Του Δημήτρη Α. Σεβαστάκη. Διαμορφώνεται ορμητικά ένα αντιαριστερό κλίμα, ένα είδος αντιαριστερού ρατσισμού. Εκτός των άλλων, γιατί κεντρικό πρόβλημα του συστήματος είναι οι κοινωνικές αντιστάσεις, και η σύμπασα Αριστερά, είτε ως αναφορά είτε ως πολιτική πράξη, είναι κεντρικό, δημιουργικό κομμάτι αυτών των αντιστάσεων. Ο Μίκης, κατά τον κ. Παπουτσή, «δεν δικαιούται διά να ομιλεί» γιατί εν τέλει ποιος είναι και τα βάζει με υπουργό. «΄Ο,τι γινόταν μετά τον εμφύλιο, αντεστράφη μετά τη μεταπολίτευση». Η αριστερή βάσανος έγινε απολαβή, κατά τον κ. Λοβέρδο.
Ενδείξεις όχι απλώς μιας αγένειας ή μόνο ενός ρατσιστικού λόγου, αλλά μιας υποχώρησης του πολιτικού επιχειρήματος στα έγκατα του ηθικισμού. Και όταν συμβαίνει αυτό, μάλλον αποκαλύπτεται μια ολική αποστροφή προς τα ίδια τα πολιτικά εργαλεία, το πολιτικό επιχείρημα, τον πολιτικό συλλογισμό. Πράγματι, τα παραδοσιακά πολιτικά εργαλεία δεν αρκούν για να περάσει μια πολιτική που δεν είναι καν κακή, αλλά που έχει τα χαρακτηριστικά της κοινωνικής γενοκτονίας. Χρειάζεται κάτι πιο βαθύ, που να πληγώνει πυρηνικά. Χρειάζεται την αποϊεροποίηση, την ποπ γείωση σε έναν παραπολιτικό πάτο. Το εξομοιωτικό «όλοι τα παίρνουνε» (που ως διά μαγείας κρύβει τους πραγματικούς λωποδύτες) μετατρέπεται ποιοτικά στο «ποιος είσαι συ (Μίκη)», μετατρέπεται στο «ποια είσαι συ (Αριστερά)». Ξεκολλάνε τους αριστερούς, την αριστερή παράταξη από την ιστορία τους, από τα φορτία τους, από τα ιδεολογικά και ανθρωπιστικά περιεχόμενα, και τους τοποθετούν σε ένα διαφώτιστο, στιγμιαίο παρόν. Δηλαδή, κατ’ αυτή την αντίληψη, η σύμπασα Αριστερά -εκτός από τα ιστορικά της ελαττώματα- δεν είναι και η παράταξη του συνεπούς αγώνα εθνικής ανεξαρτησίας ως οργανικού συστατικού της κοινωνικής απελευθέρωσης, αλλά είναι η παράταξη που δημιουργεί μποτιλιάρισμα στο δρόμο και εμποδίζει την καθημερινή λειτουργικότητα. Ο Μίκης δεν είναι ο δημιουργός, π.χ., του ορατορίου Άξιον Εστί, που μετέγραψε τη μεγάλη ποίηση, τη διδάξιμη γλωσσική εμπειρία, σε λαλιά, σε συλλογική αισθητική περιουσία, αλλά είναι αυτός που στα γεράματα ξαναβρίσκει ένα ενοχλητικό πολιτικό σφρίγος. Είναι αυτός που πρέπει να ξανααποδειχτεί μπροστά στον πολιτικό γραφειοκράτη. Αυτός που πρέπει να υποβάλει ξανά και ξανά curriculum vitae σε ένα αειφόρο και σωληνωτό opengov.
Με τη στρατηγική του μίσους και του πολιτικά ρατσιστικού αποκλεισμού, επιχειρείται να συγκροτηθεί μια άγραφη οθόνη, όπου όλες οι τερατωδίες μπορούν να συμβαίνουν χωρίς να ενοχλείται κανείς, παρά μόνο αυτός που απλώς ήρθε η σειρά του: Ο φριχτός ταξιτζής, ο αγύρτης φαρμακοποιός, ο άχρηστος υπάλληλος, ο τεμπέλης εργατοτεχνίτης του Περάματος, ο χοντρός Λαρισαίος αγρότης και, ό χειρότερος όλων, ο serial killer πανεπιστημιακός.
Διαπαραταξιακή νεοδεξιά μιας πλεκτάνης ενδοτισμού, που κατασκευάζει ψυχρά και επιθετικά την προ-ενοχή και αεί-ενοχή του αριστερού.
Με τη στρατηγική του μίσους και του πολιτικά ρατσιστικού αποκλεισμού, επιχειρείται να συγκροτηθεί μια άγραφη οθόνη, όπου όλες οι τερατωδίες μπορούν να συμβαίνουν χωρίς να ενοχλείται κανείς, παρά μόνο αυτός που απλώς ήρθε η σειρά του: Ο φριχτός ταξιτζής, ο αγύρτης φαρμακοποιός, ο άχρηστος υπάλληλος, ο τεμπέλης εργατοτεχνίτης του Περάματος, ο χοντρός Λαρισαίος αγρότης και, ό χειρότερος όλων, ο serial killer πανεπιστημιακός.
Διαπαραταξιακή νεοδεξιά μιας πλεκτάνης ενδοτισμού, που κατασκευάζει ψυχρά και επιθετικά την προ-ενοχή και αεί-ενοχή του αριστερού.
* O Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, επ. καθηγητής ΕΜΠ ([email protected])
Σχόλια