Στην επιφάνεια όλα πάνε καλά. Η κυβέρνηση είναι αυτοδύναμη και κανείς δεν την απειλεί. Ο κόσμος κάνει υπομονή, περισσότερο από όσο θα μπορούσε κανείς να φανταστεί με τις τρέχουσες συνθήκες. Η αντιπολίτευση είναι πρακτικά ανύπαρκτη. Η κυβέρνηση μπορεί να εξαντλήσει την τετραετία ή να κάνει πρόωρες εκλογές, όποτε θέλει. Αν βεβαίως ο επικυρίαρχος ξένος παράγων δεν έχει αντίρρηση. Όπως π.χ. όταν ο Αμερικανός υφυπουργός Ηγκλμπέγκερ προανήγγειλε εκλογές (Αύγουστος 1993) εν αγνοία του πρωθυπουργού Κων/νου Μητσοτάκη που έπεσε δυο μήνες αργότερα.
Παγίως αναφερόμαστε σε κρίσιμα θέματα λησμονώντας, δήθεν, ότι τον αποφασιστικό λόγο έχει ο ξένος παράγων. Μόλις προχθές ο Κυρ. Μητσοτάκης είπε καθαρά στη Βουλή ότι αν αποτολμούσε να φέρει στην Ελλάδα το ρωσικό εμβόλιο Σπούτνικ θα έπεφτε η κυβέρνηση, όπως στη Σλοβακία. Ο κ. Τσίπρας και οι άλλοι αντιπολιτευόμενοι έκαναν ότι δεν κατάλαβαν.
Είναι θέμα μεθόδευσης…
Η κυβέρνηση πρωτεύει αλλά δεν ηγεμονεύει. Έχει αριθμητική υπεροχή στις δημοσκοπήσεις αλλά η σταθερότητά της οφείλεται, εν πολλοίς, στην ανικανότητα της αντιπολίτευσης, στην ανυπαρξία αντικαταστάτη. Όποιος πλήξει εκ των έσω την κυβέρνηση, θα στιγματιστεί από τον κόσμο ως ταραχοποιός. Και θα το πληρώσει. Ταυτόχρονα, αναταράξεις τραντάζουν τη συνοχή ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ.
Σταδιακά, διαμορφώνονται καταστάσεις και επιχειρήματα για διασπάσεις, αποχωρήσεις, αποστασίες. Αυτά θέλουν χρήμα, προετοιμασία, χρόνο, συνέργεια πυρήνων εντός των κομμάτων που γνωρίζουν, ή και συνδιαμορφώνουν, τις στρατηγικές επιδιώξεις των έξω και των μέσα παραγόντων ή τους αντιστέκονται. Όταν ετοιμαστούν στελέχη, βουλευτές, κομματάρχες, ο χύδην κομματικός στρατός, τότε οι αποκαμωμένοι ψηφοφόροι είναι έτοιμοι να αποδεχθούν (με δημοκρατικές διαδικασίες!) τις προσχεδιασμένες αλλαγές.
Δεν είναι επιθυμητό, ούτε, ίσως, αποτελεσματικό, σε μια χώρα της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ να πέσουν αλεξιπτωτιστές αλά Μαρκεζίνης (τον θυμάστε;), να χρειαστούν «αποστάτες» και να ξεσηκωθούμε για ανάρμοστες παρεμβάσεις. Είναι θέμα μεθόδευσης.
…ή είναι θέμα ήθους και θάρρους
Επί της ουσίας, όμως, να έχουμε στο νου μας ότι το βασικό πρόβλημα της χώρας είναι σε εκκρεμότητα εδώ και πολλές δεκαετίες, δηλαδή τα ελληνοτουρκικά και οι επιπτώσεις του στη διαμόρφωση των πραγμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο. Το ελληνοτουρκικό δεν είναι διμερές ζήτημα καθώς εμπλέκει τις σχέσεις των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ με Ε.Ε./Γερμανίας και με τη Ρωσία, αλυσιδωτά και με την Κίνα. Η ουσιώδης διαφορά είναι ότι η Ελλάδα είναι προτεκτοράτο ενώ η Τουρκία δεν είναι, οφείλουμε να διαπιστώσουμε μετά λύπης αλλά ρεαλισμό. Σ’ αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, τα πράγματα είναι δυσάρεστα αν είμαστε ανοήτως αισιόδοξοι, ή πολύ δυσάρεστα αν είμαστε ρεαλιστές. Ο Ερντογάν θολώνει τα νερά τσαλαβουτώντας μια από δω, μια από κει. Αλλά στην Ουκρανία κάνει την πάπια, είναι παιχνίδι για μεγάλα παιδιά και οι Δυτικοί τον αγνοούν. Η Τουρκία δεν είναι φερέγγυα ούτε, ίσως, τόσο απαραίτητη.
