Πριν μερικά χρόνια χρησιμοποιήσαμε ευρύτατα την έννοια της «χώρας», γεγονός που παραξένεψε αρκετούς στον χώρο της αριστεράς, και γενικότερα όσους έχουν έναν απλουστευτικό, «δυαδικό» τρόπο σκέψης-παρουσίασης των αντιθέσεων και πλευρών ενός κοινωνικού σχηματισμού (βάσει του σχήματος «κεφάλαιο/εργασία», αστική τάξη/προλεταριάτο). Ήταν η εποχή που όλοι νόμιζαν ότι η παγκοσμιοποίηση δεν αφήνει καθόλου χώρο και έδαφος για την ύπαρξη του «κράτους/έθνους», ή των χωρών όπως τις είχαμε γνωρίσει μέχρι τότε…
Παράλληλα επικεντρώσαμε το ενδιαφέρον στην έννοια της γεωπολιτικής, εκτιμώντας πως η είσοδος –τουλάχιστον από το 2015– σε μια έντονη διατάραξη σχέσεων και δεδομένων σε ολόκληρο τον ορίζοντα (ευρωπαϊκό, μεσογειακό, βαλκανικό αλλά και ευρύτερα διεθνή) θα προοιώνιζε και θα καθόριζε σε μεγάλο βαθμό τις εγχώριες εξελίξεις. Την ίδια στιγμή καταγράφαμε τη μετατροπή της Τουρκίας σε ισχυρή και αναβαθμισμένη περιφερειακή δύναμη που αμφισβητεί την κυριαρχία πολλών όμορών της χωρών. Ο τουρκικός επεκτατισμός αποκτούσε μια αναβαθμισμένη και επικίνδυνη διάσταση.
Μια δεκαετία αλλαγών
Στα χρόνια που πέρασαν από τότε, μια δεκαετία ολόκληρη, πολλά άλλαξαν: με την πολυοργανική κρίση και αναδιάρθρωση του καπιταλισμού· με την εμφάνιση και ισχυροποίηση αναδυόμενων ισχυρών κέντρων· με την πανδημία και τη γενική δοκιμή μέτρων χειραγώγησης μεγάλων πληθυσμών και εμπέδωσης της ψηφιοποίησης σε τομείς όπως εργασία και εκπαίδευση, και του βιοπολιτικού ελέγχου· με το τέλος της κλασικής παγκοσμιοποίησης και την ενδόρρηξη σε μεγάλα καπιταλιστικά κέντρα (ΗΠΑ, Βρετανία, Ε.Ε.). Τα συνθήματα ακόμα και των πιο ισχυρών κοσμοκρατορικών κέντρων, που αποκτούν «πατριωτικό» μεγαλοϊδεατικό μανδύα («να ξανακάνουμε την Αμερική τρανή», ο «ρωσικός κόσμος», οι «κινεζικές ιδιαιτερότητες»), αλλά και η αναδίπλωση πολλών δυνάμεων, συνυπάρχουν με ισχυρές τάσεις (σε παγκόσμιο επίπεδο) ανεύρεσης δρόμων απαγκίστρωσης από τα δεσμά του Δυτικού πολυεθνικού εναγκαλισμού-στραγγαλισμού.
Όλα δείχνουν ότι το «εθνοκρατικό» επίπεδο ξαναποκτά σημασία και επικαιρότητα (παρά το ενιαίο του ψηφιακού κόσμου και των παγκοσμιοποιητικών οραμάτων που κατέκλυζαν το δημόσιο φαντασιακό και την πολιτική σφαίρα). Και σε περιπτώσεις χωρών που έχουν μεγάλο βαθμό εξάρτησης από τον σύγχρονο ιμπεριαλισμό, το «εθνοκοινωνικό» είναι ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία αντίστασης και αντιστροφής μιας κατεύθυνσης. Όποιος θελήσει μια πιο αυτόνομη πορεία, όποιος αμφισβητήσει στα σοβαρά την εξάρτηση από τον Δυτικό παράγοντα και τους καταναγκασμούς του, είναι υποχρεωμένος να δει και να περιφρουρήσει στοιχεία της εθνοκρατικής υπόστασης, και βεβαίως να συγκροτήσει μια εθνοκοινωνική δύναμη που να μπορεί να κατακτήσει βαθμούς κυριαρχίας και ανεξαρτησίας.
