Την ώρα κατά την οποία η κατοχική Τουρκία καταφέρνει βαθμηδόν να καταστήσει μέρος της ατζέντας τις παράνομες και παράλογες διεκδικήσεις της σε βάρος της Ελλάδος και της Κύπρου, Αθήνα και Λευκωσία κινούνται με «σβησμένες μηχανές». Αντιμετωπίζουν τις τουρκικές κινήσεις με όρους εσωτερικού πολιτικού παιχνιδιού. Αμφότερα τα κράτη αυτά βρίσκονται σε τροχιά εκλογών, η προσοχή είναι στραμμένη προς τούτη την κατεύθυνση και τα πάντα ιεραρχούνται σε αυτή τη λογική. Σε τροχιά εκλογών, όμως, βρίσκεται και η Τουρκία, η οποία ωστόσο, δεν αναπροσαρμόζει πολιτικές αναλόγως των εσωτερικών πολιτικών συγκυριών. Η Άγκυρα δεν έχει σταματήσει την προώθηση και εφαρμογή του επεκτατικού σχεδιασμού της «Γαλάζιας Πατρίδας». Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, επενδύει όντως στην πρόταξη της ρητορικής των απειλών κι αυτό εντάσσεται στον προεκλογικό του σχεδιασμό. Ωστόσο, αυτή η τακτική εντάσσεται σε μια μακροπρόθεσμη τουρκική εθνική πολιτική, που έκπαλαι έχει στόχους και συγκεκριμένες επιδιώξεις. Μονίμως έχει επεκτατικά, ιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά.

Λειτουργεί έτσι γνωρίζοντας προφανώς ότι οι δυτικοί θεωρούν την κατοχική Τουρκία «χρήσιμη» και «απαραίτητη» για τα δικά τους συμφέροντα. Γι’ αυτό και της επιτρέπουν να ισορροπεί μεταξύ των δυο σχηματικών στρατοπέδων –του ΝΑΤΟ και της ΕΕ– από τη μια και της Ρωσίας από την άλλη. Αυτή η τακτική καθιστά την Άγκυρα σύμμαχο πρώτης γραμμής για το ΝΑΤΟ, που την θέλει διακαώς στο δυτικό μαντρί. Έχοντας ενώπιόν του αυτά τα δεδομένα ο Ερντογάν, αξιολογώντας τη στάση που τηρούν οι δυτικοί έναντι του κάνει παιχνίδι. Αν και προφανώς γνωρίζει πως εάν επιλέξει το άλλο στρατόπεδο θα έχει κόστος. Σε αυτό το διαμορφωμένο σκηνικό, η Ελλάδα κατά κύριο λόγο και η Κύπρος κατά δεύτερον, παρακολουθούν παθητικοί θεατές.

Αθήνα και Λευκωσία θα πρέπει να αποφύγουν να παρασυρθούν από τα σενάρια της Ουάσινγκτον, των Βρυξελλών και του Λονδίνου πως εάν φύγει ο Ερντογάν και αναρριχηθεί στην εξουσία η αντιπολίτευση θα αλλάξει η συμπεριφορά της κατοχικής Τουρκίας

Ερντογάν ή αντιπολίτευση;

Οι εκλογές στην Τουρκία, το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος χρόνου, ενδεχομένως να οδηγήσουν σε νέα δεδομένα. Το σημαντικό σε σχέση με την εκλογική αυτή διαδικασία είναι πρωτίστως πώς λειτουργεί το πολιτικό σύστημα, κυρίως η κυβέρνηση, στην πορεία προς τις κάλπες. Εδώ και μήνες αναφέρεται πως ο Ερντογάν θα πράξει το παν για να κερδίσει κι αυτές τις εκλογές ακόμη κι εάν χρειαστεί να προκαλέσει μια κρίση με την Ελλάδα, την Κύπρο ή άλλες γειτονικές χώρες. Ακόμη κι εάν οδηγήσει την κρίση σε στρατιωτική σύγκρουση. Είναι σαφές από τη συμπεριφορά της κατοχικής Τουρκίας ότι τεντώνει το σχοινί, προκαλεί και μέσα από τη στάση της, την εν γένει συμπεριφορά της, δεν αποκλείεται ακόμη και να προκληθεί ατύχημα και διά αυτού θερμό επεισόδιο. Το δεύτερο σημαντικό, ίσως σημαντικότερο, είναι τι θα προκύψει εάν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν χάσει τις εκλογές, απολέσει μετά από τόσα χρόνια την εξουσία.

Εάν η σημερινή αντιπολίτευση καταστεί διά των εκλογών κυβέρνηση τι θα αλλάξει στην Τουρκία; Σε ό,τι αφορά τα λεγόμενα εθνικά θέματα, τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής, δεν θα πρέπει να αναμένεται ότι θα αλλάξει οτιδήποτε. Πέραν από το γεγονός ότι η (σημερινή) αντιπολίτευση κατηγορεί τον Ερντογάν ότι δεν είναι όσο αποφασιστικός έναντι της Ελλάδος, της Κύπρου, στη Συρία. Τον κατηγορεί ότι αναλώνεται μόνο σε (ακραίες) ρητορικές εξάρσεις αποφεύγοντας τις πράξεις.

