του Θανάση Μουσόπουλου*
Η Γενική Συνέλευση της UNESCO καθιέρωσε το 2005 την Παγκόσμια Ημέρα Φιλοσοφίας τηντρίτη Πέμπτη κάθε Νοεμβρίου, τονίζοντας τη σημασία της φιλοσοφίας, ιδιαίτερα για τους νέους ανθρώπους, ως έναν δρόμο «για την ανάπτυξη της κριτικής και ανεξάρτητης σκέψης με γνώμονα την καλύτερη κατανόηση του κόσμου και την προώθηση της ανεκτικότητας και της ειρήνης».
Με την καθιέρωση αυτής της Ημέρας, υπογραμμίζεται η διαχρονική αξία της φιλοσοφίας για την ανάπτυξη της ανθρώπινης σκέψης κάθε ατόμου, σε κάθε πολιτισμό.
Η Φιλοσοφία –μια πνευματική διαδικασία αναζήτησης της αλήθειας, μια διαδικασία εμβάθυνσης στη γνώση για τη Φύση, για τον Άνθρωπο και για τον Κόσμο– είναι ταυτόχρονα μια πράξη ελευθερίας και επιλογής της συνείδησης.
Δύο Γερμανοί δημιουργοί δίνουν πολύ καθαρά την ουσία της φιλοσοφίας:
«Οι φιλόσοφοι έχουν απλά ερμηνεύσει τον κόσμο με διάφορους τρόπους. Το θέμα είναι να τον αλλάξουμε», Καρλ Μαρξ, 1818-1883 (η 11η θέση για τον Feurbach που αναγράφεται και στον τάφο του)
«Το να φιλοσοφείς σημαίνει να είσαι καθ’ οδόν. Οι ερωτήσεις στη φιλοσοφία είναι πιο σημαντικές από τις απαντήσεις», Carl Jaspers, 1883-1969.
Κάθε χρόνο, με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας Φιλοσοφίας, αναρωτιόμαστε αν ο φιλοσοφικός στοχασμός πρόσθεσε κάτι για τη βελτίωση του κόσμου. Άραγε η φιλοσοφία είναι –όπως λένε κάποιοι– «λόγια του αέρος». Αρκετές φορές μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Η φιλοσοφία όμως, συχνά, είναι η βάση για πολιτιστικά και πολιτικά γεγονότα.
Θα αναφερθώ στην παρουσία φιλοσοφίας και λογοτεχνίας στο πρόσωπο ενός αγαπητού δημιουργού.
Ο Νίκος Καζαντζάκης κινείται μεταξύ φιλοσοφίας και λογοτεχνίας, φιλοσοφεί ως λογοτέχνης και λογοτεχνεί ως φιλόσοφος. Το 2017 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Φιλοσοφία και Λογοτεχνία Προσεγγίσεις και διακυβεύματα ενός ζητήματος» του Philippe Sabot (Εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις: Γιάννης Πρελορέντζος) απ’ τις εκδόσεις Gutenberg, όπου φωτίζονται πολλές πλευρές του θέματος. Έχουμε στον εικοστό αιώνα περιπτώσεις πολλών φιλοσόφων που ασχολήθηκαν με τη λογοτεχνία. Αναφέρουμε τον Ζαν-Πολ Σαρτρ και τον Αλμπέρ Καμί, που σε πολλά κείμενά τους αναμειγνύουν τη φιλοσοφία με τη λογοτεχνία. Εξάλλου ο Γ. Πρεβολέντζος έχει ασχοληθεί σε βιβλίο του ειδικά με τους γάλλους φιλοσόφους –λογοτέχνες του 20ού αιώνα.
«Το βασικό σημείο εκκίνησης του Σαμπό στο παρόν βιβλίο είναι, αφενός, να υπονομεύσει τη διάκριση ανάμεσα σε δύο αυστηρούς πόλους, αυτόν της λογοτεχνίας και αυτόν της φιλοσοφίας. Αφετέρου, να διευρύνει τα όρια εντός των οποίων μπορούν να οριστούν λογοτεχνία και φιλοσοφία, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο και τις επικαλύψεις τους» (όπως σημειώνει μιλώντας για το βιβλίο αυτό ο συγγραφέας – δρ. φιλοσοφίας Θωμάς Συμεωνίδης).
ΑΣ ΣΤΑΘΟΥΜΕ εμείς στο κείμενό μας στο γεγονός ότι τα όρια φιλοσοφίας και λογοτεχνίας δεν είναι ακριβώς διαχωρισμένα και στην εποχή μας συχνά επικαλύπτονται. Από τη μεριά των φιλοσόφων ο Κωνσταντίνος Βουδούρης, πρόεδρος για πολλά χρόνια της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρείας, σε παλιότερο κείμενό του παρατηρεί: «Τι είναι η φιλοσοφία; Υπάρχει για να εξυπηρετεί τους αφηρημένους σκοπούς της ή να παρεμβαίνει, να προτρέπει και να καθορίζει ακόμα έναν βίο εναρμονισμένο με αξίες; Για εμάς είναι το δεύτερο. Δεν ζεις για να έχεις απλώς χρήματα, αλλά για να έχεις ευδαίμονα βίο […] Στον δυτικό κόσμο υπάρχουν αυτοί που παρεμβαίνουν, όπως ήταν ο Ζαν-Πολ Σαρτρ, ο Μπέρναρντ Ράσελ ή ο Γιούργκεν Χάμπερμας σήμερα».
