Η λέξη «μεταρρύθμιση» είναι παρεξηγημένη και αμφιλεγόμενη. Όπως όμως και η «επανάσταση», με όλα τα παράγωγά της. Αν φαίνεται χαμηλός ο στόχος της μεταρρύθμισης της σκέψης μας, στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο: Είναι εξαιρετικά δύσκολος, περίπλοκος, και χρειάζεται συνειδητή επιστράτευση σκέψης και κόπου για να επιτευχθεί. Όλα αλλάζουν, είτε προς το καλύτερο είτε προς το χειρότερο. Τι έχει συμβεί με τη σκέψη και τη συνείδησή μας, για παράδειγμα τα τελευταία 10 χρόνια; Τι άλλαξε, τι βελτιώθηκε, ποια κατάσταση πνευμάτων επικρατεί και γιατί; Είναι ζήτημα ατομικής διάθεσης και θέλησης ή επηρεάζεται από γενικότερους παράγοντες;

Άρνηση να δούμε τη θέση μας στον σύγχρονο κόσμο

Η Ελλάδα είναι σημαντικό πέρασμα σε ένα νευραλγικό σημείο στον κόσμο, αλλά δεν είναι το κέντρο του κόσμου. Οι διαστάσεις, η δυναμική και η σύγχρονη ιστορία της, η οικονομία, το πολιτικό προσωπικό της κ.λπ., της επιτρέπουν έναν ενεργητικό ρόλο υπό προϋποθέσεις. Αλλά μπορεί και να «κουτσοϋπάρχει» με παρασιτικό ρόλο, υπό τη φτερούγα διεθνών σχεδίων και σε υπεργολαβικούς ρόλους. Αυτά επέτρεπαν μέχρι κάποια στιγμή να λειτουργεί (υπό αργία, κατασπατάληση δυνατοτήτων και πνευματικής αγρανάπαυσης) το «μαγαζί». Επέτρεψαν όμως και την «τιμωρία» της, τη μετατροπή της σε «πειραματόζωο» και παράδειγμα προς αποφυγήν για όλη την Ευρώπη. Και, σιγά-σιγά, τη μετατροπή σε πεδίο βολής «που ασκούνται ξένοι φαντάροι», πρέσβεις, θεσμοί και τοποτηρητές.

Μετά από μια κυβερνητική αλλαγή στις αρχές του καλοκαιριού, έχουμε την επίσημη έναρξη της «πολιτικής σεζόν» με τις ομιλίες και τις εξαγγελίες στη ΔΕΘ. Κυβέρνηση και ΜΜΕ, προπαγανδίζουν μια νέα αισιοδοξία που έχει απλωθεί τάχα στην κοινωνία, και αναγγέλλουν πως ήρθε η ανάπτυξη. Μέσα από τη συνήθεια, ξεχνιέται πως το καλοκαίρι είχαμε σημαντικά διεθνή και τοπικά γεγονότα που ίσως βάλουν τη σφραγίδα τους σε όλες τις εξελίξεις.

Είτε μας αρέσει είτε όχι, πρέπει να κατανοήσουμε ότι από τη σφαίρα των οικονομικών κατά βάση γεγονότων της προηγούμενης φάσης του νεοφιλελευθερισμού, έχουμε περάσει σε μια άλλη, αυτή της γεωπολιτικής. Οι ισορροπίες και διευθετήσεις που υπήρχαν, μπαίνουν τώρα σε γενικευμένη αμφισβήτηση. Έχουν αναδυθεί δυνάμεις που αξιώνουν νέες μοιρασιές. Και, βεβαίως, η χώρα βρίσκεται στο νευραλγικό επίκεντρο αντιπαραθέσεων και ανακατατάξεων. Δεν βρίσκεται απλώς, όπως πριν, αλλά εξασθενημένη, αποκαμωμένη, ζαλισμένη, συγχυσμένη, αποπροσανατολισμένη. Κυρίως, βρίσκεται σαν να μη θέλει να πιστέψει πως το Μνημόνιο δεν ήταν μόνο οικονομικό, αλλά υπάρχουν κίνδυνοι μέχρι και πολεμικών συγκρούσεων και αλλαγής συνόρων στην περιοχή. Το λαϊκό αίσθημα (αν μπορεί να προσδιοριστεί έτσι) διαισθάνεται πως μια τέτοια εξέλιξη θα είχε οδυνηρές για τη χώρα συνέπειες. Γι αυτό και δεν θέλει να το δει καθαρά ετούτη τη στιγμή. Το «λιγότερη Ελλάδα» δεν είναι σχήμα λόγου. Είναι έργο που προωθείται συστηματικά, είναι στόχος διαφόρων δυνάμεων.

Ο Μητσοτάκης φρόντισε από την αρχή να δείξει ότι όλα τα φαντάζεται σαν μια εταιρεία, μια επιχείρηση. Πήγε στην Κύπρο και διακήρυξε τη μεγαλύτερη απεμπλοκή της Ελλάδας από το κυπριακό ζήτημα. Τόνισε με όλους τους τρόπους πως θα εφαρμόσει τη Συμφωνία των Πρεσπών χωρίς καμιά αμφισβήτηση. Ξέχασε να θέσει οποιοδήποτε ζήτημα για τα πλεονάσματα όταν συναντήθηκε με Μέρκελ και Μακρόν. Κατανοεί πως η Σούδα δεν επαρκεί για τις ανάγκες των ΗΠΑ και θέλει να βρει τρόπο για να γίνουν οι επεκτάσεις της. Ξεχνά να πει πως έχει πληροφορηθεί για τους σχεδιασμούς και τις αξιώσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο. Πανηγυρίζει που ο Πάιατ γνωμοδότησε πως η Αστυπάλαια είναι ελληνική…

Μεταρρύθμιση σκέψης πρώτη και αναγκαία: Ζούμε στην εποχή της γεωπολιτικής και έρχονται τραντάγματα.

Τι έχει συμβεί με τη σκέψη και τη συνείδησή μας, για παράδειγμα τα τελευταία 10 χρόνια; Τι άλλαξε, τι βελτιώθηκε, ποια κατάσταση πνευμάτων επικρατεί και γιατί; Είναι ζήτημα ατομικής διάθεσης και θέλησης ή επηρεάζεται από γενικότερους παράγοντες;

Αδυναμία διαμόρφωσης εναλλακτικής πρότασης διεξόδου

Στα δέκα χρόνια που πέρασαν, συνέβησαν πολλά και σημαντικά. Άλλαξε ο πολιτικός χάρτης, εμφανίστηκαν κινήσεις, δυνάμεις, ιδέες και προτάσεις. Μέσα στην αναστάτωση που σημειώθηκε, θα λέγαμε πως ό,τι υπήρχε να ειπωθεί ειπώθηκε και εν μέρει δοκιμάστηκε.

Οι δυνάμεις που πραγματικά αγωνίστηκαν ενάντια στα μνημόνια (κόμματα, οργανώσεις, προσωπικότητες) φάνηκαν κατώτερες των περιστάσεων, και ενώ το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα αποσταθεροποιήθηκε σε σημαντικό βαθμό, δεν έγινε δυνατό να διατυπωθεί μια εναλλακτική πρόταση διεξόδου. Τέτοια που να συγκεντρώνει σημαντική υποστήριξη και να ξεφύγει από τις τροχιές του υποκειμενισμού ή της μονοκαλλιέργειας. Κι ενώ αυτή η διαπίστωση είναι πασιφανής, λείπει κάθε ίχνος αυτοκριτικής, αναστοχασμού ή διερώτησης για τις αιτίες αυτής της αδυναμίας. Γιατί συμβαίνει κάτι τέτοιο;

Η βαθύτερη απάντηση δεν είναι εύκολη. Ένα πρώτο επίπεδο απαντήσεων εδράζεται σε «πρωτόγονα» στερεότυπα, κι αυτό ισχύει για όλους τους αριστερούς ή πατριωτικούς χώρους. Σε μια απλουστευτική, τετριμμένη ιδέα περί πολιτικής και πράξης. Αυτό που απόμεινε, ήταν η «αρπαχτή» δια της εκλογικής διαδικασίας, είτε μεγαλεπήβολα (συριζικά) είτε δια του «λαμβάνω μέρος στις εκλογές άρα υπάρχω».

