Για τον αείμνηστο Ανδρέα Βαρίκα και τη συμβολή του στην ανάπτυξη των υποδομών του μπασκετικού Πανιώνιου, καταλληλότερος από μένα να μιλήσει θα ήταν ο Φάνης Χριστοδούλου που το πρωινό της 10ης Απρίλη του 1991 μαζί με τον αδερφό του Χρήστο, τον Γάσπαρη, τον Μποσγανά, τον Χουγκάζ και άλλους συμπαίκτες του, τον επισκέφθηκαν στην τελευταία και μόνιμη κατοικία του για να του ορκιστούν πως το ίδιο βράδυ, το Κύπελλο Ελλάδας θα ήταν στην «πλατεία».

Και πράγματι, το βράδυ στο ΣΕΦ, ο Πανιώνιος νίκησε τον πανίσχυρο τότε ΠΑΟΚ των Πρέλεβιτς, Μπάρλοου, Κόρφα και Φασούλα με 73-70 και κατέκτησε το πρώτο και μοναδικό, μέχρι σήμερα, τρόπαιο της μπασκετικής του ιστορίας.
Για τον Βύρωνα Κρίθαρη και τη συμβολή του στην ανάπτυξη του νικαιώτικου μπάσκετ καταλληλότερος από μένα να μιλήσει θα ήταν ο Παναγιώτης Γιαννάκης που τον είχε πρώτο προπονητή του. Θα μπορούσε να θυμηθεί πώς ο ακούραστος αυτός εργάτης του αθλήματος γύριζε τις παιδικές χαρές, τις αλάνες και τα σχολεία της Νίκαιας για να μαζεύει παιδάκια και να τα φέρνει στον Ιωνικό, δημιουργώντας ένα μικρό μπασκετικό θαύμα. (Μαθαίνω ότι πρόσφατα ο κύριος Βύρωνας είχε κάποια προβλήματα με τη Διοίκηση του κλειστού του Πλάτωνα. Μάλλον οι άνθρωποι εκεί δεν ξέρουν με ποιον έχουν να κάνουν…).
Για τον αείμνηστο Φαίδωνα Ματθαίου και τη συμβολή του στην ανάπτυξη του ελληνικού μπάσκετ καταλληλότερος από μένα να μιλήσει θα ήταν ο Κώστας Μουρούζης, ένας ακόμα πολύ σημαντικός άνθρωπος για το ελληνικό μπάσκετ, που μαζί με τον «πατριάρχη» Ματθαίου ήταν οι πρώτοι Έλληνες μπασκετμπολίστες που αγωνίστηκαν στο εξωτερικό (στη Βαρέζε ο Ματθαίου, στη Μπολόνια ο Μουρούζης) και επιστρέφοντας στην Ελλάδα προσπάθησαν να μεταφέρουν όσα θετικά συνάντησαν στην Ιταλία (από τις στολές jersey και τα διαφορετικής και καλύτερης σύνθεσης ταρτάν μέχρι τη μεθοδολογία προπόνησης).
Στα 40 χρόνια απ τα συνολικά 50 της ζωής μου που παρακολουθώ από κοντά το μπάσκετ, το άθλημα που λατρεύω (και για ένα μικρό διάστημα το υπηρέτησα και σαν έφορος των παιδικών ομάδων του Αστέρα Εξαρχείων χωρίς να είμαι γονιός), είχα την τύχη και την τιμή να γνωρίσω πολύ σημαντικούς ανθρώπους. Να μιλήσω μαζί τους, να δω πώς σκέφτονται και πώς δουλεύουν. Όμως, δυστυχώς για κάθε Βαρίκα, κάθε Κρίθαρη, κάθε Ματθαίου και αρκετούς ακόμα, αντιστοιχούν πολύ περισσότεροι κακοί παράγοντες, άνθρωποι με λανθασμένη νοοτροπία που δεν βοηθούν την ανάπτυξη του μπάσκετ και την καλλιέργεια του φιλάθλου πνεύματος.
