Συνεχίζουμε τα μικρά αφιερώματα στις σελίδες της εφημερίδας μας για τα 15 χρόνια από την έκδοσή της.

του Στάθη*

Σύντροφοι και συντρόφισσες, καλησπέρα και από εμένα. Πρώτα απ’ όλα πρέπει να πω ότι είναι μεγάλη μου τιμή που είμαι ανάμεσά σας απόψε, όπως είναι και μεγάλη μου τιμή η συμμετοχή μου στον Δρόμο της αριστεράς. Βέβαια θα ήθελα να πω από την αρχή ότι περισσότερο θεωρώ τον εαυτό μου αναγνώστη του Δρόμου παρά γραφιά. Ο Δρόμος έχει αρκετά κείμενα τα οποία με διευκολύνουν να καταλάβω κάποια πράγματα, να λύσω κάποιες απορίες, και κατά συνέπεια νομίζω ότι είναι δίκαιο να πει κανείς ότι όσο γράφω στο Δρόμο άλλο τόσο διαβάζω τον Δρόμο, όσο είμαι γραφιάς είμαι και αναγνώστης. Πολλές φορές, η δεύτερη ιδιότητα είναι πιο σημαντική, και βλέπω πολλούς εδώ που τους διαβάζω με μεγάλη προσοχή.

Θα μου επιτρέψετε λοιπόν να μείνω στη δημοσιογραφική πλευρά του Δρόμου, σε δύο επίπεδα: πρώτον, στη διαδρομή του και δεύτερον, στην ταυτότητά του. Έχω την εντύπωση ότι είμαστε σε μία εποχή η οποία είναι πάρα πολύ απαιτητική. Διότι η διαδρομή της αριστεράς ως τώρα απλώς απέτυχε. Έχουμε να κάνουμε με μία αριστερά, η οποία ως τώρα κυριαρχήθηκε από τις δυνάμεις που είχαν ενσωματωθεί στο σύστημα, πριν καν το σύστημα τις καλέσει να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Μία εποχή όπου οτιδήποτε είχε σχέση με την αυτογνωσία του προσώπου, την ιδιοσυστασία του λαού, τις ανάγκες της πατρίδας, τον πολιτισμό τον λαϊκό, μπήκε στο περιθώριο χάριν μιας διαδρομής του νεοφιλελευθερισμού που χρειαζόταν κάποια ιδεολογικά δεκανίκια για να επιβληθεί.

Τον τελευταίο καιρό με ευκολία λέμε woke ατζέντα, αλλά αυτή είναι απλώς η κατάληξη μιας διαδικασίας που ξεκίνησε 30 χρόνια πριν. Ήταν άκρως υπονομευτική, εκδηλώθηκε στα πανεπιστήμια, στα μέσα ενημέρωσης και εν τέλει στα κόμματα, με αποτέλεσμα, όταν ήρθε ο κρίσιμος καιρός, η αριστερά, αντί να κληθεί να δώσει λύσεις, κλήθηκε να δώσει συνέχεια στην πολιτική που οδήγησε στο πρόβλημα. Και να συνεχίσει αυτό το πρόβλημα να το αναπαράγει.

Το καθήκον του Δρόμου

Η γέννηση και η διαδρομή του Δρόμου σχετίζεται ακριβώς με αυτήν την πορεία της αριστεράς. Μόνο που ήταν κόντρα σε αυτή την πορεία. Για εμένα, για παράδειγμα, ήταν μεγάλη ευκαιρία η δυνατότητα που μου έδωσε ο Ρούντι να εκφράζομαι ελεύθερα μέσα από ένα έντυπο της αριστεράς, τη στιγμή που διάφορα έντυπα της αριστεράς ήταν στην πραγματικότητα έντυπα της εξουσίας. Και μάλιστα μιας εξουσίας που όχι μόνο τα είχε διαβρώσει πριν αυτή η διάβρωση γίνει φανερή, αλλά είχε διαβρώσει τα κόμματα τα οποία εκφράζονταν από αυτά τα μέσα ενημέρωσης –διότι δεν ήταν μόνο ιδεολογικά εργαλεία, αλλά και μέσα ενημέρωσης– που όπως αποδείχτηκε ήταν έτοιμα να κάνουν τη βρώμικη δουλειά. Και, το χειρότερο, είναι έτοιμα τώρα να κάνουν ακόμα πιο βρώμικη δουλειά.

Συνεπώς ο Δρόμος έχει ένα βαρύ δημοσιογραφικό καθήκον, το οποίο θα έλεγα ότι έχει να κάνει με το να γίνει περισσότερο εφημερίδα από όσο είναι. Και επειδή «Δει δη χρημάτων, ω άνδρες Αθηναίοι» δεν μπορεί να γίνει αυτό παρά μόνο αν βρει περισσότερους οικονομικούς πόρους. Εγώ έχω την εντύπωση λοιπόν ότι και στην ελληνική κοινωνία και στο κίνημα (το αδιάβρωτο κίνημα, γιατί τόση ώρα μιλώ για το διαβρωμένο, αλλά υπάρχει και ένα ισχυρό αδιάβρωτο κίνημα, που ίσως είναι ασύντακτο ή εν δυνάμει κίνημα, αλλά είναι κίνημα) μπορούν να αντληθούν οικονομικές δυνάμεις τέτοιες. Μια συνεργατική χρηματοδοτών θα το έλεγα, δηλαδή 10-15 άνθρωποι οι οποίοι από το πλεόνασμα ή το υστέρημά τους θα μπορέσουν να χρηματοδοτήσουν τη δημοσιογραφική ανάπτυξη της εφημερίδας.

