La Chunga, στην Κεντρική Σκηνή του Επί Κολωνώ από την ομάδα ΝΑΜΑ. Γράφει η Χριστίνα Ανδρέου

Το La Chunga, γραμμένο το 1985, είναι ένα από τα οχτώ θεατρικά έργα του Περουβιανού συγγραφέα Μάριο Βάργκας Λιόσα. Μετά το ιερό τέρας που ακούει στο όνομα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές, ο Λιόσα είναι ο πιο πολυδιαβασμένος εν ζωή Λατινοαμερικανός συγγραφέας στον κόσμο. Και τα στοιχεία που συνθέτουν την απαράμιλλη αξία των μυθιστορημάτων του ενυπάρχουν όλα και στον κόσμο της La Chunga. Δηλαδή της ηρωίδας του, μιας αινιγματικής προσωπικότητας που ζει στις παρυφές της πραγματικότητας και της φαντασίας, που ανασαίνει την αλήθεια της ζωής και μέσα από τον δρόμο των φαντασιώσεων, όπως και οι υπόλοιποι χαρακτήρες του έργου. Μια συμμορία από άχρηστα κορμιά, ένα σμάρι από άτομα ύποπτης προέλευσης που συχνάζει ολημερίς και ολυνικτίς στο καφενείο της Τσούνγκα, το οποίο και βρίσκεται σε μια παραγκούπολη στα περίχωρα του Εστάδιο δε Πιούρα, στο βόρειο Περού. Εκεί, ο Χοσεφίνο, ο ένας εκ των τεσσάρων θαμώνων, θα φέρει ένα βράδυ μαζί του το μήλον της έριδος, την καθ’ όλα ερωτεύσιμη Μέτσε, που θα ανατρέψει ή μήπως όχι(;) τα δεδομένα… Αφού χάνει όλα τα λεφτά του στα ζάρια και στο πιοτό, ο Χοσεφίνο θα βάλει «ενέχυρο» τη Μέτσε, δανείζοντάς τη έναντι αδράς αμοιβής στην αντρογυναίκα Τσούνγκα, η οποία και θα περάσει μαζί της μια κολάσιμη νύχτα. Και μετά η Μέτσε θα εξαφανιστεί… Στη δεύτερη πράξη, η φαντασία των αντρών για την τύχη της Μέτσε και για το τι τελικά διαδραματίστηκε μεταξύ αυτής και της Τσούνγκα θα οργιάσει, αφήνοντας έκθετη στα μάτια των θεατών την ψυχή τους ή αλλιώς τον κόσμο των αναμολόγητων επιθυμιών τους… Ο φύσει και θέσει νταβατζής, ο μετανιωμένος βιαστής, η «εκεί με έσπρωξε η ζωή λεσβία», η μικρή αλλά υποψιασμένη λολίτα, ο ευνουχισμένος στον αντρισμό του άνδρας και ο χαζοχαρούμενος ηδονοβλεψίας παρελαύνουν στη σκηνή και σε στιγμές σοκάρουν με το ψέμα ή την αλήθεια τους…

 

Τα της παράστασης
Το χειροκρότημα ήταν θερμό και τα αυθόρμητα «μπράβο» πολλά από το κοινό. Και είμαι σίγουρη ότι αυτό συμβαίνει κάθε βράδυ, εξού και η παράσταση συνεχίζεται για 3η συνεχόμενη χρονιά. Η επιτυχία δεν είναι τυχαία. Το ίδιο το έργο προσφέρεται, δηλαδή προκαλεί έναν κάποιο ντόρο λόγω θέματος από μόνο του. Ο δρόμος των φαντασιώσεων είναι ένας δρόμος άκρως ερεθιστικός, απόκρυφος, μη διαπραγματεύσιμος, πόσο μάλλον επί σκηνής. Αν καταφέρεις, λοιπόν, να τον κάνεις θεατρική παράσταση χωρίς να τον ευτελίσεις, ήδη έχεις καταφέρει πολλά. Και ως προς αυτό, η σκηνοθέτις Ελένη Σκότη έπραξε τα δέοντα -με κάποιες μικρές οπτικές ευκολίες που μάλλον απλά τσίγκλησαν ολίγον τι τη συντηρητική -αν υπάρχει- πλευρά μας και τα χρηστά ήθη παρά πρόσφεραν θεατρική ατμόσφαιρα. Τα σκηνικά και τα κοστούμια του Γιώργου Χατζηνικολάου ήταν αναπόσπαστο και πολύτιμο κομμάτι της δράσης, οι φωτισμοί του Νίκου Βλασόπουλου φλέρταραν με την ατμόσφαιρα περιθωριακού καμπαρέ, ενώ η μουσική του Ισίδωρου Πάτερου, ο οποίος συμμετείχε ενεργά επί σκηνής, προσέθεσε ένα μεγάλο συν στο όλον, αφού η ηλεκτρική του κιθάρα αρκετές στιγμές έμοιαζε να έχει φωνή… Στο δύσκολο ρόλο της Τσούνγκα η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη κέντησε. Με εντυπωσίασε γιατί φάνηκε να αφήνει για πάντα πίσω της τις ευκολίες που προσφέρει η τραγική από μόνη της φυσιογνωμία της και έπλασε ένα χαρακτήρα αναντριχιατικά ανθρώπινο, με τα ντεσιμπέλ να μην αγγίζουν ποτέ το πομπώδες, αλλά να μένουν πάντα προσγειωμένα στο γήινο, το αληθινό. Ο Δημήτρης Λάλος ως Χοσεφίνο πέταγε σπίθες και μόνο με τα μάτια του, ενώ ο Γιάννης Λεάκος ως Πίθηκος είχε μια δυναμική παρουσία που διακριτικά ξεχώριζε. Ο Βασίλης Χατζηδημητράκης, ο Στάθης Σταμουλακάτος και η Ηλιάνα Μαυρομάτη είχαν καλές ερμηνείες χωρίς, όμως, να έχουν κάνει την υπέρβαση από τα κλισέ του ρόλου τους.

Το tip του θεατή
Το La Chunga πήρε ξανά παράταση μέχρι και την Κυριακή των Βαΐων. Αν ανήκεις και εσύ στους τελευταίους των Μοϊκανών θεατρόφιλους που δεν την είδες ακόμη, προλαβαίνεις να απολαύσεις λίγο από το μαγικό ρεαλισμό του Λιόσα σε μια καλοστημένη παράσταση.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!