Δεν είναι ελάφι, είναι ο τουρκικός επεκτατισμός  και οι έμποροι των εθνών αυτοπροσώπως

Του Ρούντι Ρινάλντι

tourkia-xartisjpg
Ο τουρκικός χάρτης που κυκλοφορεί και από επίσημους φορείς της γείτονος χώρας και στον οποίο οριοθετούνται τα «σύνορα της καρδιάς» του Σουλτάνου. Απ΄ ό,τι φαίνεται, «αισθάνονται» τα σύνορα στο Αιγαίο κατά μήκος του 35ου μεσημβρινού

Τα όσα συμβαίνουν επί δύο μήνες, με τις απανωτές δηλώσεις του Τούρκου προέδρου Ερντογάν που αμφισβητεί ευθέως τη Συνθήκη της Λωζάννης και τις πρόσφατες απειλές ότι θα πλημμυρίσει η Ευρώπη με 3 εκατομμύρια πρόσφυγες (μέσω βέβαια κυρίως των νησιών του Αιγαίου), δείχνουν πως έχουμε μπει σε μια νέα περίοδο κλιμάκωσης και έντασης με απρόβλεπτες συνέπειες στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας.

Στο Κυπριακό, η εμπλοκή στις συνομιλίες που διεξάγονται στην Ελβετία ανάμεσα σε Αναστασιάδη και Ακιντζί, δείχνει πως η τουρκική στρατηγική συνίσταται στο να κατοχυρώνει όλο και περισσότερα πράγματα με κλιμάκωση και εκβιασμούς, αφού η άλλη πλευρά συνεχώς ενδίδει και υποχωρεί. Στόχος, να ενταφιαστεί οριστικά η Κυπριακή Δημοκρατία και στη συνέχεια να υποχρεωθεί η Ελλάδα, μέσα από απειλές και στρατιωτική ισχύ, να δορυφοροποιηθεί απέναντι σε μια Τουρκία με μεγαλοκρατικές βλέψεις.

 

 

Ενδοτισμός και τριβές

Οι φιλοδοξίες του Ερντογάν, δεν αρχίζουν και τελειώνουν στο πεδίο της Μοσούλης και των τουρκοσυριακών συνόρων. Θέλει να καταστήσει την Τουρκία αδιαφιλονίκητο κέντρο του σουνιτισμού και μέσω αυτού να διαδραματίσει ρόλο υπερδύναμης στην περιοχή. Όσο κι αν μοιάζει αρκετά φιλόδοξο, εντούτοις ο σχεδιασμός είναι αυτός. Άλλο θέμα τι θα καταφέρει στην πραγματικότητα, αλλά εκεί αποσκοπεί η εξελισσόμενη νεοοθωμανική στρατηγική. Κάνουν λάθος επομένως όσοι βλέπουν τη στρατηγική του Ερντογάν να περιορίζεται στο Κουρδικό, όσοι νομίζουν ότι έχει πολλά προβλήματα και άρα είναι απλά «βρυχηθμοί» όσα λέει για τα νησιά του Αιγαίου και για προσάρτηση της βόρειας κατεχόμενης Κύπρου.

Η επίσκεψη Ομπάμα οδήγησε την ελληνική πλευρά να αποδεχτεί πως μια λύση τώρα του Κυπριακού, περνά μέσα από το καθεστώς των εγγυητριών δυνάμεων (δηλαδή παραμονή των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής και δήλωση ότι θα αποχωρούν σταδιακά) και αποδοχή της πενταμερούς διάσκεψης. Η υπαναχώρηση της ελληνικής πλευράς στα θέματα αυτά και ο ελιγμός της για διμερή συνάντηση Τσίπρα – Ερντογάν, δημιούργησαν τριβές ανάμεσα στην ελληνική και την ελληνοκυπριακή πλευρά, αλλά και διαφοροποίηση του υπουργού Εξωτερικών Ν. Κοτζιά. Ο τελευταίος ενέπλεξε μάλιστα με τις δηλώσεις του και τον Προκόπη Παυλόπουλο. Για άλλη μια φορά, το Κυπριακό και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις μετατρέπονται σε αιτία πολιτικών τριβών και κρίσεων στο εσωτερικό της χώρας.

