Έξι χρόνια ποθούσε την καρέκλα του διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου ο Σωτήρης Χατζάκης. Και δεν το έκρυβε.
Με δυσκολία συγκρατούσε τη δυσφορία του όταν αναγκαζόταν να αναφερθεί στην πρώτη κρατική σκηνή, όσο ο ίδιος βρισκόταν επικεφαλής στη δεύτερη, στην εξορία της Θεσσαλονίκης, ενώ στο άκουσμα του ονόματος του Γιάννη Χουβαρδά, τότε καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού, η γλώσσα του σώματος πρόδιδε τα συναισθήματά του.
Η εξορία όμως του Σ. Χατζάκη στo ΚΘΒΕ ήταν σαν κι αυτήν του Α. Σαμαρά στο Ευρωκοινοβούλιο: Αποτέλεσε εφαλτήριο για τη μεταπήδησή του στην κεντρική σκηνή. Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, ο υπουργός Πολιτισμού που τον είχε διορίσει ήταν πλέον πρωθυπουργός και ο Σ. Χατζάκης, που δεν έχανε ευκαιρία προεκλογικά να χειροκροτεί πρώτος και καλύτερος τον Σαμαρά, βρέθηκε να ζεσταίνει τη διευθυντική καρέκλα στο νεοκλασικό της οδού Αγίου Κωνσταντίνου.
Ο «γιος του Κούρκουλου», όπως αυτοπροβάλλεται, άφησε βέβαια κάποιες εκκρεμότητες πίσω του, όπως έναν οικονομικό απολογισμό για την προτελευταία χρονιά της θητείας του, που καταψηφίστηκε από το Δ.Σ. του ΚΘΒΕ, για τον οποίο αναμένεται εισαγγελικό πόρισμα. Αλλά και τον απολογισμό της τελευταίας του χρονιάς στο τιμόνι του Κρατικού, τον οποίο ένας νέος καλλιτεχνικός διευθυντής θα αναλάβει να εισηγηθεί σε ένα νέο Δ.Σ. Με πολλές πιθανότητες να εγκριθεί χωρίς πολλά-πολλά, αφού θα είναι πρακτικώς terra incognita γι’ αυτούς που θα κληθούν να αποφασίσουν.
Ο δρόμος για την κόλαση, λένε, είναι στρωμένος με καλές προθέσεις. Δεν ξέρουμε τις προθέσεις του κ. διευθυντού, πάντως την κόλαση την συνάντησε πριν καλά-καλά προλάβει να πατήσει το πόδι του στην Αγ. Κωνσταντίνου. Μόλις είχε ανακοινώσει μπροστά σε ένα καχύποπτο δημοσιογραφικό ακροατήριο το υπερφίαλο «κανένας-δεν-περισσεύει-στο-Εθνικό» πρόγραμμά του για τη χρονιά, ένα λαϊκίστικο συνολάκι με ολίγον Χουβαρδά και κάμποσο Σακελλάριο-Γιαννακόπουλο και εδέχθη εξ οικείων τα βέλη: Ο άρτι διορισθείς πρόεδρος του οργανισμού Στ. Ξαρχάκος, ο προ ενός έτους συνοδοιπόρος του στη συνεργασία του δημόσιου ΚΘΒΕ με το ιδιωτικό Ακροπόλ (φίφτι-φίφτι κιόλας, με το κλειδί του ταμείου στα χέρια του ιδιώτη και χωρίς τόκο!), έκλεισε την πόρτα με πάταγο και αποχώρησε… Ακολούθησε η σκηνογράφος Έλλη Παπαγεωργοπούλου που πήρε ως απάντηση στις διαμαρτυρίες για παρεμβάσεις στη δουλειά της: «Αυτά που ξέρατε έξι χρόνια να τα ξεχάσετε». Πιο πρόσφατο επεισόδιο στο σίριαλ, που όλα δείχνουν ότι δεν θα είναι και το τελευταίο, ο εξαναγκασμός σε αποχώρηση του Δ. Μαυρίκιου, εξαιτίας της παραπειστικής τακτικής που συνάντησε και η ματαίωση της φιλόδοξης παραγωγής της Κόλασης του Δάντη. Οι πρεμιέρες ανακοινώνονται για να μεταφερθούν σε νέα ημερομηνία κ.λπ., κ.λπ.
Το έργο που οικοδομήθηκε μεθοδικά επί έξι χρόνια, που έφερε ένα διαφορετικό κοινό στο Εθνικό, νεανικό, ανήσυχο, δημιουργικό, έργο που αναγνωρίστηκε από τους θεατές, με πληρότητες πάνω από 100% σε κάποιες παραστάσεις, με ειρμό και εσωτερική συνοχή, με όραμα, με λίγα λόγια, όπως οφείλει να είναι το έργο ενός δημόσιου, πραγματικά εθνικού, θεάτρου, ξηλώνεται εξίσου μεθοδικά.
Όσο καλοπροαίρετος κι αν δειχτεί κανείς, γίνεται σιγά-σιγά φανερό πως ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος μ’ ένα παχύ κόκκινο χαλί. Πάνω σε αυτό, ο Σωτήρης Χατζάκης σπρώχνει με όλες του τις δυνάμεις το Εθνικό Θέατρο. Προς τις ορθάνοιχτες πύλες της…
Αρτ.