Αφού αυτά ηττήθηκαν ως προτάσεις και σχεδόν κανείς δεν αντιμετώπισε, έστω μεθοδολογικά, με κάποια σοβαρότητα το πρόβλημα της διαμόρφωσης και των προϋποθέσεων μιας εναλλακτικής πρότασης διεξόδου, τώρα αναπαράγονται παραλλαγές των ίδιων στερεοτύπων. Σαν να μην έγινε τίποτα σπουδαίο όλα αυτά τα χρόνια, σαν να ισχύουν αναλλοίωτα όλα όσα καθένας είχε στο μυαλό του. Το κυριότερο, είναι η αδυναμία να κατανοηθεί η πραγματικότητα, να ειδωθεί τι συμβαίνει και τι έρχεται. Αλλά δεν φαίνεται αυτό να προβληματίζει. Η χρονιά αρχίζει πάντα με τη διαδήλωση στην ΔΕΘ, θα διαδηλώσουμε και βλέπουμε…

Κεντροαριστερός άξονας

Στη χώρα έχει δημιουργηθεί ένας κεντροαριστερός άξονας που κατορθώνει κάθε φορά να βγάζει πολλή δουλειά για το σύστημα, απορροφώντας τις εκρήξεις ριζοσπαστισμού και λαϊκής αγανάκτησης. Η πολιτική σκηνή ευρύτερα κυριαρχείται από τον κεντροαριστερό λόγο. Η Αριστερά τελεί φυσικά υπό την κηδεμονία του, ακόμα κι όταν τον καταγγέλλει με ένταση. Η σημερινή αντιδεξιά ρητορική όλων των σχηματισμών, θα ευνοήσει τον ΣΥΡΙΖΑ και τη μετεξέλιξή του.

Η πραγματική αποδέσμευση από την κεντροαριστερή πρόταση είναι ένα από τα κεντρικότερα σημεία μιας μεταρρύθμισης της σκέψης. Όχι, δεν είμαστε όλοι μια οικογένεια. Η Κεντροαριστερά είναι δομικό στοιχείο του συστήματος με ενεργό ρόλο. Ο διεμβολισμός της απαιτεί εφόδια που σήμερα δεν υπάρχουν και όποιος νομίσει ότι θα τον πετύχει εύκολα, δεν διδάσκεται από την έστω πρόσφατη πείρα. Για παράδειγμα, ακόμα και στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά προτιμάται σαφώς ο Πολάκης και ό,τι εκφράζει (ως διαδρομή και κατάληξη) από τον Γεωργιάδη. Αυτό είναι πρόβλημα, γιατί μετά έρχεται το «καλύτερα με Τσίπρα παρά με τον Κούλη», ακόμα και στο κεφάλι ενός αντιεξουσιαστή.

Καμιά ανάθεση δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον ρόλο του λαϊκού κινήματος και του σεβασμού των βαθύτερων «θέλω» του λαού.

Μπορούν να γίνουν πολλά!

Σε αντίθεση με το πνεύμα των καιρών και τη διάθεση που αποπνέει, μια ακόμα μεταρρύθμιση της σκέψης αφορά τις δυνατότητες και την ανάγκη να γίνουν πολλά και σημαντικά. Πάντα υπάρχουν δυνατότητες και στόχοι που η επίτευξή τους δημιουργούν άλλους όρους. Εγκλωβισμένος σε στερεότυπα και καταγγελτικά σχήματα, ο νους αδυνατεί να παράξει τις δυνατότητες που έχει η επένδυση σε μια πολιτική με κεντρικό στόχο, προϋποθέσεις, επίκεντρα, προεκτάσεις, δυναμική και ισχυρά σημεία. Επομένως, αν πολλά μπορούν να γίνουν, τότε η διαμόρφωση πολιτικής γύρω από μια πρόταση διεξόδου της χώρας στις σύγχρονες συνθήκες, μπορεί να παρουσιάσει μια δυναμική και να είναι πρωτότυπη ως προς τις μορφές της.

Ίσως ο Δρόμος πρέπει να βρει έναν πιο ενεργητικό ρόλο σε αυτή την κατεύθυνση.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!