Επιστολή-βόμβα προς το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης κάνει λόγο για καρτέλ και παράνομες πρακτικές
Του Χρήστου Πραμαντιώτη
Στη Χαλάστρα του Δήμου Δέλτα, στη Θεσσαλονίκη, αναπτύσσεται εδώ και δεκαετίες ένας σημαντικός κλάδος του πρωτογενούς τομέα, οι μυδοκαλλιέργειες, με αξιόλογη συνεισφορά στην τοπική οικονομία και με μεγάλη εξαγωγική ανταγωνιστικότητα λόγω της υψηλής ποιότητας των μυδιών. Στην περιοχή αυτή του Β. Θερμαϊκού παράγεται περίπου το 80% της συνολικής εθνικής παραγωγής μυδιών και οστράκων. Παρ’ όλες όμως τις μεγάλες παραγωγικές και οικονομικές δυνατότητες που έχει η δραστηριότητα, διέπεται από ένα καθεστώς αναρχίας και ανομίας.
Η περιοχή της Χαλάστρας, τα τελευταία χρόνια, έγινε γνωστή στην Ελλάδα αλλά και στις ευρωπαϊκές αγορές για τα παράνομα μυδοτροφεία που φυτρώνουν ανεξέλεγκτα(!) στον Θερμαϊκό. Αυτή τη στιγμή λειτουργούν, νόμιμα, 22 μονάδες σε ισάριθμες χωροθετημένες περιοχές τις οποίες εκμεταλλεύονται πάνω από 60 οικογένειες, με αποτέλεσμα να μην είναι βιώσιμες σαν παραγωγικές επιχειρήσεις.
Περίεργη απραξία της Πολιτείας
Μια ομάδα νόμιμα αδειοδοτημένων μυδοκαλλιεργητών απέστειλε τον περασμένο Οκτώβριο υπόμνημα-αίτημα προς το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, όπου μεταξύ άλλων αναφέρουν: «Στην επί χρόνια “προβληματική” περιοχή της Χαλάστρας, αναπτύσσονται προοδευτικά, εδώ και 15 περίπου χρόνια τουλάχιστον, γεωμετρικά αυξανόμενες (αφού έχουν πλέον αποθρασυνθεί από την ατιμωρησία τους και την πλήρη απραξία της πολιτείας να προβεί στις αυτονόητες ενέργειες για την άμεση απομάκρυνσή τους) παράνομες μονάδες μυδοκαλλιέργειας που καταλαμβάνουν τεράστιες θαλάσσιες εκτάσεις, περιορίζουν -περικυκλώνοντας κυριολεκτικά τις μονάδες μας- εμάς, τους νόμιμους παραγωγούς, εξαντλούν το περιβαλλοντικό απόθεμα της περιοχής, υποβαθμίζουν το παραγόμενο προϊόν που εξάγεται παράνομα και χωρίς κτηνιατρικούς και υγειονομικούς ελέγχους, με τελικό αποτέλεσμα και λόγω της παρέμβασης των αρμοδίων φορέων της Ευρωπαϊκής Ένωσης να απειλούμαστε σήμερα με οριστικό κλείσιμο των μονάδων μας και οριστική απαγόρευση της παραγωγής μας, την οποία επί 11 μήνες δεν μπορούσαμε να διαθέσουμε λόγω σχετικής απαγόρευσης της Κτηνιατρικής Υπηρεσίας του ΥΠΑΑΤ. Έτσι, η περιοχή μας, ενώ διαθέτει και παράγει το καλύτερο προϊόν συγκριτικά με τις άλλες περιοχές, έχει στιγματιστεί και δυσφημιστεί στο έπακρο εντός και εκτός συνόρων».
