Η «σκληρότητα» του Βερολίνου εξηγείται από την ανάγκη να μας έχουν υποζύγιο εκείνοι και όχι οι ΗΠΑ
Tου Απόστολου Αποστολόπουλου
Πολύ ενοχλημένη είναι τώρα τελευταία η Γερμανία, μια με τους Αμερικάνους, μια με τους Έλληνες. Οι Αμερικάνοι δεν θέλουν να προμηθεύεται η Γερμανία πετρέλαιο και φυσικό αέριο από τη Ρωσία. Θέλουν να της πουλάνε το δικό τους – σ’ αυτήν και σ’ όλους τους άλλους – παρά το ότι είναι πιο ακριβό από το ρώσικο. Οι φίλοι οφείλουν να ξηλωθούν για το χατίρι μας, σκέπτονται οι Αμερικάνοι, εμείς τόσα κάνουμε γι’ αυτούς. Στο τέλος-τέλος οι Γερμανοί δεν άφησαν πέτρα στην πέτρα σε όλη την Ευρώπη και παρ’ όλα αυτά οι υπερατλαντικοί φίλοι ανοικοδόμησαν τη Γερμανία, βάζοντας χέρι, είναι αλήθεια, στην τσέπη των θυμάτων. Οι Αμερικάνοι ήθελαν να ξεπλυθούν ηθικά και να ανασυγκροτηθούν οικονομικά οι ηττημένοι ναζί πολεμιστές του Χίτλερ, ώστε να αντιμετωπίσουν τους κομμουνιστές, πρώην συμμάχους. Εμείς μείναμε με τον Γλέζο να λέει «έστω ένα ευρώ» αποζημίωση, ως αναγνώριση των καταστροφών που έκαναν στην πατρίδα κατά την Κατοχή.
Η ελληνική συμβολή, στο πλαίσιο του σχεδίου Μάρσαλ, στην ανοικοδόμηση της Γερμανίας, έχει μια «χαριτωμένη» διάσταση, την απλοποιώ και προσαρμόζω, την ορολογία, στα σημερινά: Το σχέδιο Μάρσαλ ήταν κάτι σαν τα σημερινά Μνημόνια. Για να επωφεληθούμε χρειάζονταν, εκ μέρους μας, κάποια προαπαιτούμενα. Ένα προαπαιτούμενο ήταν η εξόρυξη βωξίτη, ως απόδειξη ότι προάγουμε την έρευνα για τον ορυκτό μας πλούτο. Οι Αμερικάνοι, λοιπόν, για να εκπληρώσουν δικές τους υποχρεώσεις, στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ, προς τη Γερμανία πήραν μια σημαντική ποσότητα ελληνικού βωξίτη για να βοηθήσουν στην ανάπτυξη της γερμανικής βιομηχανίας. Δηλαδή οι Αμερικάνοι μας πήραν τον βωξίτη τζάμπα και με ξένα κόλλυβα έκαναν τη δουλειά τους με τη Γερμανία. Ο βωξίτης πήγε στη Γαλλία για να μετατραπεί σε αλουμίνιο και κατέληξε στη Γερμανία και όλα μέλι-γάλα. Σημείωση: Οι Αμερικάνοι βοήθησαν να αναπτυχθεί η γερμανική βιομηχανία αλλά απέτρεψαν την ανάπτυξη της ελληνικής.
Παρατήρηση: από εκείνη την εποχή (αλλά και προπολεμικά) ξένες Δυνάμεις ενδιαφέρονταν για τον ορυκτό μας πλούτο. Τα Μνημόνια και η γερμανική «σκληρότητα» εξηγούνται θαυμάσια όχι από τον κακό χαρακτήρα του Σόϊμπλε, αλλά από την ανάγκη της Γερμανίας για ορυκτά και επομένως είναι αμείλικτη η ανάγκη της να μας έχει εκείνη υποζύγιο και όχι οι ΗΠΑ. Αντιστρόφως, η «ελληνική τεμπελιά» δεν εξηγεί απολύτως τίποτα, πέραν του ότι αποκαλύπτει τη διανοητική νωθρότητα των «απλών ανθρώπων», δηλαδή όσων φλυαρούν χωρίς να ξέρουν και χωρίς να σκέπτονται. Όσοι ξέρουν και φλυαρούν, κάνουν κι αυτοί μια δουλειά. Αλλά όχι τη δική μας.
