Του Ιάσονα Κωστόπουλου
Η αποχώρηση της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης συνάντησε διεθνείς αντιδράσεις και αντιμετωπίστηκε ως ένα μεγάλο πισωγύρισμα της χώρας στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Καθώς η εν λόγω σύμβαση προβλέπει τη δέσμευση των χωρών να διασφαλίσουν νομικά την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας και άλλων αντίστοιχων εγκλημάτων που αφορούν την έμφυλη βία. Σε αυτό το σημείο πρέπει να σημειωθεί ότι στη γειτονική χώρα, μόνο για το 2020, έχουν καταγραφεί τριακόσιες γυναικοκτονίες και αναμφίβολα η αποχώρηση από τις δεσμεύσεις της σύμβασης θα επιδεινώσει περαιτέρω την κατάσταση. Ωστόσο, προκαλεί αίσθηση το ύφος των ανακοινώσεων από μεριάς Ε.Ε. αλλά και ορισμένων οργανώσεων που έσπευσαν να καταδικάσουν το γεγονός ως μια αντιδημοκρατική κίνηση της Τουρκίας. Αφού στην καλύτερη περίπτωση γίνεται λόγος για το φασιστικό καθεστώς στο εσωτερικό της γείτονος, ενώ σε άλλες το θέμα περιορίζεται στον τομέα των συγκεκριμένων δικαιωμάτων, λες και πρόκειται για κάποια δυτικού τύπου δημοκρατία.
Για όσους ενδιαφέρονται για το γυναικείο ζήτημα στη γειτονική χώρα θα πρέπει να είναι καθαρό. Αν δεν ηττηθεί συνολικά ο νεοθωμανισμός στην περιοχή όχι μόνο δεν εξασφαλίζονται τα ανθρώπινα, δημοκρατικά και έμφυλα δικαιώματα αλλά ούτε καν η ειρήνη και η ελευθερία των λαών
ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, η συγκεκριμένη κίνηση δεν αποτελεί έκπληξη και συνάδει απόλυτα με τις αλλαγές που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στην Τουρκία. Από την επικράτηση του πολιτικού Ισλάμ και την ισλαμοποίηση της καθημερινής ζωής μέχρι το νεοθωμανικό όραμα του Ερντογάν, η Τουρκία αποτελεί μια χώρα στην οποία έχει οικοδομηθεί ένα φασιστικό, επεκτατικό καθεστώς, επικίνδυνο για τους γειτονικούς λαούς και καταπιεστικό για όποιον αντιστέκεται εντός του. Τα αποτελέσματα αυτής της διεργασίας έχουν γίνει εμφανή τα τελευταία χρόνια, με την επιθετικότητα σε βάρος Ελλάδας-Κύπρου, τη σφαγή των κουρδικών πληθυσμών, τον βομβαρδισμό και την κατοχή μέρους της Συρίας, τον πόλεμο στην Αρμενία αλλά και τη μετατροπή της Αγ. Σοφίας σε τζαμί. Γι’ αυτό και οι προσεγγίσεις που είτε εθελοτυφλούν είτε σκόπιμα απομονώνουν τα γεγονότα είναι υποκριτικές. Εξ ου και προκαλούν οργή οι ανακοινώσεις παραγόντων της Ε.Ε. που από τη μια καταγγέλλουν και από την άλλη χαϊδεύουν το «θηρίο». Αλλά και για όσους ειλικρινά ενδιαφέρονται για το γυναικείο ζήτημα στη γειτονική χώρα, θα πρέπει να είναι καθαρό πως αν δεν ηττηθεί συνολικά ο νεοοθωμανισμός στην περιοχή όχι μόνο δεν εξασφαλίζονται τα ανθρώπινα, δημοκρατικά και έμφυλα δικαιώματα αλλά ούτε καν η ειρήνη και η ελευθερία των λαών.
ΕΠΙΠΡΟΣΘΕΤΑ, η ανάδειξη μιας περιφερειακής δύναμης με τέτοια χαρακτηριστικά στην περιοχή μας θα επιφέρει αλλαγές και στα γειτονικά σε αυτήν κράτη. Για παράδειγμα, όταν κάνουμε λόγο για την ενδεχόμενη δορυφοριοποίηση της χώρας μας γύρω από την Τουρκία, δε μιλάμε απλά για μια διαδικασία που αφορά τα «εθνικά ζητήματα». Στην πραγματικότητα, κάτι τέτοιο θα είχε άμεσες επιπτώσεις και στην κοινωνία. Κι αυτό γιατί, αφενός θα σήμαινε την ιδεολογική επικράτηση του νεοθωμανισμού στη γύρω περιοχή, αφετέρου τη συνολική μετατόπιση της χώρας προς τα «ανατολικά». Για παράδειγμα, είναι ουτοπικό σε μια τέτοιου είδους πορεία να περιμένει κανείς ότι η χώρα μας θα μείνει μια δυτικού τύπου δημοκρατία ή να ελπίζει σε μια άλλη πορεία για το προσφυγικό, την ώρα που η μεγαλύτερη δύναμη της περιοχής το χρησιμοποιεί ανενόχλητη ως γεωπολιτικό όπλο. Αντίστοιχα, το μπόλιασμα του θρησκευτικού εξτρεμισμού με την πολιτική σκηνή στην Τουρκία θα δημιουργούσε ανακλάσεις και στις γύρω χώρες, έστω και τεθλασμένες. Μάλιστα, αρκεί κανείς να αναλογιστεί την ποιότητα και τα χαρακτηριστικά του ελληνικού πολιτικού συστήματος για να καταλάβει πως όλα τα παραπάνω «δυστοπικά» θα μπορούσαν να συμβούν και με τις ευχές του.
Η ΑΠΟΤΡΟΠΗ μιας τέτοιας πορείας για τη χώρα είναι απαραίτητη, κόντρα στους ενδοτικούς σχεδιασμούς που σήμερα προωθούνται. Πράγμα που αποτελεί αναγκαίο βήμα όχι μονάχα για την υπεράσπιση της εθνικής μας υπόστασης αλλά για τους αγώνες για την ελευθερία και κάθε είδους ανθρώπινα δικαιώματα, τόσο στην Ελλάδα όσο και συνολικά στην Ανατολική Μεσόγειο. Γι’ αυτό και στεκόμαστε δίπλα τόσο στον αγώνα των γυναικών στην Τουρκία, όσο και σε κάθε αγώνα απέναντι στον αδηφάγο τουρκικό επεκτατισμό.