Η κατάσταση αυτή εμποδίζει την άσκηση της δραστηριότητας των μυδοκαλλιεργητών, κάτι που δεν οφείλεται σε δική τους υπαιτιότητα, «αλλά κυρίως σε παράνομες πράξεις και παραλείψεις της πολιτείας και των οργάνων της που επί σειρά ετών ανέχτηκε την άναρχη εγκατάσταση και επέκταση των παράνομων μονάδων, συνέπραξε με τα ισχυρά συμφέροντα που δημιουργήθηκαν, ευνοώντας παντοιοτρόπως και συντονισμένα τους παράνομους μυδοκαλλιεργητές σε βάρος των νόμιμων, διευκολύνοντας τη δημιουργία ενός ισχυρού “καρτέλ” των ολίγων που λειτουργεί ανεξόδως, χωρίς να πληρώνει μισθώματα, πρόστιμα ή φόρους, γι’ αυτό και είναι σε θέση να διαθέτει το προϊόν που παράγει σε εξευτελιστικές τιμές, τις οποίες δεν μπορεί να ανταγωνιστεί κανένας νόμιμος μυδοκαλλιεργητής. Έτσι, έχουν κατορθώσει να καταστήσουν κατ’ ουσίαν “σκλάβους-κολίγους” όλους τους νόμιμους καλλιεργητές που, μη αντέχοντας τον ανταγωνισμό, αναγκαζόμαστε δουλεύοντας όλη μέρα στην παραγωγή να πουλάμε το προϊόν μας σε αυτούς σε εξευτελιστικές τιμές, για να επωφελούνται αυτοί της εξαγωγής του δικού μας προϊόντος και του προϊόντος που παράνομα καλλιεργούν στον Β. Θερμαϊκό σε βάρος του περιβαλλοντικού αποθέματος και της συνολικής παραγωγής. Τα υπερκέρδη των παρανόμων καλλιεργητών διαφεύγουν της φορολόγησης, αφού τα παραστατικά περνούν συνήθως μέσω νόμιμων μονάδων που υποτάσσονται αναντίρρητα, προκειμένου να μπορέσουν να διαθέσουν την παραγωγή τους».
Πώς λειτουργεί το κύκλωμα
Οι μυδοκαλλιεργητές προχωρούν και σε πιο συγκεκριμένη καταγγελία. «Γνωρίζουν όλοι οι αρμόδιοι φορείς της πόλης μας ότι απολύτως συγκεκριμένα πρόσωπα διαθέτουν νόμιμα αδειοδοτημένες μονάδες στην Ημαθία και την Πιερία, και ταυτοχρόνως τεράστιας έκτασης παράνομες μονάδες στη Χαλάστρα. Την παραγωγή της Χαλάστρας “περνούν” μέσα από τις νόμιμα αδειοδοτημένες μονάδες τους, δηλώνοντας σε περίπτωση ελέγχου ότι προέρχονται από αυτές».
Στην περιοχή είναι άγνωστος ο αριθμός και η έκταση των μονάδων, καθώς εκτός από τις νόμιμα αδειοδοτημένες υπάρχουν οι καθ’ όλα παράνομες μονάδες και επίσης και παράνομες μονάδες καθ’ υπέρβαση των νόμιμων αδειοδοτημένων μονάδων. Όπως ανέφερε ο εντεταλμένος περιφερειακός σύμβουλος για Θέματα Περιβάλλοντος, Κώστας Γιουτίκας, σε πρόσφατη συνεδρίαση της Μητροπολιτικής Επιτροπής: «Αυτό δεν είναι ένα πρόβλημα που δεν επιλύεται, αλλά ένα πρόβλημα που συντηρείται έντεχνα και μεθοδευμένα, ένα πρόβλημα που συγκεκριμένα συμφέροντα δεν αφήνουν την επίτευξη της λύσης».
Οριστική λύση στο ζήτημα θα μπορούσε να δοθεί, αν υπήρχε ένας ολοκληρωμένος σχεδιασμός, οριοθέτηση και χωροθέτηση της δραστηριότητας, που σημαίνει θεσμικά ότι πρέπει να εκπονηθούν άμεσα οι ΠΟΑΥ (Περιοχές Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιέργειας). Μέχρι σήμερα έχει εγκριθεί μόνο η ΠΟΑΥ Ημαθίας που καταλαμβάνει μια περιοχή πολύ μικρής έκτασης, ενώ η ΠΟΑΥ Πιερίας απορρίφθηκε πρόσφατα από το ΣτΕ λόγω σοβαρών ελλείψεων στις περιβαλλοντικές μελέτες. Όσο για την ΠΟΑΥ Β. Θερμαϊκού, ο κ. Γιουτίκας, στην ίδια συνεδρίαση της Μητροπολιτικής επιτροπής σημείωσε: «Δεν υπάρχει καμία απολύτως δικαιολογία για την καθυστέρηση υλοποίησης της ΠΟΑΥ επί 15 χρόνια που σέρνεται και επιστρέφεται από υπηρεσία σε υπηρεσία, χωρίς κανείς να γνωρίζει με ακρίβεια ποιο είναι επιτέλους το πρόβλημα και το εμπόδιο για την υλοποίησή της (πέραν βέβαια του προφανούς, της σκόπιμης παρεμπόδισής τους)».
Από όσα αναφέρθηκαν, είναι προκλητικές οι ευθύνες της κεντρικής Διοίκησης που καλύπτει το φαύλο κύκλωμα που περιγράφηκε και ουσιαστικά υπονομεύει μια πολύτιμη δραστηριότητα του πρωτογενούς τομέα. Είναι ανάγκη να υπάρξει ένα πλαίσιο λειτουργίας και να αποκατασταθεί η αξιοπιστία που αναλογεί στην ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος.