Με αφορμή τη δίκη των παιδιών μας στις 9 Δεκέμβρη, στη Λάρισα, που κατηγορούνται ως τρομοκράτες.
Θέλω να απευθύνω ένα ερώτημα προς όλους σας. Την ευρύτερη κοινωνία, που, αν είμαστε ρεαλιστές, θα παραδεχθούμε ότι δεν αντιδρά ή και δεν προβληματίζεται: «Ήταν τα παιδιά ένοχοι ή όχι; Πετούσαν πέτρες ή όχι; Πρέπει να υποστηρίξουμε τους «φασαριόζους» που οι αστυνομικοί με τις καταθέσεις τους –που δεχόμαστε «πέραν πάσης αμφιβολίας»- βεβαιώνουν ότι «εγκλημάτησαν»;
Για να γίνω κατανοητός, θα χρησιμοποιήσω μια υπόθεση εργασίας: Πέστε ότι, στα νοσοκομεία, τις θέσεις των χειρουργών καταλαμβάνουν άνθρωποι διορισμένοι από τα κόμματα, ότι αυτοί οι χειρουργοί δεν ακολουθούν τις οδηγίες της επιστήμης και όσα εκπαιδεύτηκαν να κάνουν, αλλά ενεργούν αυθαίρετα, ακολουθώντας κάθε φορά κάποιες πολιτικές πεποιθήσεις ή παρεμβάσεις, ακόμα και κάποιους νόμους, που όμως δεν έχουν σχέση με την επιστήμη της χειρουργικής αλλά με συμφέροντα και πολιτικές. Κόβουν, δηλαδή, τους άρρωστους ή και κάποιες φορές αρπάζουν αυθαίρετα απ’ τους δρόμους και υγιείς και τους κόβουν σύμφωνα με τέτοιου είδους «κανόνες».
Ερώτημα: Τι θα κάνατε; Θα το θεωρούσατε κανονικό; Θα το θεωρούσατε λογική συνέπεια του πολιτικού συστήματος που επικρατεί; Θα λέγατε ότι δεν γίνεται τίποτα, έτσι είναι το σύστημα; Μήπως ότι αυτά θα αλλάξουν στο σοσιαλισμό; Και θα αφήνατε αυτούς τους χασάπηδες να κόβουν (ή μάλλον να πετσοκόβουν) πιθανόν και τους συγγενείς σας με τέτοιους «κανόνες»;
Υπάρχει περίπτωση, στη σημερινή κοινωνία, να γίνει δεκτό κάτι τέτοιο (τουλάχιστον τόσο φανερά); Όχι; Γιατί, λοιπόν, γίνεται ανεκτό -και δεν ξεσηκώνεται το σύμπαν- το να υπάρχουν σε μια άλλη λειτουργία της κοινωνίας, εξίσου κρίσιμη με τη χειρουργική (τη δικαιοσύνη, εννοώ), νομικοί «χειρουργοί» που χρησιμοποιούν ένα νυστέρι εξίσου αιχμηρό και επικίνδυνο με το φυσικό, το νόμο, και να κομματιάζουν και να σακατεύουν ανθρώπινες υπάρξεις, ακόμη και ανώριμες, που τώρα ξεκινούν τη ζωή τους, ακολουθώντας «κανόνες», όπως πολιτική σκοπιμότητα, πιθανές ιδεοληψίες τους, προσδοκίες ατομικής ανέλιξης και άλλους εξίσου «καθαρούς» και «επιστημονικούς» με τους προηγούμενους που ανέφερα;
Μήπως αυτό το νυστέρι σάς φαίνεται ότι σκίζει πιο μαλακά, πιο θολά, πιο θεωρητικά, με περισσότερη ασάφεια; Κι όμως, αυτό το νυστέρι μπορεί να καταστρέψει τόσο την ψυχική όσο και ολόκληρη την κοινωνική ζωή ενός ανθρώπου. Η εικόνα ενός σακατεμένου ανθρώπου, ψυχικά και κοινωνικά, σας φαίνεται λιγότερο αποκρουστική απ’ το φυσικό σακάτεμα; Γιατί λείπουν μήπως τα αίματα;