Θύμωσε, λοιπόν, η Καγκελάριος και άρχισε να μιλάει για ελευθερία και ανεξαρτησία της Ευρώπης απέναντι στις ΗΠΑ. Το κόλπο είναι πολύ παλιό. Έτσι ξεκίνησε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, όταν οι Σπαρτιάτες ζήλεψαν το κλέος της Αθήνας και κάλεσαν τους άλλους Έλληνες σε αγώνα για ελευθερία και απελευθέρωση από τους καταπιεστές Αθηναίους. Οι Γερμανοί μελετούν εμβριθώς τους Αρχαίους Έλληνες, υπόμνηση προς όλους ότι ο πολιτισμός, ο Σοφοκλής, ο Ηράκλειτος ή ο Θουκυδίδης, διόλου δεν αποκλείουν να είσαι πρώτης τάξεως κάθαρμα, ναζί, κομμουνιστής ή υπέρ της Δημοκρατίας…
Η Μέρκελ, ενοχλήθηκε επειδή, λέει, το ισχυρό Πεκίνο εξαναγκάζει την αδύναμη Αθήνα να υπογράφει διάφορες (υποτίθεται ασύμφορες) συμφωνίες. Στενοχωρήθηκαν οι Γερμανοί για την αδικία των Κινέζων εναντίον μας ενώ, είπαν, το σωστό θα ήταν να προτάξει τα στήθη του το Βερολίνο και να μιλήσει αυτό για λογαριασμό μας. Όπως ακριβώς έκαναν και κάνουν με τα Μνημόνια, για να ξέρουμε τι λέμε. Η Ευρώπη πρέπει να έχει μια φωνή, δήλωσε δημοκρατικά η Καγκελάριος, εννοώντας τη δική της φωνή, αποκλειστικά. Ο Μακρόν παριστάνει ότι θα έχει κι αυτός φωνή, αλλά άλλο η διφωνία άλλο η διαφωνία, ας μου επιτραπεί το λογοπαίγνιο. Το Βερολίνο σ’ αυτά είναι πολύ αυστηρό και ο Μακρόν σίγουρα θα το καταλάβει εγκαίρως και θα σιωπήσει, για το καλό του.
Τώρα γιατί η κυβέρνηση, «πρώτη φορά Αριστερά», και η αντιπολίτευση, «είμαστε οι σωτήρες εκ δεξιών», γιατί, λέω, δεν ζητάνε κάτι τις, ένα τόσο δα, για το Κυπριακό, για τη Σούδα κ.λπ., σε αντάλλαγμα για τις θυσίες του κοσμάκη; Είναι μια ερώτηση αναπάντητη επί πολλές δεκαετίες, από τον πόλεμο και μετά, από την μεταπολίτευση και μετά, από το φυσικό θάνατο των γονέων και μετά, από το φυσικό θάνατο των εκάστοτε κυβερνώντων, αδιάφορο ποίων, μοιάζουν όλοι σαν δυο σταγόνες νερό, βλάπτουν «τη Συρία» το ίδιο, που θα έλεγε και ο Καβάφης. Τώρα, λέει, καθυστερεί η δόση, όχι η πολυσυζητημένη από το Noor One, αλλά η δόση από τις Βρυξέλλες, επειδή, τεμπέληδες και άχρηστοι καθώς είμαστε, δεν έχουμε ακόμα ανοίξει τα καταστήματα όλες τις Κυριακές να σωθεί η Οικονομία, επιτέλους. Αλλά, επίσης επιτέλους, η «πρώτη φορά Αριστερά» θα το κάνει κι αυτό υποκύπτοντας – της έγινε «έξις δευτέρα φύσις» – στους ξένους καταπιεστές, αλλά που θα πάει θα βγούμε στις Αγορές και θα δούμε όλοι προκοπή. Μερικοί ψάχνονται ακόμα αν φταίμε εμείς ή οι ξένοι που θα μας βάλουν τάξη. Έπεσε έξω ο Μαρξ, το προλεταριάτο έστριψε σε λάθος γωνία της Ιστορίας και το χάσαμε αλλά εξόκειλε και ο Καβάφης, ούτε οι βάρβαροι ήταν λύση.