Το μόνο αξιόλογο περιουσιακό στοιχείο, το μοναδικό «στρατηγικό βάθος» που έχει η Ελλάδα είναι το Αιγαίο και εκεί έχει ρίξει το βάρος της η Τουρκία. Αν χαθεί το Αιγαίο, τετέλεσται
Οι Έλληνες ιθύνοντες φαντασιώνονται κάποιον που θα τηρούσε προσχήματα που δεν θα τους εξέθεταν τόσο, αλλά και με τον Ερντογάν δεν διστάζουν, μια ψυχή που είναι να βγει, ας βγει. Ποτέ, πάντως, οι σύμμαχοι, Ευρωπαίοι ή Αμερικανοί, δεν έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι η Ελλάδα μπορεί να αντικαταστήσει επάξια τον τουρκικό παράγοντα. Εξ ου, η διακομματική ελληνική ελίτ για να διατηρηθεί στην εξουσία παραχωρεί, πλέον, κομμάτια της χώρας, λιμάνια, ορυκτό πλούτο.
Φτάνουμε, όμως, στο τέλος. Το μόνο αξιόλογο περιουσιακό στοιχείο, το μοναδικό «στρατηγικό βάθος» που έχει η Ελλάδα είναι το Αιγαίο και εκεί έχει ρίξει το βάρος της η Τουρκία. Αν χαθεί το Αιγαίο, τετέλεσται.
Οι δύο μεγάλες αλλαγές
Τη δεκαετία του 1960 το μέγα ερώτημα ήταν αν θα έμπαινε η σφραγίδα «τέλος» στον εμφύλιο και προχωρούσε η χώρα σε ριζική πολιτική αλλαγή με την άνοδο στην κυβέρνηση των μικρομεσαίων, κεντροαριστερών στην πλειοψηφία τους. Καταλήξαμε στη δικτατορία. Τώρα το μέγα ερώτημα είναι αν θα υπάρξουν ή όχι υποχωρήσεις εθνικής υπόστασης, κυριολεκτικά επιβίωσης. Τότε και τώρα η ανάμιξη του επικυρίαρχου ξένου παράγοντα ήταν/είναι εμφανής και καθοριστική, με επιπρόσθετο στοιχείο σήμερα το ζωηρό ενδιαφέρον εσωτερικών παραγόντων που μαγνητίζονται από τα δεκάδες δισ. ευρώ που θα λάβει η χώρα εξαιτίας της πανδημίας.
Οι Πρέσπες ήταν μόλις το ορεκτικό, ενώ το κύριο πιάτο, Αιγαίο-Αν. Μεσόγειος-Κύπρος, με τον ορυκτό πλούτο ακολουθεί. Όσο η κυβέρνηση κωλυσιεργεί τόσο αδημονούν οι ξένοι και εγχώριοι παράγοντες που θέλουν λύση «εδώ και τώρα» σε Αιγαίο και Κύπρο. Λύση που απαιτεί τη συμβολή (ακριβέστερα, τη συνενοχή) πολλών. Για να μη μείνει κανείς αναμάρτητος, τον λίθο βαλέτω.
Σ’ αυτό το σκηνικό ο κ. Τσίπρας, αποδείχθηκε ικανός να κάψει τη γούνα του στις Πρέσπες αλλά ανίκανος να ενώσει την κεντροαριστερά. Έτσι ο Τσίπρας από ελπίδα έγινε εμπόδιο. Η απλή αναλογική επιβάλλει κυβέρνηση συνεργασίας αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ μόνο χωρίς Τσίπρα μπορεί να συμμαχήσει με τον Μητσοτάκη. Συμμαχία Μητσοτάκη-Τσίπρα θα βγάλει τρελό γέλιο, το έργο θα κατέβει με τις λεμονόκουπες να σφυρίζουν στον αέρα. Η διάσπαση και των δυο κομμάτων εξυπηρετεί το σύστημα και πολλές φιλοδοξίες υπηρεσίας στην πατρίδα επ’ αμοιβή. Κάποιοι θα αποχωρήσουν από τη Ν.Δ. υπολογίζοντας να σώσουν εαυτούς και την τιμή της παράταξης. Αλλά άραγε εξαγνίζονται όσοι, ενώ έβλεπαν το έγκλημα, απλώς αρνήθηκαν να το προσυπογράψουν;