Υπάρχει μια ιδιαίτερη φυλή ανθρώπων στην Ελλάδα, η «φυλή των Μασάει», καμία σχέση με τη συνώνυμη της Αφρικής. Η δική μας ξεχωρίζει επειδή έχει μεν συγγενείς σε όλο τον κόσμο αλλά εδώ «καβάλα πάει στην Εκκλησιά, καβάλα προσκυνάει». Αλλού την κυνηγάνε, εδώ μας κυνηγάει αυτή. Το ιστορικό της είναι γνωστό στους περισσότερους αν όχι σε όλους μας. Θα περιοριστώ σε λίγα σημερινά.
«Η κυβέρνηση πνέει τα λοίσθια. Ο λαός δεν εμπιστεύεται την κυβέρνηση. Οι δημοσκοπήσεις είναι γελοίες. Οι Αμερικάνοι θεωρούν, λέει, τον Μητσοτάκη “νεκρό που περπατάει” – ω, του θαύματος!» κ.λπ. κ.λπ. Αυτή την εικόνα μεταδίδει η αντιπολίτευση, η αξιωματική, η άλλη, ποια άλλη; Έχουμε, λοιπόν, μια κυβέρνηση να τραμπαλίζεται εν μέσω φουρτούνας, χωρίς δραμαμίνες. Αλλά και η αντιπολίτευση παραδέρνει, κατάχλωμη, σαν φυματική στο τελευταίο στάδιο προ πενικιλίνης. Με όσα αποκαλύπτονται θα έπρεπε να έχουν πέσει κυβερνήσεις και κυβερνήσεις. Πλην, όμως, φύλλο δεν κουνιέται. Επειδή, λέει η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Φωτίου, «το θέμα των υποκλοπών συνδέεται ευθέως με τα 72 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ» και πως τα μοίρασε ο Μητσοτάκης «δυσαρεστώντας μεγαλοεπιχειρηματίες». Αυτό κυκλοφορούσε από καιρό, ως φήμη-επιχείρημα υπέρ της κυβέρνησης. Η κ. Φωτίου το επιβεβαίωσε κατά το παλαιό ρητό «γλώσσα λανθάνουσα τ’ αληθή λέγει».
Ο ΚΟΣΜΟΣ παρακολουθεί αλλά δεν μετέχει. Τον σέρνουν βίαια (η χαρά των δημοσκόπων) αλλά αυτός αντιστέκεται (ακόμα…) επειδή πολλοί έχουν πια καταλάβει ότι «η φυλή των Μασάει» είναι υπερκομματική και ταυτόχρονα διακομματική, αλληλοσπαρασσόμενη, ανταγωνιστική και ταυτόχρονα αλληλέγγυα στο κουκούλωμα και στην αμοιβαία ατιμωρησία.
Έτσι πέσαμε στη μιζέρια, μετράμε στις δημοσκοπήσεις υποδιαιρέσεις της αυξομείωσης των κυβερνητικών και αντιπολιτευόμενων ποσοστών, άχαρη δουλειά λογιστών όχι για πολιτικούς, όχι τουλάχιστον πολιτικούς της προκοπής! Γιατί; Επειδή είναι ολοφάνερο –και χωρίς την κ. Φωτίου– ότι τσακώνονται τα βουβάλια για να μοιράσουν μεταξύ τους τα χρυσά άχυρα. Κανείς δεν ενδιαφέρεται για τη δημοκρατία, την ακρίβεια και τις παρακολουθήσεις. Δεν ενδιαφέρονται πλέον ούτε αν το πόπολο καταλαβαίνει τι τρέχει, ώστε να τηρήσουν κάποια προσχήματα. Γιατί; Επειδή, έχουν τυφλωθεί από το κάρο με τα βρυξελλιώτικα 72 δισεκατομμύρια ευρώ, όνειρο «της φυλής των Μασάει». Η ασυγκράτητη βουλιμία. Τυφλά χτυπήματα μεταξύ τους, στο δικό τους κύκλο ενδιαφερόντων και συμφερόντων. Τσακώνονται τα βουβάλια και πιστεύουν ότι όλοι οι άλλοι που τους βλέπουν και ακούν, είναι βόδια. Μωραίνει Κύριος. Ακόμα και ο Πάτσης ξεχάστηκε. Πλήρωσε, πληρώθηκε, απείλησε, απειλήθηκε, πού χάθηκε;
Είναι ολοφάνερο ότι τσακώνονται τα βουβάλια για να μοιράσουν μεταξύ τους τα χρυσά άχυρα. Κανείς δεν ενδιαφέρεται για τη δημοκρατία, την ακρίβεια και τις παρακολουθήσεις. Δεν ενδιαφέρονται πλέον ούτε αν το πόπολο καταλαβαίνει τι τρέχει, ώστε να τηρήσουν κάποια προσχήματα
Κανείς δεν περίμενε να πέσουν κεφάλια επειδή οι μεν παρακολουθούσαν τους δε, σε ρόλους εναλλασσόμενους, σήμερα εγώ, χθες εσύ και πάλι από την αρχή. Οι πρωταγωνιστές, ωτακουστές και ακουόμενοι, είναι ανενδοίαστα και εντελώς αδιάφοροι αν φαίνονται «γυμνοί» όπως ο βασιλιάς του παραμυθιού. Το σκηνικό έχει ξεφύγει προ πολλού εκτός Βουλής και πολιτικής. Παίζουν ποδόσφαιρο, οι διαιτητές κοιτάζουν εκτός γηπέδου, οι παίκτες κουβάρι, τα πορτοφόλια σε κοινή θέα, διαψεύδονται όσοι λένε ότι το χρήμα δεν έχει οσμή. Τότε τι και ποιος μυρίζει τόσο άσχημα;
Μην πει κανείς ότι εδώ είναι σκάνδαλο ολκής, κυβερνητικό, προσωπικά του Μητσοτάκη. Το ίδιο ακριβώς σκάνδαλο, τηλεφωνικές υποκλοπές, έκανε ο μακαρίτης ο Τόμπρας επί Ανδρέα, για τον Ανδρέα, το… 1981. Πριν, μετά, σήμερα και αύριο, η Ιστορία κοροϊδεύει όσους νομίζουν ότι δεν επαναλαμβάνεται. Και εξυπακούεται ότι παρακολουθούν τους φίλους, μόνο οι φίλοι μπορούν να στη φέρουν πισώπλατα. Οι εχθροί είναι απέναντι.
ΑΝ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ είναι πλέον αναξιόπιστη, δεν μπορεί να περηφανεύεται συνολικά η αντιπολίτευση για κάποια δική της αξιοπιστία. Ξέρω ότι δεν παραβιάζω κλειστές πόρτες, όλοι παίρνουμε μάλλον ελαφρά το δράμα μιας κυβέρνησης που φαίνεται να τα έχει χαμένα αλλά δεν γκρεμοτσακίζεται επειδή καταλαβαίνουμε ότι η φάβα έχει λάκκο, στημένο για εμάς. Και από την άλλη το ψυχόδραμα μιας αντιπολίτευσης που βασίζει τις ελπίδες της σε ολιγάρχες, τζίνια δημοσιογράφους (ακόμα και οι δυο του Γουοτεργκέιτ είχαν το βαθύ λαρύγγι της ΣΙΑ). Εδώ δεν μάθαμε ακόμα ποιος τροφοδοτεί τα δημοσιογραφικά σαΐνια αλλά πού θα πάει, ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιο. Βλέπουμε, λοιπόν, ξαναλέω, το ψυχόδραμα μιας αντιπολίτευσης στα δεξιότερα που δεν τολμάει με άλλους να είναι φυλακή (δεν είναι μόνο για τους λεβέντες), άλλους να αποφεύγουν ξυστά τα γέλια με τις επιστολές του Ιησού και άλλους να ομνύουν σε μεγάλα πορτοφόλια, σε ποδοσφαιρικές ομάδες, σε χαμένα πέναλτι και στο τυφλό πάθος των οπαδών. Ποντάροντας ότι ετούτοι είναι τυφλοί, κουφοί και πανηλίθιοι. Διότι, ας πούμε, στα δήθεν αριστερά, η αντίθεση στους εξοπλισμούς και στις αμυντικές συμφωνίες (με τη Γαλλία) όπως και η άκρως διακριτική στάση για όσα εκπορεύονται από την πέρα όχθη του Ατλαντικού, αυτά πια είναι συνηθισμένα, τα έχουμε αφομοιώσει –αλλά και υιοθετήσει;– ένα 20%, λίγο πάνω, λίγο κάτω, εκεί που φαίνεται να έχει κολλήσει, το μέγιστο, η αξιωματική αντιπολίτευση, ορίζοντας τον «Σημιτικό» χώρο όσων, εντός-εκτός Ν.Δ., ομόσταυλοι με τους εντός-εκτός ΣΥΡΙΖΑ, έχουν συγκατατεθεί στη διευθέτηση των ελληνοτουρκικών κατά το πρότυπο των ελληνομακεδονικών, «πάρε ό,τι θέλεις παλιατζή». Τα περί πατριωτισμού και δημοκρατίας περισσεύουν όταν, θυμίζω, οι παράδες έφτασαν, στα 72 βρυξελλιώτικα δισ. ο μποναμάς. Κι εσύ να κάνεις τον σταυρό σου για το επίδομα στον λογαριασμό της ΔΕΗ.