσολογίες- τρία τινά πετυχαίνει: Θέτει ηγεμονικά τα ερωτήματα, δημιουργεί τις πολώσεις που επιθυμεί για να εμφανιστεί ως η απάντηση, και τέλος προγράφει ως ανάξιο λόγου και άξιο επίθεσης καθετί που δεν χωράει στη φούσκα του. Δεν είναι αυτό διάλυση μέσω του πολιτικού χειρισμού; Ένα τελευταίο παράδειγμα πολιτικής φούσκας μπορεί κανείς να δει στα θέματα του μεταναστευτικού. Όλα τα έχει ρουφήξει η φούσκα της «αλληλεγγύης». Κυβέρνηση, αντιπολίτευση, τώρα και ο Πάπας συναγωνίζονται σε ανθρωπισμό.
Η ανοχή στο δουλεμπόριο, η αλλαγή της ζωής στα νησιά με τον εχθρικό γείτονα, η αποδοχή ότι θα είμαστε η ευρωπαϊκή χώρας-φράκτης με κάποια ευρώ παραπάνω, το αλώνισμα της Frontex στο Αιγαίο κ.ά, όλα αυτά δεν αποτελούν καν θέματα. Και βέβαια, ανάλογα τη συγκυρία, είτε στιγματισμός και καταστολή όσων αντιδρούν ως «φασιστών» και «αγριάνθρωπων», είτε με «μπούκωμα» και «δωράκια» μετατροπή τους σε ανθρωπιστές… Ξανά η πολιτική στο τιμόνι. Ανάγκη να βγούμε από τις πολιτικές φούσκες.