Μπορεί η διακυβέρνηση να χρειάζεται ένα πρόγραμμα με συγκεκριμένες δράσεις, αλλά πίσω απ’ αυτό πρέπει να προηγηθεί ένα πρόγραμμα βασικών αντιλήψεων και κατευθύνσεων που η Αριστερά δεν έχει ακόμα, ούτε δείχνει να το έχει πλήρως συνειδητοποιήσει.

Πάνω από το υπουργείο Πολιτισμού και πέρα από τα πρακτικά του καθήκοντα, οικονομικά, διοικητικά, μισθολογικά, κτηριακά κ.λπ., πρέπει να κυριαρχεί μία κεντρική αντίληψη για τον πολιτισμό.
Έχει μεγάλη σημασία να έχουμε ξεκαθαρίσει εάν ο πολιτισμός είναι το άθροισμα των πολύμορφων αντιλήψεων και των πολύπλοκων συμπεριφορών ολόκληρης της κοινωνίας ή υπόθεση μιας ελίτ των γραμμάτων και των τεχνών, των καλλιτεχνών και των παραγωγών, των μαικήνων και της βιομηχανίας θεάματος-ακροάματος. Έχει μεγάλη σημασία να ξεκαθαρίσουμε ποιους εμείς υπηρετούμε και ποιο είναι ακριβώς το διαφορετικό που επιδιώκουμε.
Τελικά, πρέπει να αποσαφηνίσουμε για ποιο πολιτισμό μιλάμε και εάν μέσα στη λογική μας έχει προτεραιότητα, όταν και όπου μοιράζουμε εμείς τα χαρτιά, να υπηρετούμε το λαό και να τον τοποθετούμε στο κέντρο του σχεδιασμού και της δράσης, συμμετέχοντας και οι ίδιοι, εμείς, όχι μόνο ως ειδικοί, αλλά και ως συνεργοί. Είναι αναγκαίο να προτάξουμε την αλλαγή των σχέσεων των καλλιτεχνών με το κράτος και την κοινωνία. Να κατανοήσουμε πώς διαμορφώνεται ο πολιτισμός σε όλους τομείς της ζωής, απ’ όλους, από το πιο μικρό ατομικό κομματάκι ώς το πιο μεγάλο συλλογικό. Να μην διαχωρίζουμε τον πολιτισμό από την κανονική ζωή, σαν κάτι εξτρά, έκτακτο, ειδικό. Να μην αναφερόμαστε σε ένα πολιτισμό που τα γρανάζια του είναι παράλληλα με τα γρανάζια της κοινωνίας ή απλώς εφάπτονται. Και να μην αφήνουμε κανέναν απ’ έξω. Να αποκλείσουμε τους αποκλεισμούς! Να συλλάβουμε ότι το πιο μεγάλο εργαστήρι πολιτισμού, στην κοινωνία του μέλλοντος, θα είναι η ίδια η κοινωνία και όχι «οι άνθρωποι του πολιτισμού». Εννοείται ότι σ’ αυτή τη διαδικασία, οι άνθρωποι του πολιτισμού έχουν να παίξουν, σήμερα και αύριο, ένα πολύ σημαντικό ρόλο, αλλά ο πολιτισμός δεν θα εξαντλείται στο δικό τους έργο ερήμην της κοινωνικής συμμετοχής.
Για παράδειγμα, δεν μπορεί να ασκείται η οικονομική δραστηριότητα ανεξάρτητα από τις πολιτισμικές συντεταγμένες, άλλες εκ των οποίων είναι γνωστές, δεδομένες και συμφωνημένες, άλλες ρευστές και μεταβλητές και άλλες ζητούμενες. Οι αλληλεπιδράσεις είναι τόσο μεγάλες και καθοριστικές που κανένα πλάνο πολιτισμού δεν μπορεί να τις αγνοεί. Κανένας τομέας, καμία δράση δεν εξαιρείται. Γι’ αυτό, για κάθε δράση, ένα μεγάλο ξενοδοχείο, ένα εμπορικό κέντρο ή μία συστάδα ανεμογεννητριών, πρέπει να προηγείται μία μελέτη πολιτιστικών επιδιώξεων και επιπτώσεων, που θα κρίνεται μέσα από τη σκοπιά της τοπικής κοινωνίας και του ΥΠΠΟ.

