Από τις 26 Μαΐου έχουμε μπει σε έναν καινούργιο πολιτικό κύκλο. Η τιμωρία του ΣΥΡΙΖΑ και ο νέος πολιτικός συσχετισμός που καταγράφηκε στη χώρα, δεν άφησαν άλλα περιθώρια στον Τσίπρα και έφεραν στην επιφάνεια τις μεγάλες αδυναμίες που είχε στην τακτική και τους ελιγμούς. Η μη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών μαζί με τις ευρωεκλογές ή και νωρίτερα, και το αποτέλεσμα, κατάργησαν το «άχαστο» του Τσίπρα, ο οποίος χάνει και στις δημοσκοπήσεις και στις εκλογές πλέον.
Παρ’ όλο που ο χαρακτήρας των εκλογών ήταν προδιαγραμμένος από το γνωστό εκ των προτέρων σε γενικές γραμμές αποτέλεσμα (ποιο πρώτο και ποιο δεύτερο κόμμα), η διαφορά των 10 μονάδων ήταν καθοριστική. Έφερε σύγχυση και αποσπασματικές ενέργειες στο Μαξίμου, φάνηκε ο εκνευρισμός και η αμηχανία, άλλαξε λίγο το ύφος, αποτραβήχτηκαν περσόνες τύπου Πολάκη, προσπαθήθηκε να στηθεί μια γραμμή άμυνας απέναντι στη Ν.Δ. Όμως ο λόγος του Τσίπρα, τα διαφημιστικά μηνύματα, η επιχειρηματολογία, όλα ακούγονται σαν ψεύτικα, τζούφια, χωρίς πνοή. Τι να περιμαζέψεις ένα μήνα μετά από ήττα με 10 μονάδες, κι όταν έχεις αναγγείλει μια διαδικασία αποχώρησης με πρόωρες εκλογές. Δεν πείθεις. Είσαι ο απερχόμενος, παραδίδεις, έρχεται ο επόμενος. Ακόμα κι αν είναι ο Μητσοτάκης.
Το αστείο είναι πως ο Τσίπρας φοβόταν τον Σαμαρά, χάνει από τον Μητσοτάκη (που τον θεωρούσε «λίγο») και αρχίζει να αντιπαρατίθεται και με τον Καραμανλή. Κάνει ότι δεν καταλαβαίνει πόσο δούλεψε για την ευρωκρατία και τους Αμερικάνους (άντε και τους γείτονες, καλούς και κακούς) και πώς κατόρθωσε να ξεπλύνει όλο τον πολιτικό κόσμο των μνημονίων, να κάνει «μπλε» την Ελλάδα, να διαλύσει κάθε κριτήριο και συνοχή στον λαϊκό παράγοντα. Πολύ περισσότερο, να ανοίξει κι άλλο το δρόμο στην παγκοσμιοποιητική αποδόμηση και διάλυση. Πολεμώντας τον «εθνολαϊκισμό», και βρίζοντας τα συλλαλητήρια ως «ετερόκλητο όχλο», έστειλε κατά καραβιές κόσμου προς τη Ν.Δ. Έτσι, έκανε τον Μητσοτάκη «γίγαντα». Μπράβο Tsipras! Το σύστημα, το κατεστημένο, σε ευχαριστεί για τη συμβολή σου.
Κι όμως, «κάτι» δεν λειτουργεί
Η διαπίστωση πως δεν υπάρχει «νεύρο» στην προεκλογική περίοδο, ούτε μεγάλο ενδιαφέρον, ανησυχεί τα επιτελεία. Δεν μπορούν να ερμηνεύσουν ή να διαβάσουν την εκλογική συμπεριφορά του σώματος. Θα πάνε να ψηφίσουν ή θα προτιμήσουν παραλία; Αν κάνει ζέστη, ποιες κατηγορίες θα επηρεαστούν; Οι υπερήλικες που δεν θα θέλουν να βγουν από το σπίτι ή οι νέοι που θα πάνε για μπάνιο ή θα «αράξουν». Κι αν συμβεί το ένα ή το άλλο, ποιο κόμμα θα κερδίσει η θα χάσει; Δεν τα λέμε εμείς αυτά. Τα υποστηρίζουν με σοβαρότητα πλήθος από αναλυτές, δημοσκόποι και πολιτικοί παράγοντες.
Πίσω από αυτά, υπάρχει ένα γεγονός: Η έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών προς τα κόμματα και το πολιτικό σύστημα. Η απέχθεια μεγάλων τμημάτων απέναντι στον τύπο και την ποιότητα της πολιτικής διαδικασίας. Οι ψηφοφόροι δεν ανήκουν αποκλειστικά σε μια παράταξη, δεν εμπνέονται από τους πολιτικούς και τα προγράμματα, κρατούν «πισινή» και αμφιβάλλουν για όσα διακηρύσσονται. Έχουν χαλαρώσει οι δεσμοί τους με το κομματικό φαινόμενο και η πολιτική διαδικασία είναι πολύ ξένη προς τη ζωή τους. Ο ψυχικός σύνδεσμος μεγάλου αριθμού ψηφοφόρων με τα πολιτικά κόμματα έχει αδυνατίσει πολύ.
