Κι άλλες φορές έχω αναφερθεί στην αλληγορία του βιβλίου «Η Έρημος των Ταρτάρων» του Ιταλού συγγραφέα Ντίνο Μπουτζάτι (εκδόσεις Αστάρτη και τώρα Μεταίχμιο) που περιγράφει την ιστορία ενός υπολοχαγού που φυλάνε με τους άντρες του σε ένα φυλάκιο στην άκρη της ερήμου, μήπως απ’ αυτήν φανούν αίφνης να ’ρχονται οι Τάρταροι για να εισβάλουν στην Πόλη.

Οι Τάρταροι ούτε φαίνονται, ούτε έρχονται ποτέ, η έρημος παραμένει ήσυχη και τα φυλάκια στη ρουτίνα τους. Όπου την εγρήγορση διαδέχεται η ανία, αλλά το καθήκον παραμένει καθήκον.

Σιγά-σιγά ο υπολοχαγός και οι άντρες του τρώνε τη ζωή τους από τις Θερμοπύλες τους μη κινούντες, ενώ πίσω στην πόλη τους, όλα, ένα-ένα χάνονται, έρωτες, φιλίες, σχέσεις. Και το χειρότερο, ενώ οι φυλάττοντες φυλάττουν, οι Τάρταροι έχουν εισχωρήσει από αλλού στην Πόλη, παίζουν μπάλα, κάνουν κουμάντο, λύνουν και δένουν.

…………

Αυτή η αλληγορία με τους ξεχασμένους φρουρούς αφορά στη δημοσιογραφία, την πολιτική ιδεολογία και το αίσθημα του καθήκοντος.

Υπερβαίνοντας τη διήγηση του Μπουτζάτι, θα μπορούσαμε στον τάφο του επίμονου, ηρωικού και ξεχασμένου υπολοχαγού να γράψουμε το επιτύμβιο: «Οι βάρβαροι δεν πέρασαν». «»Τουλάχιστον όχι από ’δω», θα μπορούσε να προσθέσει ο σκανταλιάρης δαίμων που γελάει με τα ανθρώπινα.

Και το ακόμα πιο ωραίο είναι ότι, αν τον υπολοχαγό και τους άνδρες του, τους έστειλε η Πόλη να τη φυλάξουν στην ακρογραμμή της ερήμου από τους Ταρτάρους,

την επόμενη φουρνιά, τον επόμενο υπολοχαγό και τους άνδρες του θα τους στείλουν στο σύνορο να φυλάξουν την Πόλη από τους Ταρτάρους, οι ίδιοι οι Τάρταροι που πια κατέχουν την Πόλη.

Βεβαίως, για αυτήν τη δεύτερη φουρνιά δεν λέει κάτι ο Μπουτζάτι, λέει όμως η Ιστορία του 20ού Αιώνα και των αρχών του 21ου Αιώνα.

Πιθανόν οι φρουροί που πηγαίνουν τώρα να είναι λιγότεροι, αλλά πηγαίνουν. Πιθανόν ο υπολοχαγός τώρα να ξέρει τι τον περιμένει, αλλά πηγαίνει! Ηρωικό! Και όμορφο! Και μάταιο! Αλλά, αυτήν τη φορά και κάπως κωμικό. Διότι οι Τάρταροι είναι πια μέσα στην Πόλη. Αυτοί

δίνουν τις διαταγές, χτυπούν τα τύμπανα, υψώνουν τις σημαίες και λένε τις μεγάλες κουβέντες. Αυτοί είναι πλέον η Πόλη

με τον υπολοχαγό και τη φρουρά να υπηρετούν στα φυλάκια το φάντασμά της. Όμως αυτό το φάντασμα αξίζει! Είναι όσα ήταν οι φρουροί όσο είχαν έρωτες, αγάπες, φιλίες, σχέσεις, γονείς και παιδιά.

Γύρω απ’ τη φωτιά το βράδυ στην ψύχρα της ερήμου, με ένα μπουκάλι να γυρίζει από χέρι σε χέρι, οι φρουροί λένε εύθυμες ιστορίες από την εποχή που είχαν τη ζωή τους στην Πόλη, ήσυχοι πια ότι καμιά απειλή δεν θα έρθει από την έρημο.

…………..

Την Πόλη είναι που παρατηρούν πλέον στις βάρδιές τους οι φρουροί. Ταυτοχρόνως από τις αρραβωνιαστικιές τους μαθαίνουν νέα, και περιμένουν τη νύχτα που θα μείνει αφύλαχτη μια πύλη ή που κρυφά θα την ανοίξουν οι φίλοι, οι έρωτες και οι παλιές ιστορίες.

***

Αυτά, είπαμε, δεν τα λέει ο Μπουτζάτι, τα λέει όμως η Ιστορία του 20ού Αιώνα και των αρχών του 21ου Αιώνα, τα λέει και ο υπολοχαγός στα γράμματα που γράφει στην καλή του: να του στέλνει αλλαξιές, ένα γλυκό πού και πού για τους συναδέλφους, κρασάκι και κονιάκ. Και βιβλία.

………………

Στην πένα ντυμένοι οι φρουροί αλλάζουν κάθε μέρα τις βάρδιές τους στα φυλάκια, παρατηρούν κι εκπαιδεύονται

το ξέρουν δεν το ξέρουν οι Τάρταροι, πολιορκούνται… 

ΣΤΑΘΗΣ Σ.
28•IX•2023

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!