του Γιώργου Τάττη
Εάν κάτι αποτελεί είδηση για την κυπριακή κοινωνία, δεν είναι τόσο τα σκάνδαλα που αποκάλυψε το Al Jazeera, αλλά αυτό που ακολούθησε μετά. Μια κατακερματισμένη κοινωνία, η οποία παρά τα τόσα προβλήματα που την ταλανίζουν και την ταυτόχρονη υπεραύξηση των περιστατικών κορωνοϊού, βγήκε στους δρόμους, απαίτησε κάθαρση και νέμεση. Να παραιτηθούν όσοι εγκλιμάτισαν εις βάρος του λαού και της αξιοπρέπειάς του
Έτσι, σε μια από τις λίγες παρόμοιες περιπτώσεις, ο Πρόεδρος της Βουλής, Δημήτρης Συλλούρης, αναγκάστηκε σε παραίτηση, αφήνοντας στην ιστορία το ρυπαρό του μειδίαμα όταν εν γνώση του παραβίαζε τον νόμο, τάσσοντας εύνοιες σε «εγκληματίες ξένους επενδυτές», εκμεταλλευόμενος το αξίωμά του. Σε παραίτηση εξαναγκάστηκε και ο μεγαλοεργολάβος, βουλευτής και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΑΚΕΛ, Χριστάκης Τζιοβάνης, αφήνοντας το κόμμα να προσπαθεί να σώσει ό,τι απέμεινε από την ήδη έκπτωτη εικόνα του.
Ομολογουμένως, υπήρξαν κι άλλα περιστατικά στα οποία η κυπριακή κοινωνία στάθηκε σθεναρά στο ύψος των περιστάσεων. Συνήθως, τα αντανακλαστικά ήταν καλύτερα σε ό,τι αφορά το εθνικό ζήτημα (βλ. Σχέδιο Ανάν). Μετά όμως από την θανατηφόρα έκρηξη στο Μαρί, την οικονομική κρίση και τα μνημόνια, ξεκίνησε σταδιακά μια δημόσια συζήτηση που ενέπλεκε και τα ζητήματα της διαφθοράς, του περιβάλλοντος και του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, όλα άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους.
Η προοπτική του κινήματος: Προσκόμματα και δυνατότητες
Σε κινηματικό επίπεδο, το ζήτημα πάντα προέκυπτε στο «μετά», στην περαιτέρω διαχείριση της λαϊκής αγανάκτησης. Οι άγαρμπες προσπάθειες έκφρασης της κυπριακής κοινωνίας, τύγχαναν εκμετάλλευσης πάντοτε από τα δύο μεγάλα κόμματα, αλλά και από άλλους καλοθελητές, εκτονώνοντας τις αντιδράσεις με τρόπο παραγωγικό για την εξουσία, ενισχύοντας τα υφιστάμενα ιδεολογικοπολιτικά μανιχαϊστικά δίπολα. Έτσι, η έκρηξη στο Μαρί βρήκε ενισχυμένο τον Δημοκρατικό Συναγερμό, με το ΑΚΕΛ να κρατιέται με ρητορείες «πόλωσης» προς τους αγανακτισμένους ψηφοφόρους του (βλ. προσπάθεια ηρωοποίησης Χριστόφια).
Ο λεγόμενος «ενδιάμεσός χώρος», εγκλωβισμένος σε ιδεολογικές εμμονές, σε παρωχημένες και παλαικομματικές νοοτροπίες, παρουσιάστηκε ανίκανος να οραματιστεί και να θέσει τους πυλώνες για ένα ρωμαλέο αντικατοχικό και κοινωνικό κίνημα. Φυσικά, η εμπλοκή και των μικρότερων κομμάτων στις «δομές εξουσίας», δεν του επέτρεψε να διαχωρίσει την θέση του και να πάρει τα ηνία. Χαρακτηριστική είναι και πρόσφατη έρευνα, με στοιχεία για τα τελευταία πέντε χρόνια, όπου η εμπιστοσύνη των πολιτών για τα κόμματα και τους πολιτικούς κυμαίνεται από το 2,1 μέχρι το 3,2 από τα 10.
