Του Θεόδωρου Τσελεπή. Αν με ρωτήσει κάποιος, σήμερα, τι γνώμη έχω για το ΣΥΡΙΖΑ θα του απαντούσα, πολύ απλά, πως μου θυμίζει τους σημερινούς Έλληνες ποδοσφαιριστές.
Δηλαδή, πολύ καλούς αθλητές με φυσική κατάσταση, με πλούσια προσόντα, με δύναμη και αντοχή. Όμως στο παιχνίδι τους δεν έχουν φαντασία, δεν ξέρουν να ντριπλάρουν τον αντίπαλο και δεν ξεσηκώνουν την εξέδρα με την τεχνική τους. Πριν αναλύσω περισσότερο τη σκέψη μου, θα θυμίσω σε όσους την έχουν δει και θα παροτρύνω όσους δεν το έκαναν ακόμα να το πράξουν, την ταινία Νο. Το 1988 ο δικτάτορας της Χιλής Πινοσέτ προκηρύσσει δημοψήφισμα για την παραμονή του στην εξουσία, η αντιπολίτευση προσλαμβάνει έναν ανερχόμενο διαφημιστή για να εκπονήσει την προεκλογική της καμπάνια. Κι αυτός κόντρα στα μπαρουτοκαπνισμένα πολιτικά στελέχη που ήθελαν να επιμείνουν στον καταγγελτικό λόγο των εγκλημάτων του χουντικού καθεστώτος, έκανε το πολύ απλό πράγμα. «Μίλησε» μέσα από τα σποτάκια του με εικόνα και με λόγια για την ομορφιά της ζωής που θα είναι εφικτή αν λέγανε «nο» στο καθεστώς. Έδειξε την ομορφιά του να ζεις ελεύθερος, να σκέφτεσαι ελεύθερα, να δημιουργείς ελεύθερα. Έβαλε χρώμα και έδωσε μια νότα αισιοδοξίας. Και πολύ απλά κέρδισε μια μάχη που φαινόταν από χέρι χαμένη.
Αυτό ακριβώς πιστεύω λείπει σήμερα από το σύνολο της Αριστεράς και φυσικά και από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η αισιοδοξία, το όραμα και η αφήγηση για τη νέα κοινωνία που θέλουμε να οργανώσουμε. Δεν υπάρχει κανείς Έλληνας σήμερα που να πιστεύει πως τα μνημόνια και η πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση, μπορεί να δώσει λύση. Ίσα-ίσα, όλο και περισσότεροι πιστεύουν πως στόχος των μνημονίων, ήταν από την αρχή η φτωχοποίηση του λαού, το ξεπούλημα του εθνικού πλούτου και η σταδιακή απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας. Και τι κάνει γι αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ; Προσπαθεί να πείσει -τους ήδη πεισμένους Έλληνες- για το αυτονόητο, που είναι η καταστροφική πολιτική της κυβέρνησης Σαμαρά. Προσπαθεί να συσπειρώσει τον κόσμο γύρω από μια αρνητική καμπάνια ενάντια στο Μνημόνιο και τις συνέπειες του. Μα αυτό δεν φτάνει σήμερα. Ήταν αρκετό και είχε αποτέλεσμα στις προηγούμενες εκλογές που τον έφεραν στην αντιπολίτευση. Σήμερα χρειάζεται το κάτι παραπάνω. Την ελπίδα, το όραμα, την αφήγηση της οικοδόμησης μιας νέας δίκαιης κοινωνίας. Ενάντια στο Μνημόνιο είναι -ή λενε ότι είναι- οι περισσότερες πολιτικές δυνάμεις. Γιατί να επιλέξει τον ΣΥΡΙΖΑ; Ώς πότε ο κόσμος θα συσπειρώνεται σε ένα καταγγελτικό λόγο; Βαρέθηκα να ακούω για τις καταστροφικές συνέπειες της πολιτικής που ζούμε. Την ξέρω, τη βιώνω. Και την ξέρω πολύ καλύτερα, από οποιαδήποτε οικονομική ανάλυση και του πιο προικισμένου οικονομολόγου. Αλήθεια, αν δεν δώσεις όραμα στους γιατρούς για το σύστημα Υγείας που θες να οικοδομήσεις, όταν γίνεις κυβέρνηση, πώς θα τους πείσεις να συμμετέχουν; Μπορεί να χρειαστεί να συμμετέχουν με τα ίδια ή και λιγότερα χρήματα, αλλά αν πειστούν πως συμμετέχουν σε κάτι μεγάλο και πρωτοποριακό που έχουν θέση και συνδημιουργούν, έχεις ελπίδα να τα καταφέρεις να συμμετέχουν. Το ίδιο ισχύει για τους δασκάλους, τους επαγγελματίες, τους εργάτες.
Το 1981 ο Ανδρέας Παπανδρέου έδωσε όραμα στο ελληνικό λαό. Του μίλησε για την οικοδόμηση μιας νέας, δίκαιης κοινωνίας που ο λαός θα έρθει στην εξουσία. Που θα καταργηθούν οι διακρίσεις και θα επανέλθει η περηφάνια στους Έλληνες. Που θα πάψει να είναι προτεκτοράτο και θα γίνει ανεξάρτητο κράτος. Το αποτέλεσμα βέβαια ήταν πολύ διαφορετικό, αλλά ο ελληνικός λαός έπειτα από πολλά χρόνια ένιωσε ανάταση.
Αν πραγματικά θέλουμε την εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ, αν θέλουμε να κυβερνήσουμε, αν θέλουμε να αλλάξουμε το ρου της Ιστορίας, σήμερα κιόλας θα πρέπει να μιλάμε μόνο για το πώς θα οικοδομήσουμε το νέο και όχι να τρέχουμε ασθμαίνοντας πίσω από την κυβερνητική ατζέντα.