Επιμέλεια: Γιάννης Σχίζας
Καμιά ακτή του κόσμου δεν γλιτώνει στην πρώτη παγκόσμια προσομοίωση του τσουνάμι από την πρόσκρουση αστεροειδούς που εξαφάνισε τους δεινόσαυρους πριν από 66 εκατομμύρια χρόνια.
Αμερικανική μελέτη χρησιμοποίησε μαθηματικά μοντέλα για να δημιουργήσει animation με τα τερατώδη κύματα που έκαναν τον γύρο της Γης και αναστάτωσαν ακόμα και τον βυθό των ωκεανών, με το ύψος τους κοντά στο σημείο της πρόσκρουσης να φτάνει τα αρκετά χιλιόμετρα.
Οι ερευνητές που υπογράφουν τη μελέτη στην επιθεώρηση AGU Advances βασίστηκαν σε ευρήματα προηγούμενων ερευνών, σύμφωνα με τις οποίες ο αστεροειδής ή κομήτης είχε διάμετρο 14 χιλιόμετρα και προσέκρουσε στη χερσόνησο Γιουκατάν του Μεξικού με ταχύτητα 12 χιλιομέτρων ανά δευτερόλεπτο.
Η ενέργεια του τσουνάμι εκτιμάται ότι ήταν μέχρι 30.000 φορές υψηλότερη σε σχέση με το τσουνάμι του 2004 στον Ινδικό Ωκεανό, ένα από τα μεγαλύτερα που έχει καταγραφεί ποτέ, το οποίο σκότωσε 230.000 ανθρώπους.
«Το τσουνάμι ήταν αρκετά δυνατό για να διαταράξει και να διαβρώσει ιζήματα στις ωκεάνιες λεκάνες όλου του κόσμου» λέει η Μόλι Ρέιντζ, επικεφαλής της μελέτης, σε ανακοίνωση του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.
Η ερευνητική ομάδα αρχικά χρησιμοποίησε ένα μαθηματικό μοντέλο ρευστών για να προσομοιώσει τα πρώτα δέκα λεπτά μετά την πρόσκρουση. Οι επόμενες ώρες προσομοιώθηκαν με δύο διαφορετικά υπολογιστικά μοντέλα, των οποίων τα αποτελέσματα βρίσκονται σε συμφωνία μεταξύ τους αλλά και σε συμφωνία με μετρήσεις των ωκεάνιων ιζημάτων σε περίπου 100 περιοχές του κόσμου.
Τη στιγμή μηδέν, ο αστεροειδής χτυπά την περιοχή Τσιξουλούμπ στη χερσόνησο Γιουκατάν και ανοίγει κρατήρα διαμέτρου 100 χιλιομέτρων. Δυόμισι λεπτά αργότερα, το υλικό που εκτινάσσεται και σπρώχνει μακριά το νερό, δημιουργεί έναν υδάτινο τοίχο που έφτασε για λίγο το ύψος των 4,5 χιλιομέτρων.
Δέκα λεπτά μετά την πρόσκρουση, και σε απόσταση 220 χιλιομέτρων από το σημείο μηδέν, κύμα ύψους 1,5 χιλιομέτρων αρχίζει να εξαπλώνεται ακτινωτά. Περίπου 48 ώρες μετά το χτύπημα, τα κύματα έχουν φτάσει σε κάθε γωνιά του κόσμου και η θάλασσα στο σημείο της πρόσκρουσης παραμένει άκρως τρικυμιώδης.
Οι πυρκαγιές και η κλιματική αλλαγή που προκάλεσε η πρόσκρουση σκότωσαν όλους τους δεινόσαυρους εκτός από τους προγόνους των σημερινών πτηνών, μαζί με το 75% όλων των ζώων και φυτών του πλανήτη.