Φυσικά, αυτό που έμεινε από την κινηματική ιστορία των τελευταίων χρόνων είναι η «μαγιά», μια πρώτη ύλη η οποία, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να αυτονομήσει ένα ευρύτερο λαϊκό ρεύμα που εισάγει στη δημόσια συζήτηση θεματικές που ξεφεύγουν από την πεπατημένη, μιας Κύπρου των «επενδύσεων», των «πολυεθνικών», όπου ο κάθε δολοπλόκος δικηγορίσκος στα μάτια του κόσμου θεωρείται «αλάνι».
Μια σκανδαλώδης προσπάθεια αποσιώπησης
Στην παρούσα συγκυρία, αυτό που συνέβη, διαπερνούσε ξεκάθαρα κι από κοινού, τόσο τα δύο μεγάλα κόμματα, όσο και τις λοιπές παραφυάδες τους. Αφενός, φάνηκε η κάκιστη κυβερνητική διαχείριση που πάσχισε δήθεν να βρει «δικλείδες ασφαλείας» σώζοντας το «πολύτιμο για την οικονομία επενδυτικό πρόγραμμα». Που αμέσως μετά το ρεπορτάζ και το αποκαλυπτικό βίντεο, αυτοαναιρέθηκε ακυρώνοντας το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα (ΚΕΠ).
Δεν μπορούν φυσικά να αποσιωπηθούν και τα πρόσφατα «ρεζιλίκια» της Βουλής, σε σχέση με τις τροποποιήσεις νομοσχεδίων για το έλεγχο του «πόθεν έσχες», αλλά και την αστεία και συνάμα οργιώδη αντίφαση που υπέπεσαν όλοι οι βουλευτές. Ενώ η Ολομέλεια της Βουλής υπερψήφισε τη δημοσιοποίηση της περιβόητης «Λίστας Γιωρκάτζη» που περιείχε τις τραπεζικές συναλλαγές των Πολιτικά Εκτεθειμένων Προσώπων, κανείς δεν βρέθηκε να τη δημοσιοποιήσει. Προηγήθηκε φυσικά η συντονισμένη προσπάθεια αποδόμησής της, αλλά και ένα σωρό από νομικίστικες δικαιολογίες που ενέπαιζαν την υπόληψη ενός ολόκληρου λαού.
Σε ένα τρίτο επίπεδο, περιόρισαν τους όρους εντολής της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, η οποία σημειωτέων, χαίρει εκτίμησης από την πλειοψηφία της κυπριακής κοινωνίας, με τον δείκτη να ξεπερνάει και το 7 από τα 10 στην αντίστοιχη προαναφερθείσα έρευνα. Δεν μπορούσε φυσικά να αφεθεί ο Γενικός Ελεγκτής, Οδυσσέας Μιχαηλίδης, με την ομάδα του, να μπαίνει στις κοινοβουλευτικές επιτροπές κουνώντας τις έρευνες στα μούτρα των αιρετών και των εμπλεκομένων δημοσίων λειτουργών. Μόλις μερικές μέρες πριν, εξάλλου, δημοσιοποιήθηκε και η έκθεση με τις εξίσου σκανδαλώδεις αποφάσεις του υπουργείου Υγείας και άλλων κρατικών υπηρεσιών εν καιρώ πανδημίας, με απευθείας αναθέσεις έργων και τεστ σε εταιρείες πρώην υπουργών κ.ο.κ.
Έτσι, 10 ημέρες πριν το υπουργείο Εσωτερικών αποφάσισε ότι δεν έχει κανένα λόγο να παραθέσει τους φακέλους με τα στοιχεία των πολιτογραφήσεων στην Ελεγκτική Υπηρεσία, αφού προηγήθηκε ο έλεγχος μερικών μόνο φακέλων με ακράδαντα ευρήματα για τις παθογένειες του ΚΕΠ που άνοιγαν «κερκόπορτες σε εγκληματίες».
