Άδειες βιτρίνες, νεκροί δρόμοι, βρώμικα τζάμια, χαμένοι κόσμοι… Μικρομεσαίες ελπίδες που χάθηκαν και σκόρπισαν, εργαστήρια που άδειασαν, χτύποι μαστόρων που σιώπησαν…
Κρεμασμένα κάποτε στην πρόσοψη χειροτεχνήματα, τουριστικά τσολιαδάκια που μαζεύτηκαν και έμειναν στους τοίχους μόνο οι σκιές τους.
Πραμάτειες απούλητες που τις τρώει ο χρόνος…
Κι εσύ επιμένεις ακόμα να περιμένεις πελάτη και κράζεις φίλο να σπάσει η μοναξιά σου…
Κρεμασμένα κάποτε στην πρόσοψη χειροτεχνήματα, τουριστικά τσολιαδάκια που μαζεύτηκαν και έμειναν στους τοίχους μόνο οι σκιές τους.
Πραμάτειες απούλητες που τις τρώει ο χρόνος…
Κι εσύ επιμένεις ακόμα να περιμένεις πελάτη και κράζεις φίλο να σπάσει η μοναξιά σου…
Καφές και τσιγάρο μαζί του, να πάρεις κουράγιο και ελπίδα πως ίσως αύριο θα ξεκινήσει και πάλι το αλισβερίσι, πως η αγορά θα ξυπνήσει, η πιάτσα θα ζεστάνει…
Μάταια όμως, τα λουκέτα πληθαίνουν, οι πλειστηριασμοί αυγαταίνουν οι Σάυλωκ όλο περισσότερο θα σε γδέρνουν…
Μετρούν οι τράπεζες τα κέρδη τους, οι τόκοι, τα γραμμάτια, επιταγές απλήρωτες τρέχουν…
Καταστήματα άδεια, κιβώτια κενά, ανοικτά, πεταμένα, που κάποτε είχαν μέσα στοιβαγμένες ελπίδες για δουλειές με φούντες, τώρα έμειναν ξεβράκωτες και σπασμένες οι κούκλες στις μαύρες βιτρίνες…
Κομμένο το ρεύμα, απλήρωτο νοίκι, σφραγίδα στην πόρτα πτώχευσης νότα…
Σε χάιδευαν όλοι και από τα μπαλκόνια σε ονομάτιζαν ψυχή της Ελλάδας, ραχοκοκαλιά της οικονομίας, λογική της χώρας και του έθνους ελπίδα…
Στη χωματερή σε ρίχνουν, εμποράκο μου, τώρα, αντάμα με τον υπάλληλο που απέλυσες προχθές, μα χαμπάρι δεν πήρες… Τώρα το σύστημα, η τρόικα και οι ντόπιοι πράσινοι υπάλληλοί τους απολύουνε κι εσένα, φιλαράκο μου, στον Καιάδα του συστήματος σε ρίχνουν…
Όμως νομίζεις πως ακόμα είσαι του συστήματος ο εκλεκτός… Σε φτύνουν κατάμουτρα όλοι αυτοί, που παίρνουν με τη σειρά το λόγο και μιλούν για ανίκανους Έλληνες, όπως τις προάλλες ο πρόεδρος του ΣΕΒ, μα συ νομίζεις πως βρέχει!
Από το πρωί φωνάζουν τα λαμόγια τους σε τηλεκάναλα, σε στρογγυλά και σε τετράγωνα τραπέζια πως εσύ κατάντησες το σύστημα στα χάλια που σήμερα έχει…
Εσύ ο φοροκλέπτης και ο φοροφυγάς, εσύ και ο εισφοροκλέπτης και ο εισφοροφυγάς…
Εσύ λένε τίναξες την μπάνκα στον αέρα, μα ακόμα ελπίζεις και περιμένεις, και το χειρότερο είναι πως τους υπομένεις…
Ακουμπάς ακόμα επάνω στους «σωτήρες» τους κλεφταράδες, της πολιτικής τους επιβήτορες, λες και δεν έμαθες και δεν έπαθες ακόμα και τώρα που είσαι στο παρά πέντε πριν τον γκρεμό…
Στη δική σου ιστορία βλέπω το τέλος αν όχι όλων σας μα των περισσοτέρων…
Τραγωδία που παίζεται στις άδειες προθήκες, στα γκρεμισμένα ράφια, στα σπασμένα έπιπλα, στα κατεβασμένα ρολά…
Τραγωδία χωρίς καν ταμείο ανεργίας με πόρτα φυλακής ορθάνοιχτη για τους πολλούς και τους ακάλυπτους, δίχως ασφάλιση και σύνταξη ούτε ακόμα και στα… ογδόντα!