Τα στοιχεία που συγκροτούν μία χώρα
Επομένως το «εθνοκρατικό» στοιχείο, ως στοιχείο που δίνει έμφαση σε όλα τα στοιχεία μιας πραγματικά ανεξάρτητης κυριαρχικής υπόστασης μιας χώρας, μαζί με το «εθνοκοινωνικό» στοιχείο ως δυναμικό στοιχείο μιας πολιτικής κοινωνικής συμμαχίας δυνάμεων στο εσωτερικό μιας χώρας, είναι τα δομικά στοιχεία που μπορούν να συγκροτήσουν σήμερα τη «χώρα» σε υποκείμενο στις σύγχρονες συνθήκες.
Συγκροτώντας άρα τις προϋποθέσεις ύπαρξης και στήριξης του «εθνοκρατικού» στοιχείου, και επιμένοντας στη σύμπηξη ενός κοινωνικού συνασπισμού δυνάμεων στην κατεύθυνση της εθνικής κυριαρχίας και της κοινωνικής αλλαγής (δηλαδή ενός συγκεκριμένου «εθνοκοινωνικού» μπλοκ), μπορεί να αποδοθεί ένα συγκεκριμένο-σύγχρονο νόημα (και ένας μάχιμος στόχος συγκρότησης και προοπτικής) στην έννοια «χώρα».
Η πολιτικοποίηση του όρου «χώρα» σημαίνει ότι ο Τόπος δεν βιώνεται από τον λαό του, από τους πολίτες του, απλά σαν χώρος διαχείρισης, σαν οικόπεδο και αποικία, σαν κόμβος διεθνών δυνάμεων, σαν αποθήκη εμπορευμάτων και περιττών ανθρώπων – αλλά ως Πατρίδα με νόημα και αξιοπρέπεια, ως Τόπος ιστορίας και πολιτισμού, αγώνων και παρακαταθηκών, ως Σημείο ειρήνης, ανθρωπιάς και αλληλεγγύης.
Η πολιτικοποίηση του όρου χώρα σημαίνει τη δυναμική μετατροπή της σε υποκείμενο για τον εαυτό της, και άρα για την ίδια την Ύπαρξή της ως μιας αυτοτελούς μονάδας στο παζλ των 200 και πλέον χωρών, με μια δική της φωνή και άποψη – όχι υπόδουλη σε άλλες δυνάμεις ή επιχειρήσεις. Αυτό θα σήμαινε πρακτικά να πάψει να είναι «πειραματόζωο» της εξάρτησης όπως είναι εδώ και δεκαετίες, και να αποκτήσει μια δική της ανεξάρτητη φωνή και υπόσταση.
Η διάνοιξη ενός ελληνικού δρόμου για την απάντηση του Υπαρξιακού Προβλήματος της Ελλάδας (εφόσον συμφωνούμε ότι υπάρχει τέτοιο πρόβλημα και έχει βαθιές ρίζες στο γεγονός της εξάρτησης της χώρας) είναι σχεδόν μονόδρομος. Σημαίνει υπερπροσπάθεια να αναλυθούν, να εξηγηθούν οι κακοδαιμονίες και οι αρμοί τους στον κοινωνικό σχηματισμό, και σε όλες τις ιδεολογικές και φαντασιακές εκδηλώσεις νομιμοποίησης της εξάρτησης και της διπλής εκμετάλλευσης και καταπίεσης (εθνικής και ταξικής συνάμα). Σημαίνει συνειδητή στράτευση σε ένα σχέδιο απαλλαγής από την κοινωνική και εθνική αλλοτρίωση λαού και χώρας.

