«Οι πολίτες είδαν το εισόδημά τους να μεγαλώνει. Την ανεργία να πέφτει. Επιχειρηματικούς γίγαντες να εμπιστεύονται την οικονομία μας. Μεγάλα έργα να προχωρούν. Και την Ελλάδα να πρωταγωνιστεί πια διεθνώς με ισχυρές συμμαχίες, θωρακισμένα τα σύνορά της και χαλύβδινη την άμυνά της».
Αυτά ανέβασε στο διαδίκτυο ο αποκομμένος από την πραγματικότητα πρωθυπουργός μιας άλλης μάλλον χώρας, κι όλοι κοιταχτήκαμε μεταξύ μας, συνειδητοποιώντας ότι κάτι σοβαρό συμβαίνει σ’ αυτόν τον δυστυχή άνθρωπο. Ίσως κάποιο περίεργο αυτοάνοσο, ή ένα vertigo από το σοκ της ταχύτητας που ανέπτυξε η υπερταχεία της ανάπτυξης. Ίσως πάλι τα συνεχόμενα ταξίδια να του δημιούργησαν μια σύγχυση όσον αφορά τι εθνικότητος είναι και ποια αυτοκρατορία διοικεί.
Δυστυχώς, η αλήθεια είναι ότι δεν του συμβαίνει τίποτα. Ξέρει καλά σε ποιο ακροατήριο απευθύνεται. Ξέρει πολύ καλά ότι απέναντι του υπάρχει ένα υπερσυντηρητικό προβατοποιημένο κοινό, που ό,τι κι αν τους πει θα το πιστέψουν. Ακόμα κι αν τους πει ότι η γη σταμάτησε να γυρίζει, θα σταματήσουν κι αυτοί να περπατάνε για μην πέσουν στο κενό!
Στην επόμενη ηλεκτρονική ανάρτησή του, ο πρωθυπουργός, θέλοντας να δείξει το «κοινωνικό» πρόσωπό του, βγάζει ένα τουίτ υπεράσπισης της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, ως τρέντι αλληλέγγυος με μια πατρική εσάνς: νουθετεί γονείς και περίγυρο, να μην αφήσουν αυτούς τους ανθρώπους ανυπεράσπιστους, λες κι οι κυβερνώντες έκαναν κάτι 3 χρόνια τώρα γι’ αυτούς – εκτός του να κρυφογελάνε κάτω από τα μουστάκια τους για τις «κακές αδελφές»!
Κι ενώ προσπαθούσα να τελειώσω αυτό το άρθρο και δεν μπορούσα, ξαφνικά είδα, όσο μπόρεσα βέβαια πριν πνιγώ από τα σάλια του γλειψίματος, την ομιλία του στο αμερικάνικο Κογκρέσο. Μνημείο δουλικότητας: μπορούμε να φιλήσουμε περισσότερες κατουρημένες ποδιές από τον οποιονδήποτε, μπορούμε να γίνουμε το χαλάκι της εξώπορτας για να σκουπίσετε τις λασπωμένες αρβύλες σας, μπορούμε να γίνουμε το χαρτί υγείας στην τουαλέτα σας. Αυτό δεν ήταν ομιλία. Ήταν αιτία γαστρεντερίτιδας για όποιον φυσιολογικό άνθρωπο την παρακολουθούσε. Η αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις και η κυρία που ήταν δίπλα της αλληλοκοιτάζονταν και δεν πίστευαν αυτά που άκουγαν. Δεν πιστεύω να είχαν ξανακούσει πιο Αμερικανό πατριώτη…
Νομίζω όμως ότι εκεί που ξεπέρασε τον εαυτό του ήταν στον παραλληλισμό της πολιορκίας του Μεσολογγίου με το εργοστάσιο της Αζοφστάλ στη Μαριούπολη – χωρίς να πηγαίνει πίσω και η διαβεβαίωση του πρωθυπουργού μας ότι «μια βόλτα γύρω από το μνημείο του Λίνκολν είναι εφάμιλλη με μια βόλτα γύρω από τον Παρθενώνα»! Χειροκροτούμενος επανειλημμένα, είπε: «Τόσο χειροκρότημα ούτε στο ελληνικό κοινοβούλιο δεν έχω εισπράξει»…
Αλλά, καθώς έλεγε ο Κώστας Βάρναλης: «Ο λαός μας μετά την περίφημη Απελευθέρωση, βουβάθηκε και κοκάλωσε. Δεν τραγουδά και δε χορεύει. Γιατί δε γλεντά. Και δε γλεντά, γιατί τον τσάκισε η ευημερία».
Όχι άλλη ευημερία!