«…Αυτό που θέλεις είναι να είσαι συγγραφέας και όλα τα υπόλοιπα σε εμποδίζουν και πικραίνεσαι πολύ που πρέπει να τα κάνεις, που χρειάζεται να κάνεις και άλλα πράγματα. Εγώ δε συμφωνώ μ’ αυτό που έλεγαν παλιά: πως ο συγγραφέας πρέπει να περάσει δεινά και να ζει στη φτώχεια για να βελτιωθεί ως συγγραφέας. Πιστεύω πραγματικά πως ο συγγραφέας γράφει πολύ καλύτερα όταν έχει λύσει οριστικά τα προβλήματα στο σπίτι του και τα οικονομικά του, και όσο καλύτερη υγεία έχει και όσο καλύτερα είναι τα παιδιά του και η γυναίκα του, εντός του ταπεινού πλαισίου στο οποίο μπορούμε αν κινηθούμε οι συγγραφείς, τόσο καλύτερα γράφει πάντα…

…Υπάρχει και κάτι άλλο: Θα μπορούσα να έχω λύσει το ζήτημα δεχόμενος υποτροφίες, δεχόμενος χορηγίες, ό,τι τέλος πάντων έχει εφευρεθεί για βοήθεια προς τον συγγραφέα, αλλά εγώ αρνήθηκα κάθετα και ξέρω πως είναι κάτι στο οποίο συμφωνούμε όλοι εμείς που μας αποκαλούν νέους Λατινοαμερικάνους συγγραφείς. Με το παράδειγμα του Χούλιο Κορτάσαρ, εμείς θεωρούμε πως δεν είναι αξιοπρεπές για έναν συγγραφέα να δέχεται επιχορηγήσεις για να γράψει και πως κάθε επιχορήγηση κατά κάποιον τρόπο δεσμεύει…»

Έτσι απάντησε σε σχετική ερώτηση του Μάριο Βάργκας Γιόσα ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες σε συζήτηση που είχαν τον μακρινό Σεπτέμβριο του 1967 στη συνάντηση που είχαν στη Λίμα του Περού, σε δυο εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν για το Λατινοαμερικάνικο Μυθιστόρημα.

Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ψυχογιός το βιβλίο «Δυο μοναξιές- ένας διάλογος για το λατινοαμερικάνικο μυθιστόρημα, όπου μπορούμε να διαβάσουμε αυτόν τον πολύ σημαντικό διάλογο δυο ξεχωριστών συγγραφέων που έμελλε να τιμηθούν αμφότεροι με το Βραβείο Νόμπελ, αλλά και να ακολουθήσουν πολύ διαφορετικούς πολιτικούς δρόμους στη συνέχεια.

Εκείνη τη στιγμή όμως οι δρόμοι τους διασταυρώνονται και ο διάλογος τους έχει πολλά να μας διδάξει. Να σημειώσω ότι κυρίως ο οικοδεσπότης Γιόσα κάνει τις ερωτήσεις κι ο φιλοξενούμενος Μάρκες δίνει τις απαντήσεις.

Σε άλλο σημείο μιλούν για την πολιτική στράτευση του συγγραφέα. Ο Μάρκες είναι ξεκάθαρος:

«…δεν γνωρίζω καλή λογοτεχνία που να χρησιμεύει για να εξυμνήσει κατεστημένες αξίες. Πάντα, στη καλή λογοτεχνία, εντοπίζω την τάση αν καταστραφεί το κατεστημένο, το ήδη επιβεβλημένο και τη συμβολή στη δημιουργία καινούργιων τρόπων ζωής, καινούργιων κοινωνιών…

…Πιστεύω πως ο συγγραφέας βρίσκεται πάντα σε σύγκρουση με τη κοινωνία. Κι ακόμα περισσότερο, έχω την εντύπωση πως κάτι γράφεται ως ένας τρόπος αν λυθεί αυτή η προσωπική σύγκρουση του συγγραφέα με το μέσο του…