Η Ιστορία παίζει τα παιχνίδια της
Η εγκατάλειψη, από όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς της αριστεράς, της έννοιας (και της συνθήκης) της εξάρτησης της χώρας αποτελεί ένα από τα πιο κραυγαλέα δείγματα της εθνικής και κοινωνικής αλλοτρίωσης, διότι μεταθέτει και αποσιωπά την πιο κρίσιμη κύρια αντίθεση του ελληνικού σχηματισμού, και αεροβατεί με τάχα πιο μοντέρνες (έως και μεταμοντέρνες) θεωρίες (χρονικά ειπωμένες) «ολοκληρώσεων», «αλληλεξάρτησης», «διεθνοποίησης», «παγκοσμιοποίησης», «κατάργησης του έθνους/κράτους». Για να επιστρέψουμε τελικά στις μέρες μας στην υπόκλιση στη ΝΑΤΟφροσύνη, στη «σωστή πλευρά της Ιστορίας», στην ανάγκη «Προστασίας», και δη Αμερικανικής, Ισραηλινής, ίσως και Τουρκικής. Μια βουτιά στην πραγματικότητα της Υποτέλειας και της Εξάρτησης χωρίς ντροπή, και χωρίς αμφισβήτησή της από τις δυνάμεις που κάποτε μάχονταν την εξάρτηση. Η Ιστορία παίζει δικά της παιχνίδια…
Η χάσκουσα πολυπρόσωπη αριστερά, με πρωταγωνιστή το ΚΚΕ, θεωρεί την Ελλάδα ιμπεριαλιστική πλέον χώρα! Ιδιαίτερα η ηγεσία του ΚΚΕ σήμερα νομίζει ότι ακόμα και το 1940 η Ελλάδα πήρε μέρος στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο ως ιμπεριαλιστική χώρα… Δεν μπορούν να διανοηθούν ότι η σύγχρονη πορεία της χώρας στα χρόνια της μεταπολίτευσης (1974-2025) διένυσε μια πορεία εμβάθυνσης και εκσυγχρονισμού των μεταπρατικών χαρακτηριστικών και του στάτους της εξάρτησης. Η πορεία προς την ευρωποποίηση (ΕΟΚ-Ε.Ε.-Ευρώ), το ομολογούν ακόμα και οι θιασώτες της, τη μετέτρεψε σε χώρα με αποδυναμωμένη κυριαρχία. Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση οδήγησε σε ένα τριπλό αποτέλεσμα: παραιτήθηκε η χώρα από κάθε οικονομικό εργαλείο διαχείρισης (π.χ. νόμισμα, φορολογία κ.λπ.)· μετατράπηκε σε χώρα υπηρεσιών κατά 80% του ΑΕΠ, καταστρέφοντας τη βιομηχανική και αγροτική παραγωγή της· και καταχρεώθηκε, οδηγώντας το χρέος σε επίπεδα πρωτοφανή. Δηλαδή ετοίμασε όλους της όρους της Χρεοκοπίας που γνώρισε.