Σε άλλο σημείο παρατηρεί: «Το 1972, στο παγκόσμιο συνέδριο στη Βάρνα, ένας νεαρός επιστήμονας από την Αυστραλία είχε για πρώτη φορά διατυπώσει μια θεωρία για την οικολογική φιλοσοφία. Τότε είχε φανεί ως κάτι περίεργο, καινοφανές. Σήμερα είναι η κρατούσα άποψη. Το φυσικό, το κτισμένο και άκτιστο περιβάλλον έχει καθιερωθεί ως βασικό πεδίο φιλοσοφίας». Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να ισχυριστούμε ότι και η λογοτεχνία είναι πεδίο φιλοσοφίας. Η λογοτεχνίζουσα φιλοσοφία είναι γνωστή από την εποχή του Πλάτωνα, ο οποίος παρουσίασε τις φιλοσοφικές του απόψεις σε έξοχα λογοτεχνικά κείμενα. Στα νεότερα χρόνια, ο Βολταίρος με τις Φιλοσοφικές επιστολές, ο Ρουσσώ με τη Νέα Ελοΐζα, ο Νίτσε με τον Ζαρατούστρα και αργότερα ο Σαρτρ με το Κεκλεισμένων των θυρών, παρουσιάζουν φιλοσοφία με τη μορφή λογοτεχνικού κειμένου. Αλλά και άλλοι φιλόσοφοι, ο Καρτέσιος, ο Χέγκελ, ο Σπινόζα, δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη μορφή των κειμένων τους. Η φιλοσοφία από την άλλη τροφοδότησε έργα της λογοτεχνίας. Ο Δάντης, ο Γκαίτε, ο Ντοστογιέφσκι, ο Κάφκα, ο Καμύ, η Σιμόν ντε Μπωβουάρ παρουσίασαν έργα υψηλής λογοτεχνικής αξίας που διακρίνονται για τις φιλοσοφικές ιδέες και ρίζες τους.
Ο Νίκος Καζαντζάκης κινείται μεταξύ φιλοσοφίας και λογοτεχνίας, φιλοσοφεί ως λογοτέχνης και λογοτεχνεί ως φιλόσοφος.
Τα μυθιστορήματα του Καζαντζάκη αποτελούν επιβεβαίωση της καζαντζακικής, κυρίως μάλιστα της «κρητικής ματιάς»: «Η ηρωική χωρίς ελπίδα και χωρίς φόβο παιχνιδιάρα ματιά, που αντικρίζει έτσι τον Ταύρο – την Άβυσσο […] η βεβαιότητα , πως δεν υπάρχει αμοιβή, να μη σε κόβει τα ήπατα παρά να σε γεμίζει χαρά, υπερηφάνεια και αντρεία».
Ο Κ.Θ. Δημαράς θεωρεί τον Καζαντζάκη περισσότερο θεωρητικό και φιλόσοφο, παρά λογοτέχνη. Τα δύο μεγάλα έργα του («Ασκητική» και «Οδύσσεια») που κατονομάζει προσιδιάζουν σ’ αυτόν το χαρακτηρισμό. Πολλά και ενδιαφέροντα από φιλοσοφική σκοπιά είναι όσα παρατηρεί και ο Μάριο Βίττι. Φρονεί ότι ο Καζαντζάκης σε όλη του τη ζωή και σε όλα του τα έργα επιδιώκει την ανύψωση.
«Η προσπάθεια και η χαρά αυτής της ανοδικής τάσης είναι ένα από τα ελάχιστα αισθήματα που τον συγκινούν ακόμη και στη λυρική του δημιουργία» Μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η ανύψωση, η άνοδος αυτή αποτελεί απήχηση του πλατωνικού σπηλαίου.
Να προσθέσουμε για ένα έπος που σχεδίαζε ο Καζαντζάκης με τον τίτλο «Ακρίτας». Μας πληροφορεί ο Στυλιανός Αλεξίου: «Ο Καζαντζάκης προφητικά είδε ότι η ανθρωπότητα, μονόπλευρα βασισμένη στην ‘επιστήμη’, πηγαίνει προς την αυτοκαταστροφή. Αυτή θα ήταν η κεντρική θέση στο δεύτερο έπος που σχεδίαζε, τον Ακρίτα. Ο Οδυσσέας εκπροσωπεί τον αρχαίο κόσμο, ο Ακρίτας τους νεότερους χρόνους, από την Αναγέννηση ως τον 20ό αιώνα […] Στο έπος του Καζαντζάκη, ο Ακρίτας δημιουργεί […] έναν Υπεράνθρωπο – Robot. Είναι η προσωποποίηση της τεχνολογίας. Στην αρχή βελτιώνει τη ζωή του ανθρώπου. Τελικά γίνεται πανίσχυρη και τον υποτάσσει».
ΝΑ ΣΗΜΕΙΩΣΩ ότι στο πρώτο μου προ 50ετίας βιβλίο το 1972: «Επίδραση των ιδεών του Νίτσε στην ελληνική διανόηση και η υπέρβασή τους από τον Καζαντζάκη – Συμβολή στην έρευνα των πηγών της νεοελληνικής σκέψης» έβλεπα τον Καζαντζάκη περισσότερο ως φιλόσοφο παρά ως λογοτέχνη. Στο Νιτσεϊκό Στάδιο εντάσσω τη Διατριβή περί Νίτσε, στο Μετανιτσεϊκό Στάδιο την «Ασκητική», ενώ την «Οδύσεια» και τα μυθιστορήματά του τα θεωρώ Επιβεβαίωση της υπέρβασης του Νίτσε.
Ο Νίκος Καζαντζάκης κινείται μεταξύ φιλοσοφίας και λογοτεχνίας, φιλοσοφεί ως λογοτέχνης και λογοτεχνεί ως φιλόσοφος
* Ο Θανάσης Μουσόπουλος είναι φιλόλογος, συγγραφέας, ποιητής