Πολλούς συνειρμούς έκανα αυτές τις μέρες διαβάζοντας πολύ προσεκτικά τις κοινωνικές, πολιτισμικές και πολιτικές συνιστώσες αυτού του φαινομένου που πραγματεύεται η πανεπιστημιακός Μαίρη Χίλσον στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο της «Το σκανδιναβικό μοντέλο» που μόλις κυκλοφόρησε από τις «Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης».
Στην Ελλάδα, ξέρουμε πολύ λίγα πράγματα για τη Σκανδιναβία, παρ’ όλο που όταν το ΠΑΣΟΚ ανέμιζε τη σημαία του σοσιαλισμού, ειδικά στην περίοδο πριν και μετά το ’81, η Σουηδία αναφερόταν σαν πρότυπό του στη διαδικασία επέκτασης του κοινωνικού κράτους αλά ελληνικά.
Και ξέρουμε λίγα πράγματα, γιατί επί της ουσίας δεν υπήρξε ποτέ μία άρχουσα τάξη, οικονομική και πολιτική, που θα μελετούσε σοβαρά σε βάθος χρόνου την πορεία των πιο πετυχημένων κοινωνικών μοντέλων ανάπτυξης και λειτουργίας ώστε να διαμορφώνει πολιτικές, με τις ανάλογες προσαρμογές, ευεργετικές για τον τόπο μας. Γι’ αυτό, ό,τι έγινε δεν θεμελιώθηκε σωστά και δεν διασφαλίστηκε η διάρκεια και η συνεχής αναβάθμισή του.
Το σκανδιναβικό μοντέλο δεν είναι απλά ένα σύνολο μέτρων κοινωνικά συνετής διακυβέρνησης, αλλά πρώτα και κύρια μία πολιτική επιλογή που διαπερνάει τις πολιτικές δυνάμεις και την κοινωνία των εργαζομένων οριζοντίως και καθέτως.
Έτσι, εμείς, εν Ελλάδι, επιστρέφουμε ολοταχώς και ατάκτως όχι μόνο στο σημείο από το οποίο ξεκινήσαμε, αλλά πολύ πιο πίσω από τις απαρχές κατοχύρωσης των πρώτων θεσμών κοινωνικής πρόνοιας και εργασιακών δικαιωμάτων. Σημειωτέον ότι, ποτέ ξανά στην ιστορία του ελληνικού κράτους, ούτε στα χρόνια της μικρασιατικής καταστροφής ή της γερμανικής κατοχής, δεν έχει υπάρξει τέτοια ραγδαία και καθολική οπισθοδρόμηση και ανατροπή των θεσμικών κοινωνικών κατακτήσεων.
Ποια είναι, όμως, τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των χωρών που συναποτελούν το σκανδιναβικό χώρο και μας επιτρέπουν να κάνουμε συγκρίσεις; Κατ’ αρχήν, έχουν πληθυσμούς στα κιλά μας, από πέντε εκατομμύρια και κάτι οι Φινλανδοί, Νορβηγοί, Δανοί και περίπου δέκα οι Σουηδοί. Η Ισλανδία με 320 χιλιάδες κατοίκους έχει ρόλο αντίστοιχο με το μέγεθός της.
Μικρές χώρες, δημιουργικές κοινωνίες
Πολλοί νομίζουν ότι οι σκανδιναβικές χώρες ήταν ανέκαθεν βιομηχανικές. Λάθος. Ήταν βασικά αγροτικές, τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του ’40. Τόσο αγροτικές που σε σημαντικό βαθμό ο αγροτικός κόσμος καθόριζε και τις ασκούμενες πολιτικές. Στη Φινλανδία, το 1920, το 70,4% του εργατικού δυναμικού της χώρας ήταν στον αγροτικό τομέα. Το 1950, που κατά προσέγγιση ξεκινάει η χρυσή περίοδος του κοινωνικού κράτους στη Σκανδιναβία, το αγροτικό δυναμικό έχει μειωθεί, αλλά παραμένει στο καθόλου ευκαταφρόνητο 46%. Και στις άλλες χώρες, στα τέλη της δεκαετίας του ’40, ήταν κοντά στο 30%. Πρέπει δε να τονιστεί ότι η αγροτική ζωή ήταν ιδιαίτερα δύσκολη στη Σκανδιναβία λόγω των δυσμενών κλιματολογικών συνθηκών.Την ίδια εποχή στην Ελλάδα, ο αγροτικός τομέας αντιπροσώπευε το 34% του ΑΕΠ και, το 1956, απασχολούσε το 54% του ελληνικού πληθυσμού.
