Την περασμένη Κυριακή ο Γιάννης Βαληνάκης, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών (2004-2009), σε συνέντευξή του στον Πάρι Καρβουνόπουλο (www.militaire.gr) μίλησε για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στο φόντο του «διαλόγου» που ξεκίνησε στην Κωνσταντινούπολη, κι ενώ το καθεστώς Ερντογάν έχει φτάσει σε παροξυσμό απειλών και παραβιάσεων. Ο πρώην υφυπουργός μεταξύ άλλων επισημαίνει την απουσία διεκδικητικής και αποτρεπτικής στρατηγικής, ορίζει τι σημαίνει μια πραγματική συμμαχία, και αποκαλύπτει την ουσία των επιδιώξεων του Ερντογάν. Παραθέτουμε εδώ ορισμένα χαρακτηριστικά και διαφωτιστικά αποσπάσματα.
Έχω τοποθετηθεί αρνητικά ως προς την έναρξη των διερευνητικών επαφών για μια σειρά από λόγους. Οι διερευνητικές, δεν είναι πια διερευνητικές μετά από εξήντα γύρους. Νομίζω ότι ξέρουμε όλοι πολύ καλά τι περιλαμβάνει η τουρκική ατζέντα. Χάσαμε μια μεγάλη ευκαιρία, πρώτα τον Οκτώβριο και μετά τον Δεκέμβριο, να πιέσουμε μέσω των ευρωπαϊκών αποφάσεων την Τουρκία να δεχθεί έναν διάλογο, ο οποίος όμως δεν θα είναι χωρίς όρους, κανόνες και εγγυήσεις. Υπάρχουν τρόποι να εγκλωβίσεις την Τουρκία σε μια σειρά από προϋποθέσεις, που δεν είναι αυτές που επιθυμεί εκείνη, αλλά και από τις οποίες δεν θα μπορεί να ξεφύγει… Αλλά τώρα η Τουρκία καταθέτει τις απόψεις της, προκλητικότατες (γκρίζες ζώνες, Γαλάζια Πατρίδα, μειώστε τον εναέριο χώρο, αποστρατιωτικοποίηση των νησιών κ.ο.κ.), κι εσύ τι κάνεις; Απαντάς «δεν συμφωνώ, δεν αποδέχομαι»…
Ναι, αλλά στη διαπραγμάτευση δεν ξεκινάς από την κόκκινη γραμμή σου! Ξεκινάς με πιο προωθημένες θέσεις, έτσι ώστε να φτάσεις πολύ μακρύτερα απ’ την κόκκινη γραμμή σου. Θα πρέπει να έχεις αυτό που λέω «διεκδικητική στρατηγική». Δηλαδή: «Θέλουμε την εξομάλυνση με την Τουρκία, θέλουμε διάλογο, όμως αυτός ο διάλογος θα πρέπει να ’ναι ένας ευρωπαϊκού τύπου διάλογος, κι όχι διάλογος με το όπλο στον κρόταφο». Αλλιώς δεν έχει νόημα. Εκτός αν απλά προσπαθώ να κερδίσω χρόνο, που βεβαίως συνέβη πάρα πολλές φορές στο παρελθόν. Αλλά να κερδίσω χρόνο για να βελτιώσω τη διαπραγματευτική μου ή τη στρατηγική μου θέση, όχι απλώς να κερδίσω χρόνο, έτσι για να περνάει…
Εγκλωβισμός της Ελλάδας
Εμείς έχουμε εγκλωβιστεί σ’ αυτές τις διερευνητικές, και δεν είναι εύκολο να σηκωθούμε να φύγουμε επειδή μας προσβάλλει απρεπέστατα, αποκαλώντας μας πολύ μικρούς για να τα βάλουμε μ’ αυτήν την μεγάλη Τουρκία, λέγοντάς μας ότι το καθήκον μας είναι στην ουσία να συμφωνούμε με την Τουρκία σε ό,τι μας προτείνει. Γιατί αυτή είναι η πρόταση που μας κάνει ο κύριος Ερντογάν: ή συμφωνείτε μαζί μου και μπορούμε να συζητάμε τις λεπτομέρειες, ή απλά φύγετε από το τραπέζι κι από ’κεί και πέρα θα αναμετρηθούμε επί του πεδίου – στο οποίο πεδίο μην περιμένετε να κρυφτείτε στα φουστάνια της Ε.Ε., θα είστε μόνοι σας…