Δρόμοι ολόκληροι με κλειστές τις πόρτες, με λουκέτα ατελείωτα, απόλυτη σιωπή και ερημιά… Ένα απέραντο νεκροταφείο τώρα ο δρόμος.
Τι περιμένεις, εμποράκο, βγες έξω, λοιπόν, η διαδήλωση ξεκινάει, πάρε θέση επιτέλους δίπλα από τον απολυμένο υπάλληλό σου, κατάλαβε επιτέλους πως δεν διαφέρεις καθόλου από αυτόν.
Μάταια όμως, τα λουκέτα πληθαίνουν, οι πλειστηριασμοί αυγαταίνουν οι Σάυλωκ όλο περισσότερο θα σε γδέρνουν…
Μετρούν οι τράπεζες τα κέρδη τους, οι τόκοι, τα γραμμάτια, επιταγές απλήρωτες τρέχουν…
Καταστήματα άδεια, κιβώτια κενά, ανοικτά, πεταμένα, που κάποτε είχαν μέσα στοιβαγμένες ελπίδες για δουλειές με φούντες, τώρα έμειναν ξεβράκωτες και σπασμένες οι κούκλες στις μαύρες βιτρίνες…
Κομμένο το ρεύμα, απλήρωτο νοίκι, σφραγίδα στην πόρτα πτώχευσης νότα…
Σε χάιδευαν όλοι και από τα μπαλκόνια σε ονομάτιζαν ψυχή της Ελλάδας, ραχοκοκαλιά της οικονομίας, λογική της χώρας και του έθνους ελπίδα…
Στη χωματερή σε ρίχνουν, εμποράκο μου, τώρα, αντάμα με τον υπάλληλο που απέλυσες προχθές, μα χαμπάρι δεν πήρες… Τώρα το σύστημα, η τρόικα και οι ντόπιοι πράσινοι υπάλληλοί τους απολύουνε κι εσένα, φιλαράκο μου, στον Καιάδα του συστήματος σε ρίχνουν…
Όμως νομίζεις πως ακόμα είσαι του συστήματος ο εκλεκτός… Σε φτύνουν κατάμουτρα όλοι αυτοί, που παίρνουν με τη σειρά το λόγο και μιλούν για ανίκανους Έλληνες, όπως τις προάλλες ο πρόεδρος του ΣΕΒ, μα συ νομίζεις πως βρέχει!
Από το πρωί φωνάζουν τα λαμόγια τους σε τηλεκάναλα, σε στρογγυλά και σε τετράγωνα τραπέζια πως εσύ κατάντησες το σύστημα στα χάλια που σήμερα έχει…
Εσύ ο φοροκλέπτης και ο φοροφυγάς, εσύ και ο εισφοροκλέπτης και ο εισφοροφυγάς…
Εσύ λένε τίναξες την μπάνκα στον αέρα, μα ακόμα ελπίζεις και περιμένεις, και το χειρότερο είναι πως τους υπομένεις…
Ακουμπάς ακόμα επάνω στους «σωτήρες» τους κλεφταράδες, της πολιτικής τους επιβήτορες, λες και δεν έμαθες και δεν έπαθες ακόμα και τώρα που είσαι στο παρά πέντε πριν τον γκρεμό…
Στη δική σου ιστορία βλέπω το τέλος αν όχι όλων σας μα των περισσοτέρων…
Τραγωδία που παίζεται στις άδειες προθήκες, στα γκρεμισμένα ράφια, στα σπασμένα έπιπλα, στα κατεβασμένα ρολά…
Τραγωδία χωρίς καν ταμείο ανεργίας με πόρτα φυλακής ορθάνοιχτη για τους πολλούς και τους ακάλυπτους, δίχως ασφάλιση και σύνταξη ούτε ακόμα και στα… ογδόντα!
Δρόμοι ολόκληροι με κλειστές τις πόρτες, με λουκέτα ατελείωτα, απόλυτη σιωπή και ερημιά… Ένα απέραντο νεκροταφείο τώρα ο δρόμος.
Τι περιμένεις, εμποράκο, βγες έξω, λοιπόν, η διαδήλωση ξεκινάει, πάρε θέση επιτέλους δίπλα από τον απολυμένο υπάλληλό σου, κατάλαβε επιτέλους πως δεν διαφέρεις καθόλου από αυτόν.
Νίκος Μητσιάλης
Σχόλια