Σε αντίθεση με την Ελλάδα, οι σκανδιναβικές χώρες, από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, εισέρχονται σε μια μακρόχρονη φάση ειρηνικής -τόσο με τρίτους όσο και μεταξύ τους- συμβίωσης και συνεργασίας και, εξίσου σημαντικό, δεν τελούν υπό οιασδήποτε μορφής κηδεμονία. Τα πολιτικά κόμματα διαμορφώνονται και εξελίσσονται χωρίς ξένες παρεμβάσεις και εξαρτήσεις. Η αποφυγή των πολέμων και η ανεξαρτησία ευνοούν την ανάπτυξη εθνικής πολιτικής που στηρίζεται στην κοινωνική συμφωνία. Κατά την ίδια περίοδο, οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα παραμένουν εξαρτημένες από τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις. Ο εθνικός διχασμός και η μικρασιατική καταστροφή είναι καταστάσεις απόλυτα συνυφασμένες με το καθεστώς εξάρτησης των κομμάτων εξουσίας από τις μεγάλες δυνάμεις. Όπως συμβαίνει και μεταπολεμικά, που η χώρα περνάει σε επίπεδο καθεστωτικών πολιτικών δυνάμεων από την αγγλική πατρονία στην αμερικάνικη, και με την ενεργή μάλιστα συμμετοχή των ντόπιων συνεργατών των γερμανικών δυνάμεων κατοχής, σαν να είναι αυτό κάτι πολιτικά φυσιολογικό και εθνικά παραδεκτό. Ένα καθεστώς που, όπως φαίνεται πια ξεκάθαρα, συνεχίζεται, με διαβαθμίσεις στην εξέλιξή του, μέχρι σήμερα.
Αντιθέτως, οι σκανδιναβικές πολιτικές δυνάμεις δεν είναι υποτελείς. Η Σουηδία με τη Νορβηγία λύνουν τις τελευταίες μεταξύ τους διαφορές το 1905 και η Φινλανδία που ανεξαρτητοποιείται από τη Ρωσία το 1917 καλλιεργεί τους οικονομικούς δεσμούς της με τη Σοβιετική Ένωση μέχρι το 1990 χωρίς να είναι εξαρτημένη πολιτικά και ιδεολογικά. Η πρόσκαιρη γερμανική κατοχή μέρους της Σκανδιναβίας δεν αλλάζει την κατάσταση.
Συνδικάτα και ανάπτυξη
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο στη διαμόρφωση του κοινωνικού και πολιτικού τοπίου στη Σκανδιναβία, είναι η καθοριστική συμβολή των εργαζομένων μέσα από τα συνδικάτα που είναι ενεργοί παράγοντες του δημόσιου βίου. Η συμμετοχή των εργαζομένων στα συνδικάτα είναι πολύ εντυπωσιακή. Στη Σουηδία, από το 66,7% των εργαζομένων που ήταν μέλη των συνδικάτων το 1950, έφτασε στο 82,9% το 1990! Τα αντίστοιχα ποσοστά στη Φινλανδία είναι 71,9%, στη Νορβηγία 53,8% και στη Δανία 74,4%!
Στην Ελλάδα, τα μεγάλα συνδικάτα του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα εκφυλίστηκαν κάτω από τον έλεγχο των δύο κομμάτων εξουσίας, περιόρισαν τη συμμετοχή των εργαζομένων σε πολύ χαμηλά ποσοστά και απονεύρωσαν το διεκδικητικό κίνημα προκειμένου να παίρνονται εύκολα από τις κυβερνήσεις οι αποφάσεις που αφορούν τη τύχη των εργαζομένων, ερήμην τους.
Στη Σκανδιναβία, μεταπολεμικά, το κοινωνικό κράτος αποδείχτηκε άκρως αναπτυξιακό, και όχι μόνο σε μία χώρα, κάτι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί συγκυριακό και μεμονωμένο.