…αν ο συγγραφέας έχει μια σταθερή ιδεολογική στάση θα φανεί στην ιστορία του, δηλαδή θα τροφοδοτήσει την ιστορία του και είναι από εκείνη τη στιγμή και μετά που αυτή η ιστορία μπορεί να αποκτήσει την ανατρεπτική δύναμη για την οποία μιλάω. Δεν πιστεύω πως είναι ηθελημένη, είναι όμως οπωσδήποτε αναπόφευκτη…»

Ο Γιόσα από την πλευρά του κάνει μια ακόμη σημαντική επισήμανση:

«…Πιστεύω πως μια σταθεροποιημένη κοινωνία, μια κοινωνία πάνω κάτω κινητική που περνάει μια περίοδο μπουνάτσας, μεγάλης εσωτερικής γαλήνης, ενεργοποιεί πολύ λιγότερο τον συγγραφέα από μια κοινωνία που είναι, όπως η λατινοαμερικάνικη σύγχρονη κοινωνία, διαβρωμένη από εσωτερικές κρίσεις και κατά κάποιον τρόπο βρίσκεται κοντά στην αποκάλυψη. Βυθισμένη δηλαδή σε μια διαδικασία μεταμόρφωσης, αλλαγής, που δεν ξέρουμε κατά που θα μας πάει…»

 

***

 

Δεν ξέρω αν κάνω λάθος, αλλά έχω την εντύπωση πως ούτε ο Μάρκες, ούτε ο Γιόσα έγραψαν βιβλία για παιδιά. Θα μου πείτε λοιπόν τι σχέση μπορεί να έχουν με την Παγκόσμια Μέρα που γιορτάσαμε και στην Ελλάδα την προηγούμενη εβδομάδα. Διάβαζα τα όσα συζήτησαν και σκεφτόμουν πόσο μακριά βρισκόμαστε σε πολιτική σκέψη και για το παιδικό βιβλίο. Οι γιορτές στις οποίες κι εγώ συμμετείχα εν μέρει, αποκρύβουν την απουσία συντονισμένης δράσης ώστε το βιβλίο να φτάσει σε κάθε σχολείο, σε κάθε τμήμα, σε κάθε παιδί.

Δεν αρκεί μια μέρα τον χρόνο, ούτε τελειώνουμε με μια επίσκεψη συγγραφέα ή μι έκθεση βιβλίου. Οι σχολικές βιβλιοθήκες στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχουν καν ή μόνο τύποις υφίστανται.

Σπανίως και μέσα από τη δράση φωτισμένων εκπαιδευτικών ή συλλόγων γονέων λειτουργούν πραγματικά. Ακόμη κι εκεί αντιμετωπίζουν μύριες όσες δυσκολίες.

Δεν προβλέπεται προσωπικό να τις λειτουργεί και φυσικά δεν είναι ανοικτές -όπως θα έπρεπε- όλες τις ώρες λειτουργίας του σχολείου. Όχι μόνο για δανειστούν βιβλία τα παιδιά αλλά και για αν βρουν βιβλιογραφία για εργασίες κ.λπ.

Σε ακόμη πιο σπάνιες περιπτώσεις είναι επαρκής ο χώρος τους. Αναφέρομαι σε ένα μόνο κομβικό ζήτημα. Υπάρχουν μύρια άλλα.

Και σε αντίθεση με τον Μαρκές και τον Γιόσα τι κάνουν οι συγγραφείς;

Σωπαίνουν…

Αρκούνται στο πανηγύρι της αλληλοαπονομής βραβείων, ενώ φέτος καμάρωναν όσοι κατάφεραν να βρεθούν και στην έκθεση στη Μπολόνια, χωρίς να λένε λέξη για την άθλια ελληνική πραγματικότητα…

Το γιατί, αφήνω να το ψάξουν οι αναγνώστες…

Και τελειώνω με το ερώτημα που θέτει ο Γιόσα:

Έχει ο συγγραφέας ευθύνη απέναντι στη κοινωνία που θα πρέπει να μεταφράζεται όχι μονάχα με έργα, με γραπτά έργα, αλλά και με πολιτικές τοποθετήσεις;

Δυστυχώς η απάντηση που έδωσε ο ίδιος με την προσωπική του στάση πολλά χρόνια αργότερα είναι μάλλον αποθαρρυντική…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!