Η είσοδος στη Μνημονιακή εποχή σήμαινε μια αλλαγή ποιοτική του καθεστώτος της εξάρτησης: η χώρα αποικιοποιήθηκε και κυβερνιέται υπό επιτήρηση σε όλους τους κρίσιμους τομείς. Η τρόικα εγκαταστάθηκε στο Χίλτον: από εκεί έδινε μπιλιέτα σε όλους τους υπουργούς. Παράλληλα αναβαθμίστηκε η «στρατηγική σχέση» Ελλάδας-ΗΠΑ: Αλεξανδρούπολη, Λάρισα, Άκτιο, Σούδα και Ελευσίνα έγιναν βασικοί κόμβοι, αναβαθμιζόμενοι μάλιστα για τις νέες εξορμήσεις στη Ν.Α. Μεσόγειο· η άμυνα της χώρας προσδέθηκε εντελώς στις ανάγκες του ΝΑΤΟ, φτάνοντας μέχρι του σημείου να αποστρατιωτικοποιούνται νησιά του Α. Αιγαίου (και κατ’ απαίτηση της Τουρκίας), να αδειάζουν στρατιωτικές αποθήκες για τον ανεφοδιασμό της Ουκρανίας· οι παραγγελίες στρατιωτικού οπλισμού γίνεται με τρόπο που οι πωλητές ελέγχουν κάθε κίνηση των υπερόπλων που πωλούν στην Ελλάδα. Για παράδειγμα ένα F35 δεν μπορεί καν να απογειωθεί αν δεν θέλουν οι ΗΠΑ…
Αριστερά/Δεξιά και οι «δύο όχθες»
Λέγεται ότι η διάκριση ανάμεσα σε Δεξιά και Αριστερά έχει ξεθωριάσει και δεν λέει πολλά πράγματα. Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’ αυτό, και η διαπίστωση είναι σε μεγάλο βαθμό αληθής. Το ουσιαστικό στοιχείο βρίσκεται στο ότι αυτό που λέγονταν Αριστερά πρώτον εντάχθηκε οργανικά στο μεταπολιτευτικό πολιτικό-κοινωνικό συμβόλαιο, και αποδέχθηκε ένα κυρίαρχο πλαίσιο. Δεύτερον, επί ΠΑΣΟΚ ενσωματώθηκαν τμήματα και δομές που βρίσκονταν εκτός της πολιτικής διαδικασίες για δεκαετίες. Και τρίτον, με τον ΣΥΡΙΖΑ ο όρος Αριστερά ξεφτιλίστηκε, όταν ως κυβέρνηση όχι μόνο δεν κατάργησε τα μνημόνια αλλά ψήφισε (μαζί με όλες τις άλλες δυνάμεις) το 3ο μνημόνιο, και επαχθέστερο όλων.
Αρκούν όλα αυτά για το ξεθώριασμα της αντίθεσης Δεξιά/Αριστερά; Θα αρκούσαν, αλλά υπάρχει και κάτι ακόμα, πολύ σοβαρό: η χρεοκοπία και η ήττα του «υπαρκτού σοσιαλισμού», η αθρόα μεταπήδηση «κομμουνιστών» σε κατάσταση ολιγαρχών και υποστηρικτών του καπιταλισμού. Αυτή η διεθνής πλευρά, της παλινόρθωσης του καπιταλισμού σε μια ευρεία περιοχή χωρίς να σημειωθεί καμία σοβαρή αντίδραση, επέτεινε τη σύγχυση ή και την κρίση όλου του αριστερού κόσμου, όλου του αριστερού ημισφαιρίου σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο.
Αλλά αυτή η χρεοκοπία και αυτό το ξεθώριασμα δεν μπορεί να συγκαλύψει μια τεράστια πραγματικότητα: σε κάθε χώρα (αλλά αυτό μπορούμε να το γενικεύσουμε: σε κάθε κοινωνία) υπάρχουν «δύο όχθες». Όσο κι αν ξεθωριάζει το παλιό σχήμα «Δεξιά/Αριστερά», κάθε κοινωνία εξακολουθεί να χωρίζεται σε δύο όχθες. Κυρίως με όρους δύναμης και ισχύος, και όχι ιδεολογίας. Η μία όχθη ανήκει σ’ εκείνους που κατέχουν ισχύ και εξουσία: κεφάλαιο, μέσα, επιρροή, θεσμούς, δίκτυα. Είναι η όχθη του συστήματος, με συγκέντρωση, με δική του γλώσσα κάθε φορά και στρατηγική, και με ιδιαίτερα «εθνικά» χαρακτηριστικά.
Απέναντι στέκει η άλλη όχθη – πλατύτερη, μαζικότερη, αλλά σε μεγάλο βαθμό ακαθόριστη στις σημερινές συνθήκες των ειδικών συσχετισμών και μετασχηματισμών / αναδιαρθρώσεων. Είναι ο λαός, τα ενδιάμεσα στρώματα, οι εργαζόμενοι και οι αποκλεισμένοι, εκείνοι που άλλοτε στήριξαν την ελπίδα τους σε συλλογικά οράματα και άλλοτε την είδαν να χάνεται μέσα σε ήττες και διαψεύσεις. Είναι μια όχθη μαζική, ρευστή, αρκετά πολυφωνική πλέον, κατακερματισμένη από πολιτικές χειραγώγησης και ελέγχου, και γενικά ασυντόνιστη. Παρ’ όλα τα σκιρτήματά της η όχθη αυτή δεν έχει βρει μια σταθερή φωνή, μια μόνιμη έκφραση. Δεν συγκροτείται σε ένα εθνικοκοινωνικό μέτωπο. Δεν συγκροτεί, ακόμα, ένα δυναμικό νέο «Εμείς».
