Συνέντευξη στην Ειρήνη Βοσκάκη

 

Ο Νίκος Καμτσής είναι ο σκηνοθέτης του θεατρικού έργου Νίτσε – Βάγκνερ, ένα έργο για τον φασισμό και ο καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ όπου παίζεται η παράσταση. Μιλήσαμε μαζί του για το έργο, για το τι ερωτήματα θέλει να θέσει με αυτό και τι μπορεί να προσφέρει η τέχνη στον αγώνα ενάντια στον σύγχρονο φασισμό.

 

Στο θεατρικό Νίτσε – Βάγκνερ, ένα έργο για τον φασισμό, τελικά δίνεται κάποια απάντηση για τον φασισμό ή ο θεατής καλείται να κατανοήσει περί τίνος πρόκειται, να σκεφτεί και τελικά να δώσει ο ίδιος μία απάντηση;

Ο ρόλος του θεάτρου δεν είναι να δώσει απάντηση. Είναι να θέτει επιτακτικά ερωτήσεις και επιτακτικά να ζητάει απαντήσεις. Απαντήσεις οι οποίες δεν δίνονται τελικά, αλλά σχηματίζονται στο μυαλό του θεατή που τις επεξεργάζεται. Αυτό είναι ο προβληματισμός.

Φυσικά και πρέπει να επιδιώκει και ο θεατής αυτόν τον διάλογο. Μια παράσταση, όποια και αν είναι, δημιουργεί έναν τέτοιο διάλογο. Άλλες φορές σπουδαίο και άλλες φορές ασήμαντο ή και βλαβερό, σκοταδιστικό. Ο διάλογος, όμως, απαιτεί δύο συνομιλητές απαραίτητα και στην περίπτωση του θεάτρου δεν είναι άλλοι από τη σκηνή και την πλατεία, την παράσταση και το κοινό. Η δική μας παράσταση δεν θέλει απλώς να κατανοήσει ο θεατής τον φασισμό. Ο θεατής τον ξέρει πολύ καλά. Εκείνο που δεν ξέρει είναι τις ρίζες του φασιμού μέσα στον δικό του ψυχισμό, στην ιδιοσυγκρασία του. Αυτό προσπαθεί η παράσταση να του αποκαλύψει. Και αν ο θεατής βρει μέσα εκεί κάποιες τέτοιες ρίζες μαζί με τις παραφυάδες τους, τότε δεν θα μας πείραζε καθόλου αν ντρεπόταν και λίγο. Αυτό ήδη θα ήταν ένα πρώτο βήμα για να τις ξεριζώσει.

 

Γιατί Νίτσε και Βάγκνερ; Συνδέονται, και αν ναι πώς, με την ιδεολογία και τις πρακτικές του φασισμού;

Συνδέονται. Φυσικά αυτή η σύνδεση για να γίνει χρειάστηκε κάποιον να «βάλει χέρι» πάνω στο έργο ενός φιλόσοφου που έζησε και έγραψε 40 χρόνια πριν από την εμφάνιση του Χίτλερ και του ναζισμού. Στην περίπτωση του Νίτσε το χέρι αυτό ήταν της αδελφής του. Με τη βοήθεια της Ελίζαμπετ Νίτσε και του συζύγου της, δηλωμένου εθνικοσοσιαλιστή, ο Χίτλερ έφερε στα μέτρα του το νιτσεϊκό έργο. Ο Χίτλερ βασίστηκε στα νιτσεϊκά έργα για να οικοδομήσει τη θεωρία του εθνικοσοσιαλισµού ή ναζισµού. Το πρότυπο της Άρειας φυλής βασίστηκε πάνω στον Υπεράνθρωπο (Τάδε έφη Ζαρατούστρα), το σημαντικότερο ίσως έργο του Νίτσε. Ο Νίτσε όμως, καθώς φαίνεται και μέσα από τα έργα του, υπήρξε δριμύτατος επικριτής τόσο των εθνικιστικών, όσο και κάθε αντισημιτικών τάσεων. Ο Ζαρατούστρα είναι η υπέρβαση του ανθρώπου προς το ανθρωπινότερο και όχι προς το απανθρωπότερο. Το νιτσεϊκό έργο ήταν µια κραυγή μέσα στη βαθιά νύχτα των ανθρώπων.

Ο Βάγκνερ έχει φήμη αντισημίτη και ξενόφοβου και τα χαοτικά φυλλάδιά του ενθουσίασαν, κατά τον 20ό αιώνα, τον Αδόλφο Χίτλερ, ο οποίος είχε δηλώσει ότι τα έργα του Βάγκνερ είναι τα πλέον κατάλληλα ακούσματα για τα αφτιά των γνήσιων Γερμανών. Προσωπικά δεν νομίζω ότι ο ίδιος ήταν φασίστας ή ναζιστής. Νομίζω ότι ήταν φανατικός Βαγκνεριστής.