Βαριά λόγια, βαριά ρητορική, που δεν είναι εύκολο να απαντηθεί, αλλά πάντως δεν πιστεύω ότι μπορούμε κι εμείς κάθε φορά να απαντάμε με πολύ χαμηλούς τόνους, διότι αυτό ενθαρρύνει την άλλη πλευρά. Ψάχνει τα όριά σου, σε βολιδοσκοπεί, δεν βλέπει βαριές αντιδράσεις, οπότε είναι φυσικό κάθε φορά να κάνει κι ένα βήμα μπροστά, μικρό βήμα, καλά σχεδιασμένο. Ψάχνει την αντίσταση, δεν βλέπει αντίσταση, και προσθέτει κάθε φορά κι άλλο ένα. Αυτή είναι η ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων απ’ το ’73. Κάνει κάθε φορά ένα πολιτικό βήμα, κάνει απειλητικές δηλώσεις, δεν εισπράττει τέτοιες απαντήσεις ώστε να φοβηθεί, άρα φτάνουμε σωρευτικά σε μια πολύ μεγάλη αλλαγή συνθηκών, προβλημάτων, ζητημάτων που τίθενται σ’ αυτόν τον «διάλογο»…
Για την Κύπρο και την αποτροπή
Το τουρκικό σχέδιο είναι να φτιαχτεί ένα μόρφωμα το οποίο θα ακυρώσει την Κυπριακή Δημοκρατία… Το ερώτημα λοιπόν που πρέπει να τίθεται πάντα είναι: τι καλύτερο μας δίνει αυτό το σχέδιο σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση; Βεβαίως πρέπει να συνυπολογίσουμε και τα «αντίποινα» της Τουρκίας, και τον εκβιασμό ότι μπορεί ν’ αποσυρθεί η ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ, έτσι ώστε να μας αφήσουν μόνους μας σε ευθεία επαφή με τον κατοχικό στρατό, τον εκβιασμό για το Βαρώσι κ.λπ. Δεν βλέπουμε διέξοδο γιατί δεν έχουμε ετοιμάσει τα αντίμετρα τα δικά μας στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης διεκδικητικής στρατηγικής, που έχει δύο σκέλη: το ένα είναι οι διπλωματικοί χειρισμοί, το άλλο έχει να κάνει με την αποτροπή.
Πολλοί, ακόμα και στρατιωτικοί, δεν γνωρίζουν τη διαφορά αποτροπής και άμυνας, και δεν καταλαβαίνουν πώς λειτουργεί. Θα μπορούσα λοιπόν να πω ότι η αποτροπή στηρίζεται στην αξιοπιστία της απειλής, που έχει τρία στοιχεία: 1) Η απειλή σου είναι τεχνικά αξιόπιστη. Έχεις τις στρατιωτικές δυνάμεις και δυνατότητες να επιφέρεις πλήγμα στον αντίπαλό σου που θα είναι καταλυτικό. 2) Η αποφασιστικότητα την οποία επιδεικνύεις, η βούλησή σου να είναι η απειλή σου αξιόπιστη. Ότι θα υλοποιήσεις δηλαδή την απειλή σου αυτή εάν χρειαστεί. Όχι να τρέμεις. Να εκπέμπεις αποφασιστικότητα, ότι αυτά που λες τα εννοείς. 3) Πώς διαβάζει η Τουρκία τα μηνύματα τα αποτρεπτικά, που εσύ λες ότι είναι ισχυρά, και κάθε μέρα κομπάζουμε πόσο δυνατή είναι η αποτρεπτική μας ισχύς. Μέχρι τώρα δεν έχει πάρει καθόλου στα σοβαρά τον φόβο αντιποίνων τέτοιων που να την αποτρέψουν από στρατιωτικά σχέδια στην περιοχή.