ΑΚΕΛ: Ο Δούρειος Ίππος της διαφθοράς
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, καταδείχθηκε ξεκάθαρα, επιτέλους, ο ρόλος του ΑΚΕΛ. Περιστατικά εμπλοκής κομματικών αξιωματούχων σε σκάνδαλα υπήρξαν και στο παρελθόν, με το ΑΚΕΛ να ξεμπερδεύει πάντοτε δια της πλαγίας. Η εικόνα όμως ενός ιστορικού στελέχους του ΑΚΕΛ, γνωστού για τις «επιχειρηματικές του ενέργειες», θα σημαδεύει πάντα τα στελέχη της Εζεκία Παπαϊωάννου. Δύσκολα μπορεί να χάψει κανείς, ότι «κανείς δεν γνώριζε», με τις αισχρές προσπάθειες των υψηλά ιστάμενων του κόμματος να αποπροσανατολίσουν και να αναδειχθούν πάλι ως πρωτοπόροι στην κοινωνική αμφισβήτηση, να πέφτουν στο κενό και να τους καθιστούν πραγματικά γραφικούς.
Αυτό όμως που μπορεί να πετύχουν, είναι να λειτουργήσουν και πάλι ως πλυντήριο της αντίδρασης, αποσυντονίζοντας μια ενδεχόμενη οργανωμένη και συστηματική απαίτηση του λαού για αλλαγή. Χαρακτηριστική είναι και η πρόταξη ενός βουλευτή του ΑΚΕΛ για νέου Προέδρου της Βουλής, από την πλειοψηφία των κομμάτων. Διερωτήθηκε ο γ.γ. Άντρος Κυπριανού σε ραδιοφωνικές του δηλώσεις, γιατί δεν υπήρξε η ίδια αντίδραση όταν φανερώθηκε η εμπλοκή του Αρχιεπισκόπου, αλλά και του Αναστασιάδη σε περιπτώσεις διαβατηρίων, έναντι «δωρεών». Η απάντηση είναι απλή: Γιατί αυτοί που προσπάθησαν να μονοπωλήσουν την αντίδραση, στην αντίληψη του λαού είναι εξίσου διεφθαρμένοι. Κι αυτοί που ξεπετάγονται ως το «καινούργιο και το άφθαρτο» κατά καιρούς, αποτελούν τις τελευταίες απέλπιδες προσπάθειες επιβίωσης του παλαιού που η συγκυρία το οδηγεί στην αφάνεια.
Θα ζήσουμε επιτέλους αφέντες στον τόπο μας;
Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η κυπριακή κοινωνία θα βρει τον δρόμο της. Όχι γιατί είναι ο περιούσιος λαός, αλλά γιατί θα έρθει η ώρα να αναμετρηθούμε εκ νέου με την ιστορία. Αυτή την ώρα που μιλούμε, εντοπίζονται τριψήφια νούμερα νεών συνανθρώπων μας που νοσούν από τον κορωνοϊό, η διαφθορά αποκαλύπτεται, στα κατεχόμενα εδάφη μας «εκλέγουν Πρόεδρο» με απευθείας συντονισμό της Τουρκίας, η περίκλειστη πόλη των Βαρωσίων ανοίγει σταδιακά, ενώ ακόμη αναμένονται οι περιβόητες κυρώσεις έναντι της Τουρκίας για τις διαρκείς έκνομες ενέργειές της σε Κύπρο και Ελλάδα. Οι επιπτώσεις των μη κυρώσεων με παράλληλες απειλές για το μέλλον, ήδη διαφάνηκαν με τη νέα κάθοδο του Όρους Ρέις και όχι μόνο.
Το αίτημα για μια πραγματικά ανεξάρτητη οικονομία παραμένει. Ήδη ξεκίνησαν οι νέες συζητήσεις για το νέο ΚΕΠ, με τις πρώτες δηλώσεις να μην φανερώνουν καμία πραγματική αλλαγή στο ύφος και στην φιλοσοφία, αλλά σε «δικλείδες ασφαλείας». Η παραγωγική ανασυγκρότηση, η μεταποίηση, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειες παραμένουν σε δεύτερη μοίρα. Προηγούνται οι εγκληματικοί πύργοι και οι ισοπεδώσεις των ακτών.