 

Ο φασισμός την περίοδο που ζούμε φαίνεται να έχει δυναμική σε ένα κομμάτι της κοινωνίας. Μπορεί μέσα από την παράσταση ο θεατής να αντιληφθεί για το τι σημαίνουν στην εποχή μας οι πρακτικές που χρησιμοποιεί ο φασισμός για να εισβάλει στην καθημερινότητα είτε της πολιτικής, είτε της κοινωνικής ζωής;

Πράγματι και σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην Ευρώπη το βλέπουμε πεντακάθαρα και στην Ελλάδα ανατριχιάζουμε στην εμφάνισή του. Ωστόσο, όμως, αυτός ο δηλωμένος φασισμός όσο αποτρόπαιος και αν είναι δεν παύει να είναι γνωστός. Προσωπικά φοβάμαι τον κρυμμένο φασισμό. Αυτόν που εμφανίζεται με τη μορφή του οικογενειάρχη, ή της μάνας που φοβάται μην τυχόν και τα παιδιά της καθίσουν στο ίδιο θρανίο με το προσφυγόπουλο, ή του επαγγελματία που εκμεταλλεύεται τα εργατικά χέρια του μετανάστη όσο πιο απάνθρωπα μπορεί.

 

Σήμερα η τέχνη μπορεί να δώσει απαντήσεις για να αντικρούσει τον φασισμό; Είναι ελεύθερη να δημιουργεί νέες σκέψεις και να ανοίγει ορίζοντες στο κοινό της, για τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τα πράγματα που συμβαίνουν καθημερινά και φαίνεται να βάζουν τον κόσμο, χωρίς ο ίδιος να το θέλει, στο περιθώριο;

Η παράσταση επιδιώκει τη συνειδητοποίηση του θεατή. Να δει το πρόσωπό του σε έναν καθρέφτη και αν του αρέσει τότε ας γίνει συνειδητά φασίστας. Αλλά αν δεν του αρέσει η εικόνα του να πολεμήσει ενάντια στον καθημερινό του φασισμό.

Αυτό είναι το χρέος της, όχι να δώσει απαντήσεις γιατί τότε θα προκαλούσε τα χασμουρητά του κοινού. Το θέατρο και οι καλλιτέχνες δεν είναι πιο έξυπνοι από τους υπόλοιπους, δεν είναι ευλογημένοι από τον Θεό, να γνωρίζουν την αλήθεια που από τους άλλους είναι κρυμμένη. Το θέατρο πρέπει να θέτει το ερώτημα, να ξεκινάει τη συζήτηση και να επιμένει να μπει ο θεατής και να αποκτήσει γνώμη. Συνειδητά να την υπερασπιστεί. Ανοίγει νέους ορίζοντες, κυρίως όταν ο θεατής ανακαλύψει μια νέα πλευρά του εαυτού του που δεν την είχε υποπτευθεί ως τότε. Φανταστείτε έναν προοδευτικό πολίτη που ανακαλύπτει τον δικό του κρυμμένο φασισμό στη συμπεριφορά του, στην οικογένειά του, στη δουλειά του. Με τη γυναίκα και τα παιδιά του ή και με ένα σκυλί ακόμη.

Το Νίτσε – Βάγκνερ, ίσως έχει ένα τίτλο που παραπλανά τον θεατή, ότι αν έρθει στο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ θα δει την βιογραφία δύο ιστορικών προσωπικοτήτων. Δεν είναι όμως αυτό. Περισσότερο απευθύνεται σε ανθρώπους ευαίσθητους, που έχουν έστω τρομάξει μία φορά στη ζωή τους με αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Από το προσφυγικό και το μεταναστευτικό και τι ήρθε να μας αποκαλύψει για τους εαυτούς μας σαν άτομα και σαν λαό, μέχρι τον Αρτέμη Σώρρα και το κίνημά του που το ακολουθούν ουκ ολίγοι συμπατριώτες μας. Ναι, οργίζομαι και φοβάμαι όταν βλέπω 300 ανθρώπους μπροστά στο Ηρώδειο (κάτω από την Ακρόπολη) να ορκίζονται στους 12 θεούς του Ολύμπου, να πιστεύουν και να επιδιώκουν τον «ελλάνιο συντονισμό» και τη συμπαντική συνειδητότητα. Εδώ κάπου κρύβεται ένας φασισμός. Και δεν κρύβεται μόνο σ΄ αυτούς που ορκίζονται και συμμετέχουν, αλλά ίσως και στους άλλους που γελούν μαζί τους. Το Νίτσε – Βάγκνερ, ένα έργο για τον φασισμό, πιστεύει ότι κάτι τέτοια δεν είναι ούτε ασήμαντα, ούτε δευτερεύοντα, ούτε φυσικά και αστεία.

 

INFO

Το Θέατρο Τόπος ΑΛΛΟύ (Κεφαλληνίας 17, Κυψέλη), παρουσιάζει από τις 3 Μαρτίου την παράσταση Νίτσε – Βάγκνερ, ένα έργο για τον Φασισμό.

 

Συντελεστές:

Έρευνα, σκηνοθεσία, σκηνικό: Νίκος Καμτσής
Κοστούμια: Μίκα Πανάγου
Μουσική: Χρήστος Ξενάκης
Βίντεο: Γιώργος Αλεξίου

Παίζουν: Βίκυ Αθανασίου, Νίκος Καραστέργιος, Έμμυ Μαυρίκα, Ηλίας Μενάγιερ, Ανδρέας Παπαγιαννάκης, Αλεξάνδρα Χαραλαμπίδου, Μαρκέλλα Στάμου.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!