Τι μας συγκρατεί απ το να απαιτήσουμε και να κάνουμε απαίτηση της κοινωνίας, εδώ και τώρα, να μπουν κανόνες, επιστημονικοί και δημοκρατικοί, και στη χρήση του νόμου;
Νομίζω ότι αυτή η διαφορά στην αντίληψη και αντίδραση του κόσμου απέναντι σ’ αυτές τις δυο κρίσιμες λειτουργίες της κοινωνίας δείχνει πόσο δρόμο ακόμη έχουμε να διανύσουμε, για να θεωρηθεί ότι η κοινωνία ξεπέρασε το προϊστορικό στάδιο ανάπτυξής της και μπήκε σ’ ένα πολιτισμένο στάδιο, όπου οι πολίτες αντιλαμβάνονται την έννοια του «σακατέματος» μ’ έναν πιο γενικευμένο τρόπο, αλλά εξίσου συνειδητά και ενεργά όσο και το φυσικό σακάτεμα. (Χαριτολογώντας, θα λέγαμε, ως προς τα κινητά με 3g και ιντερνετική διασύνδεση, πάμε καλά. Ως προς τις κοινωνικές σχέσεις, υστερούμε σακατευτικά).
Για όσους αμφιβάλλουν για το τι «κανόνες» επικρατούν στη δικαιοσύνη, παραθέτω: «Η βαριά παραβατικότητα προέρχεται όχι μόνο από “μικρομεσαίους” απατεωνίσκους αλλά και από φορείς της πολιτικής εξουσίας και της διαπλεκόμενης οικονομικής παραεξουσίας, οι οποίοι μένουν στο απυρόβλητο» (επίτιμος αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, κ. Γιώργος Βελής, από έρευνα της Καθημερινής, 2/12/2001). «Ανώτατοι δικαστικοί θέτουν επί τάπητος ζήτημα εκ βάθρων αναμόρφωσης και εκκαθάρισης της Δικαιοσύνης. Όλα δείχνουν ότι παρακολουθούμε το “χρονικό προαναγγελθέντος θανάτου” μιας κοινωνικής τερατογένεσης, που μας ταλαιπώρησε επί δεκαετίες» (από την ίδια έρευνα της Καθημερινής, 2/12/2001). Ανώτερος δικαστικός, απ’ τους πιο θαρραλέους και άτεγκτους, σημειώνει ότι η διατήρηση της επιλογής των ανωτάτων δικαστών από το υπουργικό συμβούλιο επιτρέπει τον έλεγχο της δικαιοσύνης απ’ την πολιτική εξουσία (από την ίδια έρευνα). «Υπάρχει, βέβαια, και ο θεσμός της επιθεώρησης των δικαστών: δικαστές του ανώτατου βαθμού επισκέπτονται κάθε χρόνο τα κατώτερα δικαστήρια και διαβάζουν τις αποφάσεις για να συντάξουν εκθέσεις περί της ποιότητας των δικαστών. […] Συχνά η επιθεώρηση δεν είναι παρά ένας τύπος (όχι άχρηστος) ή η ευκαιρία για ένα ευγενές γεύμα, που παραθέτει ο Δικηγορικός Σύλλογος της περιφέρειας» (Γιώργος Κουμάντος, πανεπιστημιακός δάσκαλος, μαχητής της ελευθερίας και δικαστής του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρίας Πνευματικής Ιδιοκτησίας).
Κ.ά., κ.ά., κ.ά. που δεν έχουν τέλος. Για να μην αναφερθώ στα έργα και ημέρες του προηγούμενου εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. κ. Σανιδά. Ακούσατε εσείς να έχουν λυθεί κάποια απ’ αυτά τα προβλήματα που αναφέρθηκαν;