Αποσιωπούνται ακόμη και από αντισυστημικά ΜΜΕ
Την ερχόμενη Τρίτη διεξάγονται οι 58ες προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, στις οποίες θα συμμετάσχουν δύο υποψήφιοι που φιλοδοξούν να ανέβουν στο «θρόνο» του κοσμοκράτορα. Πόσοι όμως γνωρίζουν ότι οι υποψήφιοι δεν είναι μόνο δύο; Και, από αυτούς που γνωρίζουν όντως την ύπαρξη των υπόλοιπων, πόσοι είναι σε θέση να καταθέσουν κάτι πιο συγκεκριμένο για αυτούς;
Είναι γνωστό ότι το αμερικάνικο εκλογικό σύστημα είναι ακραιφνώς δικομματικό και γι’ αυτό ακραία αντιδημοκρατικό. Για την ακρίβεια, είναι έτσι σχεδιασμένο και θεσμοθετημένο ώστε να προωθεί τα δύο πανίσχυρα, από κάθε άποψη, κόμματα, και συνακόλουθα τους υποψηφίους τους. Το Δημοκρατικό και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα μονοπωλούν το ενδιαφέρον τόσο των δημοσιογράφων όσο και των πολιτών…
Υπάρχουν όμως και άλλα κόμματα, που καλύπτουν όλο το πολιτικό φάσμα. Μεταξύ αυτών, το Πράσινο Κόμμα, το Φιλελεύθερο Κόμμα, το Αμερικανικό Κόμμα Ελευθερίας, το Κόμμα της Αμερικής, το Κόμμα για το Σοσιαλισμό και την Απελευθέρωση, το Κόμμα Ειρήνης και Ελευθερίας, το Κόμμα της Απαγόρευσης, το Σοσιαλιστικό Κόμμα ΗΠΑ, το Κόμμα Βετεράνων της Αμερικής, το Παγκόσμιο Κόμμα Εργατών κ.ά.
Τα κυριότερα από αυτά είναι το Πράσινο Κόμμα και το Φιλελεύθερο Κόμμα: με ιδεολογία οικολογική και κοινωνικά ευαίσθητη το πρώτο, οικονομικά και κοινωνικά φιλελεύθερη το δεύτερο. Το Πράσινο Κόμμα κατεβάζει ως υποψήφια την Τζιλ Στάιν, γιατρό και πολιτική ακτιβίστρια, και το Φιλελεύθερο Κόμμα τον Γκάρι Τζόνσον, επιχειρηματία και πρώην κυβερνήτη του Νέου Μεξικού. Οι ίδιοι είχαν εκπροσωπήσει τα κόμματά τους και στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές, παίρνοντας βέβαια ισχνά ποσοστά, της τάξης του 0,4% και του 1% αντίστοιχα. Αυτή τη φορά όμως οι (καθόλου αδιάβλητες…) πρόσφατες δημοσκοπήσεις δίνουν γύρω στο 2% στην Στάιν και γύρω στο 7% στον Τζόνσον.
Οι φιλοδοξίες των Πράσινων
Οι Πράσινοι επιδιώκουν δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για όλους, δωρεάν τριτοβάθμια εκπαίδευση, μια επιθετική πολιτική για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και φυσικά την περικοπή των στρατιωτικών δαπανών των ΗΠΑ – που αυτή τη στιγμή κυμαίνονται κοντά στο 50% του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, ήτοι 610 δισεκατομμύρια δολάρια! Επίσης η υποψήφιά τους συχνά μιλά για την ανάγκη ενός «Πράσινου New Deal» που θα αυξήσει δραστικά τις θέσεις απασχόλησης και θα προωθήσει μια ανάπτυξη βασισμένη στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ακόμα, υπόσχεται αύξηση της φορολογίας των επιχειρήσεων, του χρηματιστικού κεφαλαίου (βλέπε Wall Street) και των πλουσίων, ενίσχυση των εργατικών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και «λουκέτο» στην πλειοψηφία των 700(!) αμερικανικών βάσεων ανά την υφήλιο.
Οι Πράσινοι φιλοδοξούν να κερδίσουν ψήφους από ένα μεγάλο κομμάτι των δυσαρεστημένων οπαδών του φιναλίστ στην κούρσα για το χρίσμα των Δημοκρατικών, Μπέρνι Σάντερς, ο οποίος τελικά υιοθέτησε την υποψηφιότητα της Κλίντον… Στον αγώνα αυτό έχουν διαρκώς απέναντί τους τη συντριπτική πλειοψηφία των συστημικών ΜΜΕ, που διαρκώς «προειδοποιούν» για την «απειλή για το μέλλον της ανθρωπότητας» σε περίπτωση επικράτησης του Ντόναλντ Τραμπ. Έτσι, κανείς δεν ξέρει πόσοι τελικά από τους απογοητευμένους υποστηρικτές του Σάντερς θα αντέξουν τις πιέσεις στις «φωνές» περί χαμένης ψήφου και θα στηρίξουν στην κάλπη την Τζιλ Στάιν και τους Πράσινους.