Όπως έχουν τα πράγματα, και επειδή το κίνημα το δικό μας δεν είναι ακριβώς κόμμα, αλλά είναι κάτι που παρατηρεί όλα όσα γίνονται, τέτοια δημοσιογραφική ανάπτυξη θα το βοηθούσε να αποκρυσταλλωθεί και πολιτικά, να αποκτήσει δηλαδή έναν εαυτό πιο αποτελεσματικό. Οι καιροί ου μενετοί. Ας πούμε ως παράδειγμα την τεχνολογία. Τι πρόσβαση έχει το λαϊκό κίνημα στην τεχνολογία; Είτε μέσω κομμάτων, είτε μέσω σωματείων, είτε μέσω επιστημονικών συλλόγων; Καμία πρόσβαση. Δηλαδή βρισκόμαστε σε μια εποχή η οποία μας ξεπερνάει, και πρέπει να βρούμε τρόπους να μπούμε στην ψυχή της. Για να μπούμε στην ψυχή της, πρέπει να είμαστε παρεμβατικοί. Για να είμαστε παρεμβατικοί, πρέπει να είμαστε ισχυροί. Και για να είμαστε ισχυροί χρειάζονται δύο πράγματα: η πολιτική αποκρυστάλλωση των διαδικασιών που ο Δρόμος παρακολουθεί, αλλά και μια οικονομική ενδυνάμωση τέτοια ώστε να μπορεί να το καταφέρει.

Η απώλεια των ανθρωπιστικών γραμμάτων

Είμαστε σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση, διότι σε αυτά τα 15 χρόνια της κρίσης ή των αλληλοδιαδόχων κρίσεων συνέβησαν αλλαγές και στο εσωτερικό μας, στην ψυχή μας, στο γνώθι σαυτόν, σε αυτό που θα λέγαμε δελφικές εντολές, δηλαδή τον τρόπο που πολιτικά μπορεί να είναι πλήρης ο άνθρωπος. Θυμάμαι –και δεν το λέω αυτοαναφορικά– ένα κειμενάκι που είχα γράψει στον Δρόμο για τον Μαρξ και την ελληνικότητα. Ότι ήταν βαθύς ελληνιστής, ότι έγραφε αρχαία ελληνικά, ότι παρέθετε αρχαία ελληνικά στα κείμενά του, ότι καμιά φορά, όπως έγραφε και στον Ένγκελς, για να αντέξει τους φιλισταίους, ξεκουραζόταν διαβάζοντας αρχαίους. Θεωρούσε μεγαλύτερο φιλόσοφο όλων των εποχών τον Αριστοτέλη, όχι τον Χέγκελ.

Το λέω αυτό επειδή, όταν γράφτηκε αυτό το κείμενο, πέφταμε όλοι από τα σύννεφα. Επειδή η αριστερά 30-40 χρόνια έχασε κάθε σχέση με αυτήν την πλευρά του ανθρώπου, με τον ανθρωπισμό και τα ανθρωπιστικά γράμματα. Σε αντίθεση με τους παλιούς διανοούμενους της αριστεράς, από τον Κορδάτο ως τον Γληνό, από τον Βρεττάκο έως τον Ρίτσο, έκοψε κάθε σχέση με τα ανθρωπιστικά γράμματα. Και μόνο αυτό θα έπρεπε να είχε προβληματίσει τους πάντες και να θεωρηθεί ύποπτο. Διότι, κόβοντας τη σχέση του με τα ανθρωπιστικά γράμματα, ο άνθρωπος γίνεται στην κυριολεξία ανάπηρος, επειδή χάνει μία πλευρά από τις ικανότητές του να αντιλαμβάνεται τον κόσμο, με τον άνθρωπο στο κέντρο του κόσμου. Γι’ αυτό και ήταν τόσο εύκολη η εναλλαγή προσανατολισμού στις δραστηριότητες της αριστεράς τα χρόνια της κρίσης. Όπου διέσπασε τους ανθρώπους, στο όνομα των δικαιωμάτων των ανθρώπων.