Για τις συμμαχίες και τις επιδιώξεις του Ερντογάν
Ακούω ότι έχουμε υπογράψει συμμαχίες, διαβάζω συνεχώς για τριμερείς συναντήσεις, πενταμερείς, επταμερείς… Σίγουρα είναι πολύ θετικό η Ελλάδα να βγαίνει από το παραδοσιακό καβούκι της και να ανοίγεται διπλωματικά σε νέες συνεργασίες. Αλλά για μένα το ερώτημα είναι αν την κρίσιμη στιγμή όλες αυτές οι συμμαχίες θα είναι δίπλα μας. Αν θα είναι δίπλα μας εάν φτάσουμε στη θερμή σύγκρουση – γιατί δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι θα περιοριστούμε σε ένα επεισόδιο… Αποτρεπτικά τι σημαίνει η συμμαχία; Τι κάνει για μένα; Ωραίες είναι κι οι ασκήσεις στο Ιόνιο, προφανώς μπορεί να υπάρχει και μία επιχειρησιακή διάσταση που δεν τη γνωρίζω, ελεύθερος χώρος κ.ο.κ., αλλά μας ενδιαφέρει να περάσουμε τα πολιτικά μηνύματα: πριν από οποιαδήποτε σύγκρουση, πριν από οποιαδήποτε επίθεση τουρκική, πριν από οποιαδήποτε κρίση που θα διαχειριστεί η Τουρκία, πρέπει να ξέρει ότι κάποιος θα είναι κοντά μας στη δύσκολη στιγμή. Θέλω να πω, οι συμμαχίες πρέπει να έχουν νόημα, αποτρεπτικό αλλά και επιχειρησιακό.
Πιστεύω ότι ο Ερντογάν, προσωπικά ο ίδιος, αν φύγει θα δούμε τι θα τον διαδεχτεί, μας λέει καθαρά ότι δεν θέλει να αποδεχθεί τη Συνθήκη της Λωζάνης, κι ότι πρέπει να αλλάξει η βασική της δομή. Που είναι η εξής: κάθε ξηρά που βρίσκεται μακριά από 3 μίλια από την τουρκική ακτή, ανήκει στην Ελλάδα. Τέλος. Αυτή είναι η βασική αρχή την οποία πολεμάει. Γιατί καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να έχει μεγάλες απαιτήσεις στη θάλασσα, όσο κι αν προσπαθεί στα διάκενα των ελληνικών νησιών, εάν δεν αλλάξει αυτή η προϋπόθεση…
Μας λέει έπειτα για τις γκρίζες ζώνες: αμφισβητώ 150 νησιά, και κατοικημένα… Όταν είμαστε ρεαλιστές να τα σκεπτόμαστε όλα: όταν πας στο Διεθνές Δικαστήριο και του ζητάς να αποφασίσει για την εθνική σου κυριαρχία σε 150 βραχονησίδες, τις παίζεις στα ζάρια. Αν κάποιες από αυτές επιδικαστούν στην Τουρκία, σημαίνει αυτομάτως –το ξεχνάμε αυτό– και 6 μίλια τουλάχιστον γύρω τους. Για βάλτε κάτω τον χάρτη, να κάνετε μια άσκηση, πώς αλλάζει εντελώς ο χάρτης στο Αιγαίο αν δοθούν στην Τουρκία 10 απ’ αυτές τις βραχονησίδες. Ακόμα και στο δυτικό Αιγαίο μπορεί να ’χουμε προβλήματα!
Έχει κάνει τώρα και μια καινούρια θεωρία με το θέμα της αποστρατικοποίησης. Συνδέει την υποχρέωσή μας για αποστρατικοποίηση με την ίδια την απόκτηση των νησιών αυτών. Σου λέει, αν εσύ δεν σέβεσαι το τάδε άρθρο της συνθήκης παραχώρησης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, τότε δεν σέβομαι κι εγώ το περιεχόμενο της Συνθήκης, που λέει ότι τα Δωδεκάνησα παραχωρούνται στην Ελλάδα. Πάρα πολύ επικίνδυνο αυτό το επιχείρημα, για τους νομικούς είναι αν θέλετε εξωφρενικό, αλλά εξωφρενική είναι και η θεωρία των γκρίζων ζωνών, εξωφρενική είναι και η Γαλάζια Πατρίδα, εξωφρενικό ήταν και το μνημόνιο με τη Λιβύη…