Μετά την Ήττα
Υστερ’ απ’ την πανωλεθρία των Αθηναίων
στους Αιγός Ποταμούς,
και λίγο αργότερα
μετά την τελική μας ήττα,
– πάνε ποια οι ελεύθερες κουβέντες μας,
πάει κι η Περίκλεια αίγλη, η άνθηση των Τεχνών,
τα Γυμναστήρια και τα Συμπόσια των σοφών μας.
Τώρα βαριά σιωπή στην Αγορά και κατήφεια,
κι η ασυδοσία των Τριάντα Τυράννων.
Τα πάντα (και τα πιο δικά μας) γίνονται ερήμην μας,
χωρίς καθόλου τη δυνατότητα μιας κάποιας προσφυγής,
μιας υπεράσπισης ή απολογίας,
μιας έστω τυπικής διαμαρτυρίας.
Στη φωτιά τα χαρτιά και τα βιβλία μας
κι η τιμή της πατρίδας στα σκουπίδια.
Κι αν γινόταν ποτέ να μας επέτρεπαν
να φέρουμε για μάρτυρα κάποιον παλιό μας φίλο,
αυτός δε θα δεχόταν από φόβο
μήπως πάθει τα δικά μας –με το δίκιο του ο άνθρωπος.
Γι’ αυτό καλά είναι εδώ,
–μπορεί και ν’ αποχτήσουμε μια νέα επαφή με τη φύση
κοιτώντας πίσω από το σύρμα ένα κομμάτι θάλασσα,
τις πέτρες, τα χορτάρια,
ή κάποιο σύννεφο στο λιόγερμα, βαθύ βιολετί συγκινημένο.
Κι ίσως μια μέρα να βρεθεί ένας νέος Κίμωνας,
μυστικά οδηγημένος από τον ίδιο αϊτό,
να σκάψει και να βρει τη σιδερένια αιχμή απ’ το δόρυ μας,
σκουριασμένη, λιωμένη κι αυτήν,
και να την κουβαλήσει επίσημα
σε πένθιμη ή δοξαστική πομπή,
με μουσική και στεφάνια στην Αθήνα.
Το διαζευκτικόν « Ή»
… ο δ’ έβραχε χάλκεος Άρης,
οσσόν τ’ εννεάχιλοι επίαχον ή δεκάχιλοι
ανέρες εν πολέμω…
Ιλιάδα Ε 859-861
Όταν το δόρυ του Διομήδη, οδηγημένο απ’ της θεάς το χέρι,
μπήχτηκε στα πλευρά τ’ άγριου θεού, του κρανοφόρου,
ο Άρης τότε τέτοια βρυχήθηκε ιαχή
που κατατρόμαξαν Αχαιοί και Τρώες,
γιατί ’ταν (λέει ο Ποιητής) σάμπως να αλάλαζαν
εννέα ή δέκα χιλιάδες πολεμόχαροι πολεμιστές μαζί.
Ω, αυτό το «ή»
έκφραση περιπαιχτικής κι ευγενικής ταυτόχρονα ακριβολογίας,
αμφίθυμο χαμόγελο μιας αμετάδοτης κι αμέτοχης σοφίας
που στρέφει σκωπτικά προς τον εαυτό της και τους άλλους
γνωρίζοντας καλά πως ακατόρθωτη είναι
η ακρίβεια, πως ακρίβεια δεν υπάρχει,
(γι’ αυτό κι ασυχώρετοτο ύφος το πομπικό της βεβαιότητας, –ο θεός να μας φυλάει).
«Ή», διαζευκτικό, σεμνή συνέπεια
στο μυστήριο της αοριστίας,
βαθιά ανταπόκριση
στην πολλαπλότητα ουσιών και φαινομένων
μ’ εσένανε βολεύουμε κι εμείς τις δυσκολίες
του βίου και του ονείρου,
τις τόσες αποχρώσεις κι εκδοχές του μαύρου
έως το αόρατο άσπρο.