Αττική

1

Βράχια, βράχια κι ο γιαλός.
Ψαράδες, να μαντάρουνε τα δίχτυα τους
Στις σκιές ψηλών σπιτιών
Κλειστών απ’ τον καιρό που πέθαναν οι καπετάνιοι.
Το Γαλαξίδι έχει βουβαθεί
Το προσπέρασε το εμπόριο των ελιών.

Στην Ιτέα τώρα
Τα τεράστια βαρέλια είναι γεμάτα
Τα καράβια είναι φορτωμένα ξένους.
Κ’ οι ψαράδες της Ιτέας να κάθονται
Στη σκιά μικρών σπιτιών
Μαντάροντας τα δίχτυα τους.

 

Διαδήλωση στην Αθήνα

Δακρυγόνα, ρόπαλα στραμμένα
Πάνω σε γέρους σε γυναίκες.
Σ’ αυτούς που επέζησαν μπορεί
Προμάχοι κάποτε των αμπελιών αυτών
Τότε που είχαν κυκλώσει τους τριακόσιους
Και τους μαντρίσαν στα σφαγεία
Το θάνατο να εκδικηθούν ενός στρατιώτη.

Και οι Τουρίστες τώρα:
Καφενείο εδώ, ένα μαγαζί,
Κιλίμια απ’ την Αράχοβα,
Θυμητικά από τόπους που δεν είδαν
΄Η τους πέρασαν στα τυφλά
Και έργα τέχνης-πάμπολα-
Μες της φωτογραφικής τη μήτρα
Αγέννητα, ακαθάριστα,
Με οδηγούς βιβλία που τους πετούν
Από τα σταυροδρόμια του Οιδίποδα
Μέχρι τον Όσιο Λουκά
Χωρίς να πούμε ή να ονοματίσουμε τους άλλους.

Γι’ αυτό και τις εικόνες μας τις μεταφέραμε
Σ’ έναν απλό ναό
Αφήνοντάς τους τον καθεδρικό
Τώρα ελεύθερο και αδειανό
Μέχρι να φτάσει το επόμενο λεωφορείο
Με τα κλικ από τις κάμερες, το βουητό
Όχι από μέλισσες μα από φωνές
Που διαμαρτύρονται για δρόμους και ξενοδοχεία.

Προσευχήσου γι’ αυτούς
Προσευχήσου για όσα μάτια τρεμοπαίζουν
Σ’ άτερμα μάτια μπροστά,
Έκθαμβα όπως όλων μας.
Το τάβανι αυτό θα καταρρεύσει
Παρά το στήριγμα ή το μπάλωμά μας.
Είθε να υπάρχουν μάτια εδώ να τρεμοπαίζουν
Αντίκρυ στον ήλιο
Και να μένουν έκθαμβα
Χέρια που να ποτίζουνε λαχανικά
Που να φροντίζουνε τις μέλισσες.

Μετάφραση: Γιώργος Ζ. Χριστοδουλίδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!