Ο παραδοσιακός ενδοτισμός του ελληνικού πολιτικού κόσμου και η πολιτική της διατεταγμένης «φιλίας με την Τουρκία» (τόσες κουμπαριές, ζεμπεκιές αλλά και ροκιές έπεσαν για να στηθεί), δείχνουν γύμνια από ελληνικής πλευράς. Αλλά και έλλειμμα πολιτικής απέναντι σε πραγματικές απειλές. Μια χώρα περιορισμένης κυριαρχίας, μια χώρα αποικία χρέους, μια χώρα που προσκυνά τον Ομπάμα και τους άλλους «ισχυρούς» μήπως και πάρει κάποιο αντάλλαγμα, μια χώρα εξασθενημένη και χωρίς εξωτερική πολιτική, το μόνο που κάνει είναι να παραχωρεί κι άλλη κυριαρχία στους δυνάστες.

Για παράδειγμα, τα νησιά του Αιγαίου. Δέχθηκε η ελληνική πλευρά το σχέδιο να εγκλωβιστούν εκεί οι πρόσφυγες και να δημιουργηθούν τα «hot spots» με τη φυλάκιση ουσιαστικά χιλιάδων ανθρώπων χωρίς καμιά προοπτική. Γιατί; Ήθελε πολύ μυαλό για να κατανοηθεί ότι τα νησιά μετατρέπονται σε μικρά ηφαίστεια με συνεχείς εκρήξεις, ταραχές και προβλήματα, σε γκρίζα ζώνη χωρίς ελληνική κυριαρχία; Ήθελε πολύ μυαλό για να καταλάβει η ελληνική ηγεσία ότι το Αιγαίο, ανακηρύσσεται «νατοϊκή θάλασσα», μόνο και μόνο για να ελέγχονται οι κινήσεις του ρωσικού στόλου; Ή μήπως θέλει πολύ μυαλό για να συνδεθεί η αλβανική εθνικιστική προπαγάνδα και οι διεκδικήσεις απέναντι στην Ελλάδα με τη στενή συμμαχία Αλβανίας – Τουρκίας; Θέλει, τέλος, πολύ μυαλό για να κατανοηθεί πως όλοι ξέρουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε μια δύσκολη και εξασθενημένη θέση και το αξιοποιούν;

Προφανώς και δεν είναι θέμα «μυαλού», αλλά αντίληψης για τα πράγματα. Η πολιτική που ασκείται είναι «να φύγουμε μπροστά!» χωρίς να προσδιορίζεται το προς τα πού, και κυρίως χωρίς να αντιμετωπίζονται τα προβλήματα και οι κίνδυνοι. Να φύγουμε μπροστά, κλείνοντας την αξιολόγηση όπως-όπως, να φύγουμε μπροστά και ό,τι γίνει σε Κύπρο, Αιγαίο, προσφυγικό. «Τηρούμε τις συμφωνίες» που μας επιβάλλουν και αναμένουμε… Αυτή είναι σήμερα όλη κι όλη η πολιτική όσων παριστάνουν πως κυβερνούν τη χώρα.

 

Η διπλή απειλή

Ποιο είναι το μεγαλύτερο έλλειμμα; Δεν υπάρχει πολιτική εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας. Υπάρχει αποδοχή πως πρέπει να παραχωρηθεί μέρος της ή και ολόκληρη για να «σωθεί». Ποιος και τι να σωθεί; Δεν υπάρχει σαφής απάντηση. Ούτε αίσθηση του κινδύνου μιας εθνικής καταστροφής που συνοδεύεται από κοινωνική καταστροφή ή αποτελεί επακόλουθό της. Ο πολιτικός κόσμος στο σύνολό του, προσηλωμένος στις συμβάσεις που έχει συνάψει και στα συμβόλαια που εκτελεί, δεν κατανοεί τον κίνδυνο αυτόν. Δεν τον βλέπει, θέλει να στρουθοκαμηλίζει. Άλλωστε περνά καλά μέχρι τώρα.