Όποιος αμφισβητήσει στα σοβαρά την εξάρτηση από τον Δυτικό παράγοντα και τους καταναγκασμούς του, είναι υποχρεωμένος να δει και να περιφρουρήσει στοιχεία της εθνοκρατικής υπόστασης, και βεβαίως να συγκροτήσει μια εθνοκοινωνική δύναμη που να μπορεί να κατακτήσει βαθμούς κυριαρχίας και ανεξαρτησίας
Διαφορετική οπτική από κάθε όχθη
Η μεταφορά αυτή, για τις δύο όχθες, έχει μια χρησιμότητα. Άλλωστε και οι δύο προσδιορισμοί, Δεξιά και Αριστερά, προήλθαν από τη θέση που είχαν οι εκπρόσωποι πραγματικών κοινωνικών αντιμαχόμενων δυνάμεων στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση το 1789. Κάποιοι έκατσαν στα αριστερά και κάποιοι στα δεξιά, και από εκεί προήλθε η διάκριση. Το περιεχόμενο όμως των δύο όρων καθορίζονταν από τη θέση που είχαν στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή. Η σημερινή μεταβιομηχανική, μετανεωτερική ρευστοποίηση ιδεολογιών και καταστάσεων οδήγησε στο ξεθώριασμα των όρων. Αλλά δεν μπορεί να καταργήσει την πραγματική θέση των πόλων μιας κοινωνίας, τις δύο όχθες που αναφέραμε.
Η μεταφορά όμως έχει και έναν άλλο όρο: το ποτάμι που συνεχίζει να κυλά ανάμεσα στις δύο όχθες. Εμβαθύνοντας λίγο, το «ποτάμι» είναι ο χρόνος, η ιστορία, η πάλη ανάμεσα στις τάξεις, η οικονομία και οι αναδιαρθρώσεις της, ο πολιτισμός που ρέει. Και όλα αυτά συνέχουν τις δύο όχθες που συναποτελούν την κοίτη του ποταμού, ο οποίος εξακολουθητικά ρέει και αναδιαμορφώνει ακόμα και τις δύο όχθες.
Έτσι, οι σχέσεις που διαπερνούν έναν κοινωνικό σχηματισμό, ακόμα και μια χώρα, γίνονται πιο σύνθετες, πιο διαλεκτικά συνδεδεμένες και ταυτόχρονα αντιθετικές. Η έννοια «χώρα» είναι λοιπόν μια τέτοια σχέση, τόσο προς τον εαυτό της όσο και προς τον περίγυρό της. Οι δύο όχθες συνδέονται μεταξύ τους, αλλά έχουν διαφορετική σχέση με το διεθνικό περιβάλλον, τη διεθνή οικονομία, τις σχέσεις ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας και τις μεταπρατικές σχέσεις. Αλλιώς αντιμετωπίζει τη χώρα η κάθε μία από τις δύο όχθες. Σε μια εξαρτημένη χώρα, η δεξιά όχθη υπηρετεί άλλες δυνάμεις (ιμπεριαλιστικές) και αυτοεξυπηρετείται (πλουτίζοντας βέβαια), πάντα καλλιεργώντας την εξάρτηση και νομιμοποιώντας την μέσα από διάφορα ιδεολογικά σχήματα.
Το τρίπτυχο «εξάρτηση – εκμετάλλευση – πόλεμος», που διαπερνά σαν κόκκινη κλωστή τη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, δεν αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο από τις δύο όχθες. Η εθνική, κοινωνική και ατομική Ελευθερία δεν αντιμετωπίζεται με ενιαίο τρόπο.