Νετρίνα, φως και ύλη
Στο τεύχος του Δεκεμβρίου 2022 του έγκριτου επιστημονικού περιοδικού Axioms δημοσιεύτηκε η ερευνητική εργασία με τίτλο «Υπολογισμός της μάζας του Δευτερίου και ενοποίηση των Βαρυτικών, Ισχυρών και Πυρηνικών Δυνάμεων με το μοντέλο των περιστρεφομένων νετρίνων» με συγγραφείς τους Κώστα Βαγενά (Ακαδημία Αθηνών και Π. Πατρών), Διονύση Τσούση (Stanford University και Π. Πατρών), Δημήτρη Γρηγορίου (Π. Πατρών), Ηλία Αϋφαντή (ΑΠΘ, Michigan Technological Institute και Friedrich-Alexander University) και Κώστα Παρίση (ΑΠΘ).
Το ερώτημα του αριθμού των ειδών των θεμελιακών (άτμητων) σωματιδίων του σύμπαντος ανάγεται στα χρόνια του Δημόκριτου, που πρώτος εισήγαγε τον όρο «άτομο». Η ιδέα του ατόμου επανήλθε στις αρχές του 20ού αιώνα και σταδιακά άρχισαν να θεωρούνται ως θεμελιακά σωματίδια τα συστατικά του ατόμου, δηλαδή τα πρωτόνια, τα νετρόνια και τα περιστρεφόμενα ηλεκτρόνια.
Σήμερα, στο πλαίσιο του καθιερωμένου προτύπου (Standard model, SM) θεμελιακά σωματίδια θεωρούνται, εκτός από τα ηλεκτρόνια/ποζιτρόνια (αντισωμάτια των ηλεκτρονίων), και τα κουάρκς (quarks), τα οποία quarks συνθέτουν τα βασικά συστατικά των πυρήνων, δηλαδή τα πρωτόνια και τα νετρόνια. Επανάσταση στο θέμα των θεμελιακών σωματιδίων έφερε η εικασία (Pauli, 1937) για την ύπαρξη αγνώστων σωματιδίων πολύ μικρής μάζας και η πειραματική ανακάλυψη (Reines και Cowan, 1952) των νετρίνων, που είναι τα πολυπληθέστερα σωματίδια του σύμπαντος και έχουν χιλιάδες δισεκατομμύρια φορές μικρότερη μάζα από τα νετρόνια και τα πρωτόνια.
Παράλληλα με την αναζήτηση των θεμελιακών σωματιδίων, η συνένωση των Δυνάμεων αποτελούσε ανέκαθεν μια πρόκληση για τους Φυσικούς. Ήδη από τον 17ο αιώνα ο Νεύτωνας αντελήφθη ότι είναι η ίδια δύναμη (η βαρυτική) που περιγράφει την πτώση ενός μήλου στο έδαφος αλλά και την περιστροφή της Σελήνης γύρω από τη Γη. Τον 19ο αιώνα ο Maxwell έδειξε την ενοποίηση των ηλεκτρικών και μαγνητικών δυνάμεων, ενώ τον 20ό αιώνα οι Weinberg, Salam και Glashow έδειξαν ότι οι Ηλεκτρομαγνητικές και Ασθενείς δυνάμεις συγκλίνουν στην ηλεκτροασθενή δύναμη.
Τα τελευταία 50 χρόνια έχει γίνει ευρέως αποδεκτό το καθιερωμένο πρότυπο (Standard Model, SM) των θεμελιακών σωματιδίων, το οποίο περιγράφει ικανοποιητικά μια μεγάλη περιοχή πειραματικών παρατηρήσεων, αλλά περιέχει και έναν μεγάλο αριθμό, περίπου είκοσι πέντε, αγνώστων και προσαρμοζομένων παραμέτρων, κάτι που αποτελεί σημαντική αδυναμία του μοντέλου. Το SM παραμελεί τα νετρίνα, καθώς και τη Βαρύτητα και τη Σχετικότητα που είναι σημαντικότατες και πειραματικά πλήρως αποδεδειγμένες θεωρίες.