Θεωρώ, λοιπόν, πως ως αριστερός έχω υποχρέωση να μιλώ και να κατακρίνω τέτοιες συμπεριφορές, γιατί νομίζω πως καθήκον της Αριστεράς δεν είναι απλά να ελέγχει το έργο της πολιτείας αλλά και των παραγόντων και να προτείνει και να αξιώνει συνεχώς θεσμούς που θα συμβάλλουν στον εκδημοκρατισμό των σωματείων και τον απόλυτο σεβασμό του κοινωνικού τους έργου.
Φαίνεται, δυστυχώς, πως αυτά τα πράγματα δεν είναι αυτονόητα και χρειάζεται να καταγράφονται κατά καιρούς προκειμένου να τα μαθαίνουν ή να τα ξαναθυμούνται και όσοι θεωρούν πως δεν θα πρέπει να αναφερόμαστε σε αυτά, γιατί κάτι τέτοιο σημαίνει πως δεν αγαπάμε, ή χειρότερα, μισούμε το μπάσκετ.
Στη ζωή μου, λοιπόν, γνώρισα παράγοντες που τον Αύγουστο έφτιαχναν παιδικές και εφηβικές ομάδες και τον Οκτώβριο τις διέλυαν αφού είχαν εισπράξει την επιχορήγηση του ΟΠΑΠ. Γνώρισα παράγοντες που δεν δίσταζαν να δηλώνουν πλαστά δελτία αθλητών σε αγώνες παιδικών και εφηβικών χρησιμοποιώντας παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας προκειμένου να κερδίζουν τους αγώνες και να «δοξάζονται»
Γνώρισα παράγοντες «χαζομπαμπάδες» που ασχολούνταν με τα σωματεία μόνο και μόνο για να «σπρώξουν» τα ατάλαντα παιδιά τους, δημιουργώντας προβλήματα στα υπόλοιπα.
Γνώρισα παράγοντες που στη δεκαετία ’85-’95, δεκαετία οικονομικής άνθησης του μπάσκετ, δεν αξιοποιούσαν παιδιά της περιοχής τους στις ομάδες τους, αλλά επιδίδονταν σε μεταγραφές βετεράνων για να κάνουν έναν κακώς εννοούμενο πρωταθλητισμό.
Γνώρισα παράγοντες που γέμιζαν τις κερκίδες των γηπέδων τους με στρατιές μεταφερόμενων χούλιγκανς από το ποδόσφαιρο, για να το μετατρέψουν σε «καυτή» έδρα, φόβο και τρόμο των αντιπάλων.
Γνώρισα παράγοντες που επιδίδονταν σε κοινωνικές σχέσεις και προχωρούσαν ακόμα και σε κουμπαριές με διαιτητές για να τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης από τη διαιτησία.
Γνώρισα μεγάλους και καταξιωμένους διαιτητές-παράγοντες που στην Α1 σφύριζαν υπέροχα, όταν όμως κατέβαιναν σε παρακάτω κατηγορίες, εκεί που τα φώτα της δημοσιότητας δεν ήταν στραμμένα επάνω τους, έκαναν διαιτητικά «εγκλήματα» που δεν συμβάδιζαν με την εμπειρία και την αξία τους.
Γνώρισα παράγοντες που «κρεμούσαν στο ταβάνι» τα δελτία αθλητών που δεν τους χρησιμοποιούσαν ούτε ήθελαν να τους μεταγράψουν και που αρνούνταν να τους αφήσουν ελεύθερους να πάνε σε κάποιο άλλο σωματείο για να αθληθούν.
Σε αυτά και σε άλλα πολλά που η οικονομία του χώρου δεν μου επιτρέπει να αναφερθώ, αξίζει τον κόπο να στρέψει την προσοχή της η Αριστερά και να αγωνίζεται για την εξάλειψή τους, καλώντας παράλληλα τον Έλληνα φίλαθλο, αθλητή και γονιό να αξιώνει την ενεργητική του συμμετοχή στη διοίκηση των σωματείων.

N. Καραμάνος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!