Προληπτική θωράκιση του συστήματος
Αξίζει να τονιστεί ότι η επιτροπή που είναι υπεύθυνη για τους όρους των τηλεοπτικών προεδρικών συζητήσεων (debates) έχει θέσει ως προϋπόθεση για να προσκληθεί σε αυτά κάποιος τρίτος υποψήφιος το διόλου δημοκρατικό όριο του… 15%. Όπερ σημαίνει ότι πρέπει να έχει «πιάσει» αυτό το όριο σε πέντε(!) από τις δημοσκοπήσεις που διενεργούνται σε παναμερικανικό επίπεδο. Αν κάποιος θεωρεί απροκάλυπτα αυταρχικό μέτρο το όριο του 10% που ισχύει για την είσοδο κάποιου κόμματος στην τουρκική εθνοσυνέλευση, τι άραγε θα έπρεπε να σκεφτεί για αυτό το αμερικάνικο θεσμικό τερατούργημα;
Είναι απορίας άξιο γιατί τα διεθνή και εγχώρια αντισυστημικά μέσα δεν αφιερώνουν τον δέοντα χώρο σε δυνάμεις που ιδεολογικοπολιτικά είναι πιο κοντά σε αυτά. Αντιθέτως αναλώνονται, στην καλύτερη περίπτωση, στην υποστήριξη του αυτοαποκαλούμενου φιλελεύθερου σοσιαλδημοκράτη Μπέρνι Σάντερς και, στη χειρότερη, στην κριτική υποστήριξη της Χίλαρι Κλίντον – δηλαδή της εκλεκτής των χαρτογιακάδων της Wall Street, των διευθυντών σχεδόν όλων των συστημικών ΜΜΕ, του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος και του εβραϊκού λόμπι…
Σύμφωνα με κάποιους αναλυτές, σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση, δεδομένων των χτυπητών ανεπαρκειών των δύο συστημικών υποψηφίων, υπήρχαν οι δυνατότητες μια τρίτη υποψηφιότητα –είτε από τα αριστερά του συστήματος, είτε από το νεοφιλελεύθερο κέντρο– να αποκόμιζε ένα σεβαστό, ίσως και διψήφιο ποσοστό. Αυτό δεν διαφαίνεται ωστόσο ότι θα συμβεί, επειδή ένα πέπλο ένοχης αποσιώπησης απλώνεται διαχρονικά πάνω από τους «αφανείς υποψηφίους».
Ορέστης Σταμόπουλος
«Ποτέ δεν είναι αργά να κάνεις το σωστό»
Με αυτό το σύνθημα κατεβαίνει ως ανεξάρτητος υποψήφιος για το προεδρικό αξίωμα ο Ρεπουμπλικάνος Έβαν Μακ Μάλιν. Χάρη στο εκλογικό σύστημα που έχει φτιαχτεί έτσι ώστε να παρεμποδίζει ανεξάρτητες υποψηφιότητες, ο Μακ Μάλιν θα ανταγωνιστεί την Κλίντον και τον Τραμπ σε μόλις 13 πολιτείες. Το «πρόβλημα» είναι ότι τουλάχιστον σε μία από αυτές, τη Γιούτα, μπορεί να έρθει πρώτος – κι έτσι να εμποδίσει τη συγκέντρωση του απαραίτητου αριθμού εκλεκτόρων από όποιον κερδίσει σε επίπεδο ΗΠΑ! Άλλη μία «αφανής» υποψηφιότητα η οποία δείχνει τις δυνατότητες που υπήρχαν και απεμπόλησε μεταξύ άλλων και ο Σάντερς, όταν αποφάσισε να στοιχηθεί πίσω από την Κλίντον. Σε αντίθεση με τον Σάντερς, όμως, ο Μακ Μάλιν δεν αποκλείεται το βράδυ των εκλογών να συζητιέται σε όλο τον κόσμο: το Σύνταγμα των ΗΠΑ ορίζει ότι εάν ο νικητής δεν διαθέτει 270 εκλέκτορες, τον πρόεδρο των ΗΠΑ τον ορίζει το Κογκρέσο – το οποίο δικαιούται να επιλέξει και τον τρίτο κατά σειρά υποψήφιο!