Η μάζα των πολυπληθέστατων και πανταχού παρόντων νετρίνων μετρήθηκε για πρώτη φορά από τους Kajita και McDonald, οι οποίοι σχεδόν αμέσως (2015) έλαβαν το βραβείο Nobel. Λόγω των πολύ μικρών τους μαζών τα νετρίνα επιταχύνονται εύκολα σε σχετικιστικές ταχύτητες, πολύ κοντά δηλαδή στην ταχύτητα του φωτός c (300.000 km/s). Όμως η θεωρία της Ειδικής Σχετικότητας του Einstein υπαγορεύει ότι έτσι αυξάνεται δραματικά η μάζα τους και συνεπώς και η αμοιβαία βαρυτική τους έλξη. Η έλξη αυτή περιγράφεται στο μοντέλο μας από τον νόμο του Νεύτωνα, χρησιμοποιώντας αντί για τις μάζες ηρεμίας, τις βαρυτικές μάζες (που είναι ίσες με τις αδρανειακές μάζες) που υπολογίζονται από την Ειδική Σχετικότητα. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα του μοντέλου των περιστρεφομένων λεπτονίων (Rotating Lepton Model, RLM) που αναπτύχθηκε αρχικά στην Πάτρα από τους Βαγενά και Σουεντίε το 2012 και περιγράφηκε την ίδια χρονιά σε ένα βιβλίο της Springer με τίτλο «Gravity, Special Relativity and the Strong Force».
Επίσης το 2022 δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Journal of Physical Chemistry» εργασία των Βαγενά, Τσούση και Γρηγορίου που αποδεικνύει ότι η μικρότερη μάζα (m1) των νετρίνων καθορίζει την ταχύτητα του φωτός στο «κενό» με βάση την απλή εξίσωση Newton-Laplace, κάτι που υποδηλοί ότι η διάδοση του φωτός οφείλεται σε ταλαντώσεις των πανταχού παρόντων στο σύμπαν μας ελεύθερων νετρίνων.
Πηγή: Το Βήμα, Κώστας Βαγενάς
Προηγήθηκε του «Μηχανισμού των Αντικυθήρων» κατά 1.400 χρόνια…
Τον πρώτο αναλογικό υπολογιστή στην ιστορία της ανθρωπότητας είχαν ανακαλύψει οι Μινωίτες, όπως υποστηρίζει ο κρητικός ερευνητής αιγαιακών γραφών, Μηνάς Τσικριτσής.
Σύμφωνα με τον ερευνητή, το Μινωικό αντικείμενο, που είχε βρεθεί το 1898 στο Παλαίκαστρο Σητείας, προηγήθηκε του «Μηχανισμού των Αντικυθήρων» κατά 1.400 χρόνια και είναι ο πρώτος αναλογικός υπολογιστής στην Ιστορία και μάλιστα φορητός.
«Αναζητώντας Μινωικά ευρήματα με αστρονομικές απεικονίσεις στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, εντοπίσαμε μια λίθινη μήτρα από την περιοχή του Παλαίκαστρου Σητείας. Στη μήτρα αυτή είχαν αναφερθεί ο Στέφανος Ξανθουδίδης και ο Άρθουρ Έβανς, διατυπώνοντας ότι τα ανάγλυφα σύμβολα που εμφανίζονται στην επιφάνεια της μήτρας συσχετίζονται με τον Ήλιο και τη Σελήνη», τονίζει ο κ. Τσικριτσής.
Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Κρητικός ερευνητής αφού πρώτα αναλύθηκε η ανάγλυφη απεικόνιση του ακτινωτού δίσκου στο δεξιό μέρος της μήτρας αυτής, στη συνέχεια τεκμηριώθηκε η χρήση αυτού, ως μήτρα για την κατασκευή ενός μηχανισμού, που χρησίμευε ως αναλογικός υπολογιστής προσδιορισμού εκλείψεων. Ταυτόχρονα εξετάσθηκαν οι χρήσεις του μηχανισμού ως ηλιακό ρολόι και ως όργανο υπολογισμού γεωγραφικού πλάτους.
«Η κατασκευή αυτή έχει τη δυνατότητα να προσδιορίσει την ώρα και το γεωγραφικό πλάτος ενός τόπου αν χρησιμοποιήσουμε τα τρία εργαλεία, δύο βελόνες κι έναν διαβήτη, που υπάρχουν στη μήτρα πάνω από τον δίσκο», τονίζει ο κ. Τσικριτσής.