 

Ο πολιτισμός σε συνθήκες πολέμου
Πόση αξία θα έχουν πολιτικές για τον πολιτισμό, για την πολιτιστική κληρονομιά, για το θέατρο ή το σινεμά, όταν το κλείσιμο των καταστημάτων στις γειτονιές απονεκρώσει τη ζωή, κλείσει ακόμα περισσότερο τους ανθρώπους στα σπίτια τους, επιβάλλει τη μοναξιά και την αποξένωση, αυξήσει την εγκληματικότητα και ρίξει το ηθικό της κοινωνίας; Πόση αξία έχουν οι πολιτικές που ενισχύουν τους καλλιτέχνες και το έργο που αυτοί παράγουν την ώρα που η κοινωνία καταρρέει; Επαρκούν οι παραδοσιακές πολιτικές για τον πολιτισμό, έστω και βελτιωμένες, για να συμβάλλουν στην αντιστροφή της κατάρρευσης και των συνεπειών της που εξαθλιώνουν και εκβαρβαρίζουν τον καταδιωκόμενο φοβισμένο πολίτη;
Το ότι η αξιοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και η στήριξη της καλλιτεχνικής δημιουργίας συμβάλλει στον εκπολιτισμό, την οικονομική δραστηριότητα κ.λπ., είναι ορθό και αυτονόητο. Εντούτοις, καμία δράση των κρατικών φορέων, των ειδικών και των επαγγελματιών δεν μπορεί να αντισταθμίσει εκ των άνω τις τρομακτικές απώλειες «πολιτισμού» που υφίσταται η κοινωνία σε συνθήκες ολομέτωπης επίθεσης του πιο βίαιου και αρπακτικού καπιταλισμού και γενικευμένης και καθολικής κρίσης, εάν δεν αναπτύσσεται ένα δυναμικό, μαζικό, εθελοντικό, ελεύθερο και ανατρεπτικό κίνημα στη βάση της κοινωνίας. Αν η εκ των άνω «πολιτική για τον πολιτισμό» δεν υπηρετεί αποφασιστικά, αλλά διακριτικά, το κίνημα εκ των κάτω.

Ωραία εικόνα, μαύρη ψυχή
Η αναφορά, για παράδειγμα, σε πόλεις του εξωτερικού που έχουν αξιοποιήσει και αναπτύξει στο έπακρο την πολιτιστική κληρονομιά και ενισχύουν τους καλλιτέχνες με χρήματα, θέσεις και εκδηλώσεις, δεν απαντάει στο ερώτημα τι φταίει που οι δημότες αυτών των υποδειγμάτων, παρ’ όλη την εξαίρετη εικόνα των πόλεών τους, διαπνέονται από ρατσιστικές και αντιδημοκρατικές αντιλήψεις. Όλοι μας, οι ομοϊδεάτες, θα θέλαμε να ζούμε σε μια πολύ όμορφη πόλη, αλλά να μην κατοικείται από ρατσιστές και νεοναζί. Η διασφάλιση της όμορφης πόλης δεν διασφαλίζει από μόνη της και τα πολιτισμικά-πολιτικά χαρακτηριστικά των κατοίκων της. Σε πολλές περιπτώσεις, τα ποσοστά των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής είναι το ίδιο υψηλά σε μια κακόγουστη εγκαταλειμμένη γειτονιά και σε μια πλούσια και όμορφη περιοχή. Τα παραδείγματα είναι ακόμα πιο ξεκάθαρα στην Ευρώπη, π.χ. στην Αυστρία, τη χώρα του Μότσαρτ, ή την Ολλανδία, τη χώρα με τους πιο ανεκτικούς νόμους. Ο ρατσισμός, χωρίς ασφυκτική οικονομική κρίση, είναι διάχυτος και εκφράζεται με μεγάλη αντιπροσώπευση στα κοινοβούλια τους. Το ίδιο σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, αν κρίνουμε και από τη συναίνεση πλειοψηφικών τμημάτων της κοινωνίας σε πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς τύπου Γιουγκοσλαβίας, Λιβύης κ.λπ.
Στις καπιταλιστικές μητροπόλεις είναι καθαρή η διάκριση ανάμεσα στις ελίτ και τις μάζες. Από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια που φοιτούν οι μεν και οι δε, ως τα προϊόντα πολιτισμού που καταναλώνουν και τις δράσεις πολιτισμού που οι ίδιοι οι πολίτες ασκούν.
Ο πολιτισμός πρωτίστως πρέπει να είναι η επιδίωξη των ύψιστων σκοπών, είτε σε ατομικό είτε σε συλλογικό πεδίο. Αυτό που κληρονομεί η ανθρωπότητα από την ελληνική αρχαιότητα σαν ύψιστη πολιτιστική κατάκτηση είναι ένα μείγμα γραμμάτων, τέχνης, επιστήμης και δημοκρατίας. Όσο σημαντικό κι αν είναι κάτι από μόνο του, δεν θα υπήρχε ή δεν θα είχε την ίδια σημασία και αξία χωρίς τα υπόλοιπα. Μία πολιτική για τον πολιτισμό πρέπει να έχει ως κεντρικό στόχο τη συμβολή της πολιτείας, των θεσμών και των εξαρτημένων ή συναλλασσόμενων με αυτήν δημιουργών και παραγόντων, στη διασπορά, καλλιέργεια και ανάπτυξη των βασικών αξιών της δημοκρατίας, της ισότητας, της συμμετοχής, της ελευθερίας και της αλληλεγγύης. Αλλιώς θα περιορίζεται στη λογιστική, χωροταξική, νομική κ.λπ. διαχείριση του «πολιτισμού» σύμφωνα με τον ισχύοντα ή τον τροποποιημένο καταμερισμό τομέων του ΥΠΠΟ. Θα κινείται στη λογική κάθε γειτονιάς και κάθε χώρου εργασίας. Κάθε χωριό να είναι ένα μικρό υπουργείο Πολιτισμού κόντρα στη λογική του υπερσυγκεντρωτισμού, του υπερΚαλλικράτη. Θα έχει σαν γνώμονα την αποκέντρωση, την πολύμορφη στήριξη των κοινωνικών πρωτοβουλιών, τον πολίτη σαν ενεργό παράγοντα του πολιτισμικού γίγνεσθαι και όχι σαν παθητικό δέκτη των κεντρικών πολιτικών.