Μέσα σε μια εικοσαετία, οι δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) εκτινάχθηκαν στα ύψη. Από 19% το 1950, έφτασαν στο 45,4% στη Δανία, από 27,6% στο 46,8% στη Νορβηγία, από 23% στο 49% στη Σουηδία και από 28,6% στο 38,8% στη Φινλανδία. Αντίστοιχα, οι δημόσιες δαπάνες για κοινωνικές υπηρεσίες ως ποσοστό του ΑΕΠ, από το 1950 έως το 1972, αυξήθηκαν από 9,7% σε 32% (Δανία), από 11,2% σε 15,3% (Νορβηγία), από 11,5% σε 27,9% (Σουηδία) και από 10,1% σε 20,2% (Φινλανδία). Συνδυάζοντας την ανάπτυξη με την επέκταση του κοινωνικού κράτους, οι σκανδιναβικές χώρες βρίσκονται μέχρι σήμερα στην κορυφή όλων των δεικτών για την ποιότητα ζωής και τις μικρότερες κοινωνικές ανισότητες, παγκοσμίως. Ακόμα και η σοβαρή διεθνής οικονομική ύφεση στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’90, που δεν άφησε ανεπηρέαστη τη Σκανδιναβία, ξεπεράστηκε χωρίς να αλλάξει το μοντέλο.
Στη Φινλανδία, την οποία γνώρισα χάρη στις έρευνές μου για τους Έλληνες μετανάστες και την επιρροή του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού στη φινλανδική κουλτούρα, η ανεργία το 1994 είχε φτάσει στο εξωφρενικό 16,8%, με φανερές τις επιπτώσεις από την αιφνίδια κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης που ήταν σημαντικός εισαγωγέας φινλανδικών προϊόντων. Αλλά και στη γειτονική Σουηδία, η ανεργία ήταν στο 9,4%. Τότε, όλες οι σκανδιναβικές χώρες αντέδρασαν δημιουργικά, με την αποφασιστική στήριξη του κράτους. Επενδύοντας ακόμα περισσότερο στη δημόσια δωρεάν παιδεία και ενισχύοντας την καινοτομία, πραγματοποίησαν άλματα στους τομείς των νέων τεχνολογιών και των ποιοτικών προϊόντων made in Finland, made in Sweden ή made in Denmark. Η Nokia από τη Φινλανδία, η Ericsson και η Ikea από τη Σουηδία, οι ανεμογεννήτριες για την παραγωγή ενέργειας από τη Δανία, οι εξορύξεις πετρελαίου στη Βόρεια Θάλασσα από τη Νορβηγία και άλλες βιομηχανικές και αγροτικές δραστηριότητες κράτησαν το σκανδιναβικό μοντέλο ζωντανό, σε μια εποχή που η υπόλοιπη Ευρώπη και οι ΗΠΑ ταλανίζονται από δομική κρίση διαρκείας. Μία κρίση που είναι απόρροια της στροφής των ΗΠΑ και της Ευρώπης, αλλού περισσότερο κι αλλού λιγότερο, στο νεοφιλελευθερισμό που συρρικνώνει το κράτος προνοίας, περιορίζει στο έπακρο τον κεντρικό σχεδιασμό και παραδίδει τις κοινωνίες χωρίς δικλείδες ασφαλείας στις ανεξέλεγκτες (υποτίθεται αυτορρυθμιζόμενες) δυνάμεις της αγοράς.
Σκανδιναβική κουλτούρα
Επειδή οι σκανδιναβικές χώρες δεν είναι ανεπηρέαστες (οικονομικά, πολιτικά και πολιτισμικά) από τις εξελίξεις στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ, που αποτελούν τους σημαντικότερους εμπορικούς τους εταίρους, η κρίση ασκεί σοβαρές πιέσεις στις οικονομίες και τις κοινωνίες τους. Αλλά τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και οι κοινωνίες αντιστέκονται στην ευθυγράμμιση με τις νεοφιλελεύθερες οικονομίες της αγοράς. «Η πλήρης απασχόληση αποτελεί τον κορυφαίο στόχο της οικονομικής πολιτικής σε όλες τις σκανδιναβικές χώρες», επισημαίνει η Μαίρη Χίλσον. «Ο δημόσιος τομέας παραμένει μεγάλος και υψηλά επίπεδα του εθνικού εισοδήματος δαπανώνται για τη διατήρηση του περίφημου σκανδιναβικού κράτους πρόνοιας.» Το σκανδιναβικό μοντέλο, κατά τους μελετητές του, δεν είναι απλά ένα μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, αλλά αποτελεί μέρος της σκανδιναβικής κουλτούρας και είναι στοιχείο της εθνικής τους ταυτότητας. Γι’ αυτό, η Αριστερά και η Δεξιά, στην ιδέα και την αναγκαιότητα του κοινωνικού κράτους, σχεδόν ταυτίζονται. Αυτό δεν σημαίνει ότι ταυτίζονται και οι πολιτικές για την επίτευξη των στόχων από χώρα σε χώρα και από κόμμα σε κόμμα.
