Η συγκυβέρνηση Σαμαρά προσφεύγει για μία ακόμη φορά στον κοινωνικό αυτοματισμό, τώρα, με αφορμή την απεργία των καθηγητών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
Με τη δύναμη των συστημικών ΜΜΕ, μαθητές και γονείς επιχειρείται να στραφούν ενάντια στους καθηγητές, που ενώ αντιδρούν στο σφαγιασμό τους από τη μνημονιακή κυβέρνηση, προβάλλονται σαν τάχα αδιάφοροι για τους κόπους των μαθητών τους και τις θυσίες των γονιών τους. Κάθε μέσο επιστρατεύεται, οι οθόνες της τηλεόρασης και των υπολογιστών -συστημικοί ιστότοποι- πλημμυρίζουν από εικόνες αγωνιούντων παιδιών, ώστε να στραφεί η πλειοψηφία της κοινωνίας ενάντια στον προγραμμένο από το Μνημόνιο κλάδο. Έτσι ανοίγει ο δρόμος για να κλιμακωθεί, στη συνέχεια, η επίθεση της κυβέρνησης είτε με άγρια καταστολή είτε με επιστράτευση είτε με εκδικητική τιμωρία και με απολύσεις πλέον. Αυτήν τη μεθόδευση την έχουμε ζήσει πολλές φορές (πρόσφατα με τους εργαζομένους στο Μετρό και με τους ναυτικούς) και η αποτελεσματικότητά της οφείλεται στο ότι εφαρμόζεται πάνω σε μια κοινωνία βομβαρδιζόμενη επί δεκαετίες με ισχυρότατες δόσεις ατομισμού, εξατομίκευσης, απουσίας συλλογικού οράματος και συλλογικής ελπίδας.
Η «επένδυση» στον κοινωνικό αυτοματισμό βυθίζει διαρκώς και περισσότερο την κοινωνία σε ένα σπιράλ κατατεμαχισμού και αποσύνθεσης. Πλέον ξεπεράσαμε το γνωστό «διαίρει και βασίλευε» και πλησιάζουμε το ακρότατο σημείο. Δεν μιλάμε μόνο για το χειρισμό των εργαζομένων, αλλά για την ανάπτυξη της ναζιστικής αντίληψης. Όσο περισσότερο οδηγείται ένας απελπισμένος κόσμος ενάντια σε άλλους κατατρεγμένους, τόσο περισσότερο βρίσκει έδαφος να δυναμώσει η Χρυσή Αυγή. Αυτό υποδεικνύει η απλή λογική και επαληθεύει η εμπειρία.
Η αντίσταση στον κοινωνικό αυτοματισμό είναι πρωτίστως αναγκαία για μια επανανοηματοδότηση του γενικού κοινωνικού συμφέροντος. Δεν είναι δυνατόν να επικαλούνται το κοινωνικό συμφέρον οι μνημονιακοί, αυτοί που κατεδαφίζουν την κοινωνία και διαλύουν τη χώρα. Πολύ χαρακτηριστικά, η επόμενη εικόνα στις οθόνες, μετά τους αγωνιούντες για την ομαλή διεξαγωγή των Πανελλαδικών Εξετάσεων, αφορούσε την ανεργία, που ανάμεσα στους νέους σκαρφάλωσε πλέον στο 64%. Έχει, άραγε, το δικαίωμα να διατείνεται ότι αγωνιά, τάχα, για τη νεολαία η μνημονιακή διακυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα που έφτασε τα πράγματα σε αυτά τα χάλια; Βέβαια, η επανανοηματοδότηση του γενικού κοινωνικού συμφέροντος προϋποθέτει και μια ουσιώδη αυτοκριτική των πραγματικά προοδευτικών κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που, δυστυχώς, δεν αντιμετώπισαν αποφασιστικά τα υπαρκτά φαινόμενα εκμαυλισμού της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, αλλά και -περιορισμένης έστω- μερίδας εργαζομένων.
Ως προς την Αριστερά οφείλει να αντιληφθεί κάτι επιπλέον: Όσο δεν πυροδοτεί μια συνολική, κεντρική πολιτική αντεπίθεση για την ανατροπή του μνημονιακού καθεστώτος και του σάπιου πολιτικού συστήματος, όσο παραμένει εγκλωβισμένη στις επιμέρους συνδικαλιστικές μάχες, τόσο αφήνει ανοιχτό πεδίο στον κοινωνικό αυτοματισμό και στην προώθηση νέων καταστροφικών αναδιαρθρώσεων.