Τα κινήματα διαμορφώνουν πολιτισμό
Όσα διαδραματίζονται τα τελευταία χρόνια είναι πολύ διαφωτιστικά. Η άνοδος της ελληνικής Αριστεράς φαίνεται εξωφρενική γιατί δεν είχαμε υπολογίσει το βάθος και κυρίως την ποιότητα των ζυμώσεων μέσα στην κοινωνία που εκφράζονταν σποραδικά με μεγάλες κινητοποιήσεις, μερικές φορές με τη μορφή εκρήξεων, π.χ. Δεκέμβρης 2008, και μερικές φορές με τη μορφή ειρηνικών συναντήσεων, π.χ. Σύνταγμα. Δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες κινήματα, μικρά, μεσαία και μεγάλα, σε τοπικό επίπεδο, από τις απεργίες, το κίνημα Δεν πληρώνω, το κίνημα της πατάτας, για τη ρύπανση του Ασωπού, οι καταλήψεις, η κατάργηση του άρθρου 16 και του νόμου Διαμαντοπούλου, οι λαϊκές συνελεύσεις κ.λπ., συνεισφέρανε καθοριστικά στην άνοδο της Αριστεράς. Δεν είναι η «καθοδήγηση» της Αριστεράς που έφερε την αλλαγή με την επιθυμία για αξιοπρεπή διαβίωση, δικαιοσύνη και δημοκρατία, όσο σημαντική κι αν είναι η συμβολή της. Η Αριστερά κάπου προπορεύθηκε, κάπου ακολούθησε, κάπου συντάχθηκε και κάπου τσίνησε. Αλλά απέσπασε τα εύσημα για την εν γένει στάση της.
Η διαχείριση του «υπαρκτού πολιτισμού» είναι ένα μεγάλο ζήτημα που δεν πρέπει καθόλου να παραμεληθεί και πρέπει να γίνει με πολλές αλλαγές, πάσης φύσεως, στις προτεραιότητες, στους μηχανισμούς κ.λπ., αλλά η Αριστερά δεν μπορεί και δεν πρέπει να κάνει μόνο αυτό. Εάν η λογική της περιορίζεται σε μια καλύτερη, εντιμότερη και δικαιότερη διαχείριση του «υπαρκτού πολιτισμού», τα μνημεία θα φυλάσσονται με μεγαλύτερη ασφάλεια, τα μουσεία θα λειτουργούν πιο εύρρυθμα, οι χορηγίες θα δίνονται πιο αξιοκρατικά κ.λπ., αλλά η κοινωνία μπορεί να μην βγαίνει από το τέλμα και να συνεχίζει να υποβαθμίζεται πολιτισμικά όπως συμβαίνει στις πολιτιστικές πρωτεύουσες όλης της Ευρώπης, της Βαρκελώνης των πιο πετυχημένων Ολυμπιακών Αγώνων και της μέγιστης σήμερα χρεοκοπίας συμπεριλαμβανομένης.
Η Αριστερά, με μεγάλα πολιτισμικά ελλείμματα η ίδια, που δεν ξεπερνιούνται με υπερφίαλες ανακοινώσεις ούτε με αυτάρεσκη προβολή των πιο «ειδικών», πρέπει να αναγεννιέται και να ανανεώνεται με συνεχείς εμβαπτίσεις στην κοινωνική κολυμβήθρα. Ο εξαγνισμός δεν γίνεται με στεγνό καθάρισμα, ούτε η έμπνευση έρχεται από τον ουρανό ή από τα δόγματα και τα στερεότυπα μιας παράδοσης και πολλών βεβαιοτήτων που δεν συνδέονται με το τρέχον, το ζεστό, το γήινο, το οποίο συχνά οι διανοούμενοι αντιμάχονται ως καθεστωτικοί ή υιοθετούν με μεγάλη καθυστέρηση ως προοδευτικοί.

