Δηλαδή τι; Περιμέναμε από την κυβέρνηση του Μητσοτάκη να κάνει την ανατροπή, να ξεστρατίσει από την πεπατημένη της οικογένειάς του -της μικρής και της μεγάλης- και να κάνει την έκπληξη; Και τώρα που δεν την έκανε, που πέφτει από τη μια γκάφα στην άλλη, κάνουμε κριτική; Του τη λέμε που ενώ τους πρώτους μήνες χειρίστηκε πολύ καλά την κατάσταση με την πανδημία, τώρα έχει χάσει την μπάλα;
Μα είναι δυνατόν να πέφτουμε από τα σύννεφα από μια παράταξη, από μια ηγεσία που γνωρίζουμε αναντάμ παπαντάμ που η πορεία και οι αποφάσεις της είναι προδιαγεγραμμένες και προσυμφωνημένες; Και καλά να κάνει κριτική ο ΣΥΡΙΖΑ που εμφανίστηκε με νέο -και πολλά υποσχόμενο- σήμα στη ΔΕΘ. Αυτός έχει τους λόγους του. Είναι θέμα γοήτρου, σου λέει. «Ξέρετε τι θα κάναμε εμείς στην πανδημία;», «Ξέρετε τι θα κάναμε εμείς στη Μόρια;», «Ξέρετε τι θα κάναμε εμείς με τους πλειστηριασμούς;», «Ξέρετε τι θα κάναμε εμείς με τον Ερντογάν;». Εκείνη η αυτοπεποίθηση και η σιγουριά στο μάτι του Τσίπρα που είχε τον απόλυτο έλεγχο σε όλα τα θέματα και με μια κίνηση έκανε ρουά ματ-όλα τα σφάζω όλα τα μαχαιρώνω, με τρελαίνει πραγματικά. Πώς γίνεται όσοι κυβερνούν να νομίζουν πως πίνουμε το νερό της λησμονιάς και να εμφανίζονται, θρασύτατοι, ως εφευρέτες του τροχού, είναι φαινόμενο κοινωνιολογικής έρευνας, τελικά.
Όμως, εδώ έχουμε να κάνουμε με δύο παρατάξεις που έχουν βεβαρημένο παρελθόν και συνεχίζουν να διεκδικούν το μέλλον με τις ίδιες ακριβώς προδιαγραφές και προσομοιώσεις. Ελπίζουμε σε καλύτερες μέρες με έναν από τους δύο στην κυβέρνηση; Θεωρούμε πως κάποιο κόμμα δικαιούται κι άλλης ευκαιρίας για να αναδείξει τα προσόντα του; Εάν όχι, ας σταματήσουμε να αναλωνόμαστε σε άσκοπες συγκρίσεις και ανούσιες αναλύσεις· ας ανασκουμπωθούμε κι ας αναζητήσουμε τη λύση έξω από το δεδομένο πλαίσιο εξουσίας.