Για να δώσω ένα απλό παράδειγμα, δεν έχει σημασία αν είσαι γκέι ή τρανς ή στρέιτ εργάτης, είσαι εργάτης. Αυτό λοιπόν το ταξικό ζήτημα της υπόστασης των ανθρώπων πήγε πίσω, αποκόπηκαν οι άνθρωποι από τις αναφορές τους στην ταξική τους θέση, και αλλοιώθηκε η ταξική τους συνείδηση, στην κατεύθυνση τέτοιων προταγμάτων – τα οποία φαίνονταν προοδευτικά, αλλά στην ουσία ήταν η πεμπτουσία του ατομικισμού, του ναρκισσισμού και του νεοφιλελευθερισμού. Και δεν θέλω να σας τρομάξω, αλλά πολλά από αυτά, όπως η πολιτική ορθότητα, είχαν και ναζιστική καταγωγή. Η ευκολία λοιπόν με την οποία αυτά τα πράγματα πέρασαν, και αν ρωτήσεις σήμερα κάποιον τι είναι αριστερός θα σου πει αυτήν την πλευρά και όχι την άλλη, και το γεγονός πώς ο Δρόμος κατάφερε να κρατηθεί μακριά από αυτόν τον εκφυλισμό, τον χρεώνει με υποχρεώσεις για το αύριο.

Ένας περίεργος επίλογος

Τελειώνω με το εξής. Πολλές δεκαετίες τώρα, θα συμφωνήσω με τον Ελληνιάδη, σε όλους τους χώρους της αριστεράς ψάχναμε να βρούμε κάτι που θα μας έδινε φτερά, ότι κάτι πάει να γίνει. Και πολλές φορές την ελπίδα μας, τους ευσεβείς μας πόθους, τους σχηματίζαμε σαν να είναι κάτι υπαρκτό, και τους αποδίδαμε διαστάσεις, σκέψη, ικανότητα, εγερτήριο σάλπισμα και τα λοιπά. Την πατήσαμε δεκάδες φορές. Εγώ ήμουν από κείνους που πολύ νωρίς έπαψαν να πιστεύουν ότι η επανάσταση επέκειται, αλλά δεν μπορούσα να αδικήσω εκείνους που συνέχιζαν να το πιστεύουν. Προσπαθούσα να είμαι σε μια επικοινωνία μαζί τους για τους δύσκολους καιρούς. Το λέω αυτό γιατί θα κάνω έναν λίγο περίεργο επίλογο.

Η τραγωδία των Τεμπών, κατά τη γνώμη μου, είναι μια τραγωδία που έχει να κάνει με την παθογένεια της Ελλάδας. Αν θέλουμε να την καταλάβουμε θα πρέπει να σταθούμε στην ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων, στη σύμβαση 717, στις απολύσεις προσωπικού, στην απομείωση των επενδύσεων για την ασφάλεια των τρένων. Αν δούμε έτσι την τραγωδία των Τεμπών, αυτή λειτουργεί ως καταλύτης για την ανάδειξη της παθογένειας της ελληνικής κοινωνίας, του ελληνικού κράτους και του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Διότι σ’ αυτήν την τραγωδία είναι το ίδιο συνένοχοι η Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ.

Αν όμως δούμε την τραγωδία αυτή σαν ένα εθνικό μελό, δεν έχουμε να κάνουμε με την πραγματικότητα, δεν έχουμε σχέση με αυτό που γίνεται. Διότι αυτό που γίνεται δεν είναι αυτό που νομίζουμε ότι είναι, δηλαδή ένα κίνημα που αποκρυσταλλώνει πολιτικές προτάσεις, πολιτικές δυναμικές, κομματικά σώματα. Αν λοιπόν αυτά δεν συμβαίνουν, το «κίνημα» αυτό λειτουργεί αποπροσανατολιστικά. Κινδυνεύουμε δηλαδή να πάθουμε ό,τι πάθαμε το 2015 σε μικρογραφία. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι ψάχνουν για διάττοντες αστέρες, για σωτήρες. Συνήθως οι «σωτήρες» τούς πέφτουν κατακέφαλα, όπως έπεσε στο κεφάλι το δικό μας ο Τσίπρας.

Το ζήτημα είναι: Να αναζητήσουμε τον επόμενο διάττοντα αστέρα, ή να προσπαθήσουμε να οργανώσουμε τους απλούς, λαϊκούς ανθρώπους σε μια κατεύθυνση τελείως διαφορετική απ’ το mainstream; Όχι γκρινιάζοντας, ή ευρισκόμενοι σε μια μισάνθρωπη, κακόψυχη διαμάχη με τις αδυναμίες των ανθρώπων –διότι έτσι είναι τα ανθρώπινα, χρειάζεται κατανόηση και ευρυχωρία για να μπορέσεις να συνδιαλλαγείς μαζί τους– αλλά ακριβώς οδηγώντας την υπάρχουσα διαίσθηση. Διότι οι άνθρωποι κατά βάθος ξέρουν, αλλά δεν έχουν πού να επενδύσουν αυτό που ξέρουν. Για εμάς το καθήκον είναι ο Δρόμος της αριστεράς έτσι όπως είναι ως εφημερίδα, αυτή η οργάνωση της αυτογνωσίας. Αυτό που προσπαθούμε όταν μιλάμε για το υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας, αλλά σε σύνδεση με το μεγαλύτερο όπλο που έχει ο λαός, και του το έχουν στερήσει: τον πολιτισμό του.

Ευχαριστώ πολύ!

* Απομαγνητοφώνηση της ομιλίας του Στάθη Σταυρόπουλου στη γιορτή για τα 15 χρόνια του Δρόμου. Ο τίτλος και οι μεσότιτλοι είναι της Σύνταξης.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!