Απόδειξη γι’ αυτό είναι ότι η Σουηδία, η Φινλανδία και η Δανία είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ η Νορβηγία και η Ισλανδία δεν είναι. Επίσης, από τις πέντε χώρες, μόνο η Φινλανδία έχει προσχωρήσει στην ευρωζώνη, ενώ οι άλλες τέσσερις διατηρούν τα εθνικά τους νομίσματα.
Υπήρχαν, λοιπόν, και υπάρχουν πολλές επιλογές για κάθε χώρα, ανάλογα με τις προδιαγραφές της. Αλλά η καλύτερη, σε καπιταλιστικά πλαίσια, επιλογή προϋποθέτει και την ανάλογη κοινωνία και, οπωσδήποτε, την κατάλληλη ηγεσία.
Ελληνική κλεπτοκρατία
Για μία χώρα σαν την Ελλάδα, με μία κυρίαρχη πολιτική κάστα που οικειοθελώς επιζητεί προστάτες και κηδεμόνες και μία οικονομική ολιγαρχία που είναι κρατικοδίαιτη και ληστρική, η διαμόρφωση και εφαρμογή πολιτικών με εθνικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά φαίνεται ότι τελικά είναι αδύνατη. Η εντόπια νομενκλατούρα, με την ιδεολογία και τη νοοτροπία του εξαρτημένου, προσέτρεξε να εντάξει την Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη αλλοιώνοντας τα πραγματικά στοιχεία της οικονομίας και, στην πιο καλοπροαίρετη εκδοχή, υπερεκτιμώντας τις δυνατότητες του τόπου, ή, στην πιο αποκρουστική εκδοχή, παραδίδοντας την Ελλάδα στους διεθνείς τοκογλύφους. Στην προέκταση αυτών των επιλογών, τώρα, ρίχνει στον Καιάδα του πιο αρπαχτικού καπιταλισμού κάθε επίτευγμα, κάθε προοδευτικό μέτρο και θεσμό, θυσιάζει μια ολόκληρη κοινωνία εργαζομένων και ξεπουλάει όσο-όσο τον εθνικό πλούτο. Ευρωκομπλεξικοί δεξιοί, μαϊμού-σοσιαλδημοκράτες και αριστεροδεξιοί ευρωπαϊστές, που κάποτε εμπνέονταν από το σκανδιναβικό μοντέλο, έχουν πλέον αποδεχτεί σαν μόνο εφικτό το αφρικανικό μοντέλο που επέλεξαν για την Ελλάδα οι κανίβαλοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
H ντόπια νομενκλατούρα, κατ’ εξοχήν κλεπτοκρατική και υποτελής, είναι φυσικό να υιοθετεί και να εφαρμόζει το ληστρικό νεοφιλελευθερισμό που ισοπεδώνει τα πάντα σαν ταύρος σε υαλοπωλείο, παρά το κοινωνικό κράτος που με τα αποτελέσματά του αποδείχνεται πιο ανθρώπινο και πιο βιώσιμο. Δεν είναι, λοιπόν, το συμφέρον του τόπου που τους καθοδηγεί, αλλά το συμφέρον της ολιγαρχίας.
Για τους Σαμαράδες, Βενιζέλους και Κουβέληδες το ζητούμενο είναι να σωθούν οι τράπεζες και να ξοφληθούν οι τοκογλύφοι με οποιοδήποτε κοινωνικό και εθνικό κόστος. Εξαιτίας αυτής της υποτέλειας της άρχουσας τάξης και της διοικητικής της ανεπάρκειας, η χώρα έχει τραγικά μπει σε μία από τις χειρότερες περιπέτειες της νεότερης ιστορίας της. Εάν έχει και η κοινωνία αλλοτριωθεί, απονευρωθεί ή αποχαυνωθεί σε ανίατο βαθμό, τότε ας ευχηθούμε και ας ελπίσουμε ότι ο από μηχανής θεός δεν είναι μόνο ένα παρήγορο μυθικό εφεύρημα, αλλά είναι υπαρκτός, επαγρυπνεί και επεμβαίνει λυτρωτικά την υστάτη ώρα.