Πολιτισμός παντού
Ο πολιτισμός πρέπει σαν αόρατο δίκτυο να διαπερνάει όλη τη διοίκηση. Είναι ανασπόσπαστα δεμένος με την εκπαίδευση, το περιβάλλον, την παραγωγή και τον τουρισμό. Ένα εξειδικευμένο σε ό,τι υπάγεται στον -με τη στενή έννοια- πολιτισμό υπουργείο Πολιτισμού, είναι ξεπερασμένο. Όχι μόνο γιατί δοκιμάστηκε πολλά χρόνια στην Ευρώπη κι αλλού με αποτελέσματα εν μέρει ικανοποιητικά και εν μέρει πολύ απογοητευτικά, αλλά και γιατί, στην Ελλάδα, σήμερα, οι καταστάσεις δεν είναι ομαλές και επιτάσσουν άλλες πολιτικές, επείγουσες και «πολεμικές». Να επιδιώξουμε την άνθηση των τεχνών μαζί και αλληλένδετα με τη βελτίωση της εκπαίδευσης, με την αλλαγή του τρόπου ζωής και της παραγωγής, με τον επανακαθορισμό των κοινωνικών σχέσεων, με τη διεύρυνση της λαϊκής συμμετοχής και τον ριζοσπαστικό εκδημοκρατισμό της δημοκρατίας. Με ξεχωριστή προσοχή στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης που αλλοιώνουν και διαφθείρουν την κοινωνία σε βαθμό κακουργήματος.
Εάν συμφωνήσουμε σε μια τέτοια αφετηρία, όλα τα άλλα, τα οραματικά και τα πρακτικά, γίνονται πιο εύκολα. Εάν μείνουμε στις επιχορηγήσεις στα θέατρα, τις ρεβεράντζες στα Μέγαρα και τα ωράρια των αρχαιοφυλάκων, επιστρέφουμε με παραλλαγές στο καλό ΠΑΣΟΚ της Μελίνας, ήτοι κάνουμε άλλη μία τρύπα στο νερό.
Ο πολιτισμός της κοινωνίας είναι ένα δύσκολο πεδίο ενασχόλησης για τους «ειδικούς» του πολιτισμού, που προτιμούν το νόμο και την τάξη ενός εξειδικευμένου υπουργείου που διαχειρίζεται τον πολιτισμό όπως το υπουργείο Εμπορίου διαχειρίζεται το εμπόριο. Το ζητούμενο για ένα «άλλο» υπουργείο Πολιτισμού είναι μία κοινωνία δημοκρατική και παραγωγική σε όλους τους τομείς και όχι μία ελίτ πνευματική και καλλιτεχνική σε μια κοινωνία αμέτοχη που απλά καταναλώνει. Αυτή είναι μία κοινωνία χειραγωγήσιμη που εν τέλει αποβάλλει κάθε στοιχείο πολιτισμού που κουβαλάει εκ παραδόσεως ή δέχεται από επαγγελματίες παραγωγούς προϊόντων πολιτισμού. Σχολεία, βιβλιοθήκες, μουσεία, αλλά και εργοστάσια, υπουργεία, οργανισμοί, κοινότητες, δήμοι και ομάδες πρωτοβουλίας, σύλλογοι, παρέες κ.λπ. πρέπει να είναι εστίες και κινητήριες δυνάμεις του πολιτισμού. Στις πολυκατοικίες, τους δρόμους, τις πλατείες, τα πάρκα, στις παραλίες και τα νησιά, στον κάμπο και το βουνό, παντού. Θέατρα, ωδεία και μουσικά σχολεία, μονάδες αγροτουρισμού και βιολογικές καλλιέργειες, κάθε δράση του μέλλοντος με τον ίδιο παρονομαστή.
Στη χώρα, υπάρχει ένα τεράστιο δυναμικό που δεν θέλει ούτε καπελώματα ούτε ρουσφέτια, παρά μόνο ενθαρρύνσεις και διευκολύνσεις για να εκδηλωθεί και να αναπτυχθεί. Σ’ αυτό τον «κόσμο» πρέπει να στηριχτεί η Αριστερά, με ζήλο και προσοχή. Καριέρες, αναχρονισμοί, μηχανισμοί και γραφειοκρατίες στα σκουπίδια. Το μέλλον μπορεί να είναι λαμπρό. Ας το αδράξουμε!

Στέλιος Ελληνιάδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!