Αν υπάρχει ένα συντριπτικό επιχείρημα κατά της οικονομίας της «ελεύθερης αγοράς» αυτό είναι το ότι σκοτώνει ανθρώπους. Κυριολεκτικά, όταν μιλούμε για την κερδοσκοπία στα τρόφιμα. Τα πρόσφατα ακραία καιρικά φαινόμενα και ιδίως η ξηρασία (τώρα προστέθηκαν και οι φωτιές) στη δυτική Ρωσία, στο Καζακστάν και σε πολλές περιοχές της Ευρώπης, που έπληξε την παραγωγή σιτηρών, δεν αρκούν για να εξηγήσουν την άνοδο στις τιμές των τροφίμων, αν δεν συνδυαστούν με την κερδοσκοπία.
Ήδη πριν από αυτά, τον περασμένο Ιούνιο ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ στην ετήσια έκθεσή του είχε προαναγγείλει την αύξηση της τιμής των τροφίμων για την επόμενη δεκαετία από 15%-40% και την επερχόμενη αύξηση των λιμών. Μέσα στον Ιούλιο η τιμή των σιτηρών αυξήθηκε κατά 20%. Ενώ καινούργια αύξηση επήλθε μόλις η Ρωσία ανήγγειλε την απαγόρευση εξαγωγών μέχρι τις 31/12/2010.
Ο τζόγος με την πείνα εκατομμυρίων ανθρώπων είναι το παιχνίδι που παίζουν εταιρίες όπως οι Goldman Sachs, Deutsche Bank, Merril Lynch κ.ά. από τη στιγμή που τα συμβόλαια αγοραπωλησίας τροφίμων μετατράπηκαν σε παράγωγα που ανταλλάσσονται στις χρηματιστηριακές αγορές. Αυτό απέδειξε η κρίση τροφίμων του 2008 που προκάλεσε εξεγέρσεις σε πάνω από 30 αναπτυσσόμενες χώρες.
Ξαφνικά στα τέλη του 2006 οι τιμές των τροφίμων σε όλο τον κόσμο άρχιζαν να αυξάνονται και σε ένα χρόνο η τιμή του σταριού είχε αυξηθεί πάνω από 80%, του καλαμποκιού πάνω από 90% και του ρυζιού 320%. Και τότε, επίσης ξαφνικά, την άνοιξη του 2008, οι τιμές έπεσαν στα προηγούμενα επίπεδά τους. Οι εξηγήσεις που δόθηκαν εκείνη την εποχή αποδείχθηκαν εσφαλμένες ή παραπλανητικές. Ούτε η μείωση της παραγωγής, ούτε η αύξηση της ζήτησης ούτε τα βιοκαύσιμα ήταν οι βασικές αιτίες. Η κύρια αιτία ήταν η διαμόρφωση μιας αγοράς συμβολαίων τροφίμων για θεωρητικές μελλοντικές σοδειές και οι κερδοσκόποι που οδηγούν την κούρσα της τιμής στα ύψη.
Στην παρούσα συγκυρία που συμπίπτει με τη μείωση της παραγωγής και την αύξηση της ζήτησης από χώρες όπως η Κίνα, το πεδίο κερδοσκοπίας διευρύνεται γεωμετρικά.
Στις αναπτυσσόμενες χώρες, τα νοικοκυριά δαπανούν πάνω από το 50% του εισοδήματός τους στα τρόφιμα, ενώ στις αναπτυγμένες το ποσοστό αυτό κυμαίνεται στο 10%. Τα ποσοστά αυτά όμως έχουν αλλάξει μέσα στην τρέχουσα οικονομική κρίση και ως αποτέλεσμα των μέτρων λιτότητας που εφαρμόζονται παγκοσμίως. Άνθρωποι θα σβήσουν από τη ζωή σε μέρη του αναπτυσσόμενου κόσμου και σε γειτονιές του αναπτυγμένου με τις οποίες ο Τύπος απαξιοί να ασχοληθεί, ενώ οι έμποροι θα αποθηκεύουν τα σιτηρά για να κερδίσουν από την άνοδο της τιμής. Μια έκθεση του βρετανικού Κινήματος για την Παγκόσμια Ανάπτυξη (Guardian 19/7), επισημαίνει τα «ριψοκίνδυνα και μυστικά» στοιχήματα επί των τιμών των τροφίμων τα τελευταία χρόνια. Οι επενδυτικές τράπεζες πραγματοποιούν τεράστια κέρδη τζογάροντας στις τιμές των προϊόντων καθημερινής διατροφής.