Σύνοψη
Η πολιτικοποίηση της έννοιας «χώρα» θέλει να την καταστήσει ένα σύγχρονο υποκείμενο μέσα σε έναν ταραγμένο κόσμο που αρνείται την αυθυπαρξία, την ανεξαρτησία, τους βαθμούς κυριαρχίας σε πάρα πολλές χώρες. Η Ελλάδα, αντιμετωπίζοντας κρίσιμο Υπαρξιακό Πρόβλημα, δεν μπορεί να αρνηθεί την ίδια της την υπόσταση για χάρη εξεύρεσης ενός Προστάτη. Για να υπάρξει είναι κρίσιμο να σταθεί ως χώρα Υποκείμενο, κι όχι Αντικείμενο ή χώρο-οικόπεδο-αποικία. Για απαντήσει θετικά στο Υπαρξιακό Πρόβλημα πρέπει να συγκρουστεί με τον κόσμο (πολιτικό και ολιγαρχικό) της Υποτέλειας, της Ασυδοσίας, της Εκμετάλλευσης και του Ξεπουλήματος και Διάλυσης της Κοινωνίας. Πρέπει να αντλήσει δυνάμεις από την Ιστορία και τον Πολιτισμό της, να στηριχθεί και να συγκροτήσει τον ίδιο τον Λαό της, να αποκτήσει εθνικοκοινωνική συνείδηση και νόημα της Ύπαρξής της, να αντιστρέψει την Εθνική και Κοινωνική Αλλοτρίωσή της.
Όλα αυτά σημαίνουν μια αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων σε όλους τους τομείς. Στο πολιτικό επίπεδο, στο πνευματικό επίπεδο, στο επίπεδο συνείδησης, στο επίπεδο της υλικής δύναμης – με την έννοια ότι οι ιδέες μπορούν να μετατραπούν σε υλική δύναμη αν γίνουν κτήμα ενός λαού που θέλει να γίνει Υποκείμενο. Κι όλα αυτά γνωρίζοντας ότι κλείσαμε ήδη το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα (25 χρόνια ήδη), δεν βρισκόμαστε δηλαδή στις απαρχές του 20ού ή στα μέσα του. Αλλά αναρωτηθείτε: γιατί σήμερα υπάρχουν 200 χώρες; Μόνο η ανάγκη του κεφαλαίου τις δημιούργησε; Μια τέτοια ερμηνεία είναι καθαρός οικονομισμός και τίποτα παραπάνω. Επειδή αδειάζει όλη την Πολιτική και όλη την Ιστορία στον πλανήτη. Οι χώρες, δηλαδή το σύνολο των σχέσεων που τις διέπουν και οι λαοί που τις συγκροτούν, τείνουν γενικά προς την ανεξαρτησία κι όχι προς την εξάρτηση, Η τελευταία επιβάλλεται δια της ισχύος και της οικονομικής δύναμης, και βεβαίως διαμεσολαβείται κι από εγχώριες δυνάμεις που την υπηρετούν, την εκφράζουν. Αλλά δεν είναι νομοτέλεια αυτή η τάση και κατάσταση.
Δείτε ένα ποτάμι: Ποια είναι η αριστερή και ποια η δεξιά όχθη; Και θυμηθείτε μια φράση του Μπόρχες: «Το ποτάμι που κυλά δεν είναι το ίδιο ποτάμι· κι ο άνθρωπος που το κοιτάζει δεν είναι ο ίδιος άνθρωπος». Όλα αλλάζουν. «Τὰ πάντα ῥεῖ». Η πραγματικότητα δεν «παγώνει». Ο χρόνος και η ιστορία είναι ενεργά στοιχεία. Μπορούμε να φανταστούμε έναν άλλο ορίζοντα για τη χώρα μας!






































































