του Γιώργη Έξαρχου
Στα χρόνια τα φοιτητικά ταξίδια μέσω μνήμης
στα δύστυχα και χουντικά` σ’ όλα παρών κι ο Μίμης`
ο Μίμης που ’γινε Μιμής, Μίμαρος και Μιμάκος
στη νιότη φτωχοκουρελής, στα γερατειά ένα ράκος
και σέρνει το σαρκίο του – ασήμαντη κουκίδα
από «κανάλια» σε «σταθμούς» με εκδοτών φροντίδα
όπως πάντα το έκανε σαν κάθε γυρολόγος
κι όλο «τελείες – κόμματα» διάλεγε αναλόγως`
χάρηκε δε μες στην Βουλή του «βολευτή» τη θέση
κι εκεί «ηγέτες» γνώρισε, λυγίζοντας τη μέση!…
***
Μου είναι πάντα αγαπητός ο Μίμης – ο Μιμάκος
κι ας ήτανε ανέκαθεν «σκουπίδι», «τρύπιο ράκος»
γιατί αποτελεί –θαρρώ– έκφραση της γενιάς του
με αρμονία και ρυθμό «τα φράγκα» της καρδιάς του
γι’ αυτό μιλά για ιδανικά και πράγματα ιδεώδη
κι ας πέρασε χρόνους πολλούς σε «μέρη βαρβαρώδη»
μες στων κομμάτων τα μαντριά με σκύλους και ποιμένες
και στρατευμένους άσχετους στις «κοκκινες τις χλαίνες»`
ώσπου το παίρνει είδηση – έχει αχρωματοψία
πως σ’ άλλα κόμματα θα βρει χορταστικά «ψιχία»!…
***
Ο Μίμης αγωνίστηκε και στο Πολυτεχνείο
και με κομματική εντολή «την έκανε λαχέιο»`
στις Δεκαέξι αποβραδίς – πριν βγουν τα τανκς στους δρόμους
με τους συντρόφους «το ’σκασε» μ’ άλλους συνοδοιπόρους`
αργότερα όμως κόμπαζε ορμητικά με φόρα:
«Το στήθος μου το πρόταξα στα ερπυστριοφόρα…»
***
–Πού είσαι νιότη που ’λεγες πως θα γινόμουν άλλος
ένα μπαλόνι φουσκωτό με όγκο δίχως βάρος
των «διαφόρων» ο ηδύς κλόουν του κάθε «δήθεν»
περίγελος των πιο πολλών, των ένθεν και κακείθεν`
αλλ’ όμως δοξαζόμενος σαν νέος Βοναπάρτης
επαναστάτης της οκάς και «φλύαρος αντάρτης»`
να ομολογώ δημόσια τις ένδοξες στιγμές μου
της νιότης μου τα φούμαρα και τις «περγαμηνές» μου
κι όσοι με ξεύρουν ν’ απορούν, ανδριάντες να μου στήνουν
να κατουράνε τα σκυλιά κι εκείνοι να με φτύνουν!…
***
–Δεν είμαι ο Μίμης –ρε, παιδιά!– είμαι του τσίρκου μίμος
της ζώσας μας πολιτικής αιώνιος θεατρίνος
και σας μιλώ «αμόλυντα» πως νέα κοινωνία
όλοι μαζί θα χτίσουμε… Δευτέρα Παρουσία…
***
–Κανείς δεν τόλμησε –γιατί;– να γίνει μετρονόμος
μίας γενιάς που ο «μύθος» της για όλους είναι «νόμος»
και να μιλήσει με χαρτιά, έγγραφα, ντοκουμέντα
γιατί όσοι «μαρτύρησαν» δεν έβγαλαν κουβέντα!…
Ε, ρε Μιμάρα, Μίμαρε, να ζήσεις χίλια χρόνια
με τα μυαλά που κουβαλάς κι ας έχεις άσπρα χιόνια
τόσες προσωπικότητες που γνώρισες – φαντάσου;
θα ήθελες να έχουνε κι αυτές το ανάστημά σου!…
Μα ’σύ, λεβέντης Μίμαρος, και Μίμης και Μιμάρας
φλύαρος ακατάσχετος, αιώνιος σαχλαμάρας
μπορεί και να ’σουν Μάριος, και Μήτσος και Μαρία
και Κώστας και Νικόλαος, Ελένη, Θεοδοσία
με όνομα που έγινε αργότερα «θρησκεία»
«μνημείο» που η θέση του είναι για τα «μουσεία»!…
***
«Ο Μίμης μοιάζει στην Μιμή», έλεγ’ αρχαίος φίλος
«στης εξουσίας το βρακί, βρέθηκε να ’ναι ψύλλος!»