Σύμφωνα με στοιχεία του ετήσιου προϋπολογισμού της Goldman Sachs, εκτιμάται ότι η τράπεζα αυτή κέρδισε, το περασμένο έτος, 1 δισ. δολάρια από την κερδοσκοπία στα τρόφιμα.
Μ.Ν.
Ο τζόγος με την πείνα εκατομμυρίων ανθρώπων είναι το παιχνίδι που παίζουν εταιρίες όπως οι Goldman Sachs, Deutsche Bank, Merril Lynch κ.ά. από τη στιγμή που τα συμβόλαια αγοραπωλησίας τροφίμων μετατράπηκαν σε παράγωγα που ανταλλάσσονται στις χρηματιστηριακές αγορές. Αυτό απέδειξε η κρίση τροφίμων του 2008 που προκάλεσε εξεγέρσεις σε πάνω από 30 αναπτυσσόμενες χώρες.
Ξαφνικά στα τέλη του 2006 οι τιμές των τροφίμων σε όλο τον κόσμο άρχιζαν να αυξάνονται και σε ένα χρόνο η τιμή του σταριού είχε αυξηθεί πάνω από 80%, του καλαμποκιού πάνω από 90% και του ρυζιού 320%. Και τότε, επίσης ξαφνικά, την άνοιξη του 2008, οι τιμές έπεσαν στα προηγούμενα επίπεδά τους. Οι εξηγήσεις που δόθηκαν εκείνη την εποχή αποδείχθηκαν εσφαλμένες ή παραπλανητικές. Ούτε η μείωση της παραγωγής, ούτε η αύξηση της ζήτησης ούτε τα βιοκαύσιμα ήταν οι βασικές αιτίες. Η κύρια αιτία ήταν η διαμόρφωση μιας αγοράς συμβολαίων τροφίμων για θεωρητικές μελλοντικές σοδειές και οι κερδοσκόποι που οδηγούν την κούρσα της τιμής στα ύψη.
Στην παρούσα συγκυρία που συμπίπτει με τη μείωση της παραγωγής και την αύξηση της ζήτησης από χώρες όπως η Κίνα, το πεδίο κερδοσκοπίας διευρύνεται γεωμετρικά.
Στις αναπτυσσόμενες χώρες, τα νοικοκυριά δαπανούν πάνω από το 50% του εισοδήματός τους στα τρόφιμα, ενώ στις αναπτυγμένες το ποσοστό αυτό κυμαίνεται στο 10%. Τα ποσοστά αυτά όμως έχουν αλλάξει μέσα στην τρέχουσα οικονομική κρίση και ως αποτέλεσμα των μέτρων λιτότητας που εφαρμόζονται παγκοσμίως. Άνθρωποι θα σβήσουν από τη ζωή σε μέρη του αναπτυσσόμενου κόσμου και σε γειτονιές του αναπτυγμένου με τις οποίες ο Τύπος απαξιοί να ασχοληθεί, ενώ οι έμποροι θα αποθηκεύουν τα σιτηρά για να κερδίσουν από την άνοδο της τιμής. Μια έκθεση του βρετανικού Κινήματος για την Παγκόσμια Ανάπτυξη (Guardian 19/7), επισημαίνει τα «ριψοκίνδυνα και μυστικά» στοιχήματα επί των τιμών των τροφίμων τα τελευταία χρόνια. Οι επενδυτικές τράπεζες πραγματοποιούν τεράστια κέρδη τζογάροντας στις τιμές των προϊόντων καθημερινής διατροφής.
Σύμφωνα με στοιχεία του ετήσιου προϋπολογισμού της Goldman Sachs, εκτιμάται ότι η τράπεζα αυτή κέρδισε, το περασμένο έτος, 1 δισ. δολάρια από την κερδοσκοπία στα τρόφιμα.
Μ.Ν.
Σχόλια