Ακόμα, η «επίσημη» διανόηση, ποτισμένη μέσα στον κοσμοπολίτικο ευρωπαϊσμό και «ταϊσμένη» από τα προγράμματά του, έκανε και κάνει ό,τι μπορεί για να καταπολεμήσει την ιδέα και την ανάγκη της εθνικής κυριαρχίας. Σχεδόν αδιαφορεί και για την κατάλυση της λαϊκής κυριαρχίας και της δημοκρατίας, τη διάλυση και το ρήμαγμα της χώρας.

Και μια Αριστερά που ακούει για εθνική κυριαρχία και βγάζει φλύκταινες, λες και είναι συνώνυμο της ταξικής προδοσίας. Την οποία βέβαια η κυβερνώσα εκδοχή της, την έχει διαπράξει εδώ και καιρό. Οι «ταξικές μεροληψίες» στυλ Τσακαλώτου, τινάχθηκαν στον αέρα ως μπούρδες και οι «ταξικές διεκδικήσεις» αποδεικνύονται φαντασιώσεις σε μια πραγματικότητα που κυριαρχείται από εργαζόμενους «αόρατους», μη καταχωρημένους, ευλύγιστους, αμειβόμενους με τον «υποκατώτατο», και βέβαια από τα εκατομμύρια ανέργων, πεινασμένων και ανασφάλιστων.

Η χώρα πρέπει να σωθεί. Όχι έτσι όπως τη «σώζουν» μέχρι τώρα. Να υπερασπιστεί την εθνική και λαϊκή κυριαρχία της, μέσα από μια πολιτική διεξόδου. Και βεβαίως, να έχει φωνή, να ονοματίζει, να κινητοποιεί και να κινητοποιείται. Να ξαναγίνει επίκεντρο εξελίξεων και διεργασιών. Να θυμίσει σε όποιον επιβουλεύεται την εθνική κυριαρχία της, ότι ο λαός της δεν δεσμεύεται από τη μυστική διπλωματία και τις συμφωνίες κορυφής. Και ακόμα, πως θα υπερασπίσει την εδαφική ακεραιότητα από κάθε επιβουλή, καλώντας σε δημοκρατικό, πατριωτικό, κοινωνικό και χειραφετητικό συναγερμό όλες τις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου.

Τόσο η δυτική παγκοσμιοποιητική ισοπέδωση της χώρας μέσα από μνημονιακό στραγγαλισμό, όσο οι επιβουλές του τουρκικού επεκτατισμού – νεοοθωμανισμού απέναντι στην Ελλάδα, θα βρουν αντιμέτωπο τον ελληνικό λαό. Όλες οι ηγεσίες θα κριθούν από τη στάση που θα κρατήσουν απέναντι στις νέες προκλήσεις, γιατί είτε το καταλάβαμε είτε όχι, έχουμε μπει σε μια νέα περίοδο όπου ο πόλεμος είναι κοντά, πολύ κοντά, προ των πυλών με πολλούς τρόπους. Και ας αφήσουν το παραμύθι όποιοι νομίζουν ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος ή ότι είναι «εθνικισμός» η υπεράσπιση της χώρας. Αγωνιζόμαστε για μια Ελλάδα ελεύθερη. Μια χώρα ελεύθερη με ελεύθερο το λαό της.

Δεν περνά ένα ελάφι, για να λέει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Τζανακόπουλος «να ένα ελαφάκι!», ή για να παίρνει τηλέφωνο ο κ. Τσίπρας κάποιους ηγέτες και να τους ενημερώνει για το «ελάφι». Τριγυρίζουν οπλισμένοι «ελαφοκυνηγοί», το κυνήγι έχει αρχίσει…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!