Είναι προφανές πως μόνο αιθεροβάμονες θα περιμένουν ότι με νίκη της αντιπολίτευσης στην Τουρκία θα ακυρωθούν οι σχεδιασμοί της «Γαλάζιας Πατρίδας», οι επεκτατικές βλέψεις κατά του ελληνισμού. Αυτή η πολιτική είναι διαχρονική, έχει εδραιωθεί από το πολιτικό σύστημα στην Άγκυρα και δεν πρόκειται να ανατραπεί. Η αναθεωρητική στρατηγική της κατοχικής δύναμης είναι στο DNA του πολιτικού, οικονομικού και στρατιωτικού συστήματος και δεν αλλάζει εκτός κι εάν υπάρξουν ανατροπές μέσα από την κοινωνία, πλην όμως τέτοιο ενδεχόμενο δεν είναι ορατό αυτή τη στιγμή. Κι αυτό είτε λόγω έλλειψης δημοκρατίας είτε γιατί τα αντανακλαστικά του συντηρητικού τμήματος της τουρκικής κοινωνίας συνήθισαν να ξυπνούν με εθνικιστικές εξάρσεις.

Την ίδια ώρα είναι προφανές πως σε περίπτωση νίκης της αντιπολίτευση τόσο οι ΗΠΑ όσο και η ΕΕ θα προσφέρουν κίνητρα στη νέα κυβέρνηση, ώστε εξαρχής να υπάρξει προσέγγιση και να αποφευχθούν οι δυσκολίες που διαπιστώνονται με τον Ερντογάν. Και είναι σαφές πως σε μια τέτοια περίπτωση ο λογαριασμός θα σταλεί στην Ελλάδα και την Κύπρο, ενδεχομένως και στους Κούρδους.

Αυτά τα δεδομένα δεν θα πρέπει να υποβαθμιστούν και να αντιμετωπιστούν επιδερμικά. Αθήνα και Λευκωσία θα πρέπει να αποφύγουν να παρασυρθούν από τα σενάρια της Ουάσινγκτον, των Βρυξελλών και του Λονδίνου πως εάν φύγει ο Ερντογάν και αναρριχηθεί στην εξουσία η αντιπολίτευση θα αλλάξει η συμπεριφορά της κατοχικής Τουρκίας. Ότι, δηλαδή, η Τουρκία θα μπει σε μια νέα εποχή και θα αλλάξει συμπεριφορές.


Κυπριακές εκλογές: Το ρεκόρ υποψηφίων και τα καυτά προβλήματα

Αριθμός-ρεκόρ σημειώνεται με τον αριθμό των υποψηφίων για τις προεδρικές εκλογές του Φεβρουαρίου στην Κύπρο. Δεκατέσσερις είναι οι υποψήφιοι, εκ των οποίων σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, οι τρεις είναι οι επικρατέστεροι. Ο τέως υπουργός Εξωτερικών Νίκος Χριστοδουλίδης, ο οποίος υποστηρίζεται από το ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, Αλληλεγγύη κι άλλους προηγείται σημαντικά ενώ μάχη για μια θέση στον δεύτερο γύρο δίνουν ο Αβέρωφ Νεοφύτου, που υποστηρίζεται από τον ΔΗΣΥ και ο τέως διαπραγματευτής για το Κυπριακό Ανδρέας Μαυρογιάννης, που υποστηρίζεται από το ΑΚΕΛ.

Εάν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, τότε για πρώτη φορά ένα από τα δυο μεγάλα κόμματα, είτε ο ΔΗΣΥ είτε το ΑΚΕΛ, θα βρεθούν εκτός του δεύτερου γύρου. Αυτό αναμένεται ότι θα προκαλέσει αναταράξεις ενώ θεωρείται δεδομένο ότι το εκλογικό αποτέλεσμα θα οδηγήσει σε αλλαγές στο πολιτικό σύστημα.

Οι προεδρικές εκλογές της 5ης Φεβρουαρίου 2023 (12/2 ο δεύτερος γύρος), θεωρούνται κομβικής σημασίας καθώς ο νέος Πρόεδρος θα βρεθεί ενώπιον σημαντικών προκλήσεων. Το μείζον είναι το Κυπριακό και η συνεχιζόμενη τουρκική επιθετικότητα και από την άλλη η οικονομία. Οι εργαζόμενοι στην Κύπρο βιώνουν μια νέα κρίση, η οποία ενίσχυσε το ήδη βεβαρημένο κλίμα, που δημιουργεί η παρατεταμένη πανδημία του κορωνοϊού. Με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία, ψαλιδίζονται δικαιώματα και μισθοί εργαζομένων, δημιουργώντας μια νέα τάξη πραγμάτων. Προοπτική διεξόδου δεν διαφαίνεται και είναι σαφές πως θα αποτελέσει ένα από τα μεγάλα ζητήματα που θα αντιμετωπίσει ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, πέραν του Κυπριακού.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!