Οι ψηφοφόροι δεν ανήκουν αποκλειστικά σε μια παράταξη, δεν εμπνέονται από τους πολιτικούς και τα προγράμματα, κρατούν «πισινή» και αμφιβάλλουν για όσα διακηρύσσονται. Έχουν χαλαρώσει οι δεσμοί τους με το κομματικό φαινόμενο και η πολιτική διαδικασία είναι πολύ ξένη προς τη ζωή τους
Στην πραγματικότητα, αυτό συμβαίνει από την εποχή του Σημίτη που εισήγαγε την «επιχειρηματική πολιτική». Στη συνέχεια, με τα Μνημόνια, το φαινόμενο ακούμπησε μεγάλο μέρος της δεξιάς παράταξης και διέλυσε το ΠΑΣΟΚ, γκρεμίζοντας τον δικομματισμό. Η «πρώτη φορά Αριστερά», με την πρώιμη πασοκοποίησή της, δεν κατόρθωσε να συγκροτήσει κάτι αντίστοιχο με τον πιο συμπαγή χώρο της Δεξιάς. Ανατίναξε κάθε ψυχικό σύνδεσμο, όσος τέτοιος υπήρχε, και γκρέμισε την ελπίδα, όσο «ρηχή» κι αν ήταν. Οδήγησε έτσι τον πιο «σταθερό» χώρο της Δεξιάς να έχει μεγαλύτερη επίδραση.
Όπως σημειώνει ο Νίκος Βατόπουλος στην Καθημερινή (22/6/19): «Σήμερα, ο μεγάλος αριθμός των περιφερόμενων ψηφοφόρων, διεθνές πλέον γνώρισμα του 21ου αιώνα, αποκαλύπτει ένα τοπίο χαλαρού ψυχικού συνδέσμου, τουλάχιστον σε συμπαγείς πλειοψηφίες. Οι λόγοι είναι πολλοί, από τη γενική κρίση ταυτότητας των κοινωνιών έως την ένταση της ψηφιακής δικτύωσης. Αλλά, πλέον, η κόπωση της γενικής παραζάλης και της ανασύνταξης των κοινωνιών την τελευταία δεκαετία γεννά την πεποίθηση ότι μπορούν να ενισχυθούν οι ψυχικοί δεσμοί με τους κομματικούς σχηματισμούς που προτείνουν συνθέσεις και πρόοδο. Η διαφαινόμενη υποχώρηση της αντισυστημικής ψήφου απελευθερώνει πεδίο για καλλιέργεια μιας νέας σχέσης με μεγάλες ομάδες ψηφοφόρων».
Δύο σκέψεις γεννούν οι παρατηρήσεις του αρθογράφου. Πρώτον, ο περιφερόμενος ψηφοφόρος έχει λιγότερες εξαρτήσεις από τα κόμματα σε σχέση με παλιότερα, άρα σκέφτεται ίσως παραπάνω ή ψάχνει κάτι που δεν βρίσκει εύκολα. Δεύτερον, μια κόπωση οδηγεί σε αναζήτηση σύνθεσης, συνεννόησης, διαχείρισης. Και επειδή η πρόοδος δεν είναι συνώνυμο ή ιδιότητα του αντισυστημισμού, μπορούν και συντηρητικές δυνάμεις να συγκροτήσουν, στο όνομα της σύνθεσης (κι όχι της διάσπασης) και της προόδου (ως ανάπτυξης με κοινωνική ευαισθησία) μεγάλα μπλοκ. Μάλιστα η φορά των εξελίξεων και η κάμψη μιας αριστερόστροφης αμφισβήτησης του νεοφιλελευθερισμού, μπορεί να τροφοδοτήσει τέτοιες εξελίξεις. Προσοχή, δεν φύγαμε από τον κόσμο της χαλάρωσης των σχέσεων με τα κόμματα και την πολιτική. Η ρευστότητα είναι κύριο χαρακτηριστικό. Αλλάζει όμως το ιδεολογικό τοπίο και αυτό είναι καίριο για τον ορθό προσανατολισμό κάθε οργανισμού.
Χωρίς αντίκρισμα πολιτικές
Το κρίσιμο ζήτημα βρίσκεται στο ότι κανένα από τα κόμματα του πολιτικού συστήματος, και ιδιαίτερα από τα μεγάλα, δεν έχει πολιτική που να οδηγεί σε μια εναλλακτική πρόταση για τη χώρα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει. Κραυγαλέα επιβεβαίωση αποτελεί η παντελής έλλειψη κάθε αναφοράς στα εθνικά ζητήματα στην προεκλογική ατζέντα. Σαν να υπήρξε μια διακομματική συμφωνία να μην θιγούν τέτοια ζητήματα και να μην γίνει καμιά αντιπαράθεση για αυτά επί της ουσίας. Θράκη, Κύπρος, Αιγαίο, Καστελλόριζο σχέσεις με ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, Ρωσία και Τουρκία, έχουν μείνει εκτός ατζέντας, συνθηματολογίας, συζήτησης. Κι αυτό όταν είναι κοινή αλήθεια πως οι εξελίξεις θα καθοριστούν αποφασιστικά από το τι θα συμβεί σε αυτούς τους τομείς. Γι αυτό έχει δίκιο ο Βαρουφάκης που σημειώνει πως στην επόμενη Βουλή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορέσει να αντιπαρατεθεί στη Ν.Δ. όταν εκείνη θα επικαλείται πως ό,τι εφαρμόζει τα έχει φέρει προωθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Όπως είναι αλήθεια πως ο Βαρουφάκης δεν διαφωνεί σε τίποτα από όσα έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ στα εθνικά (Πρέσπες, ελληνοτουρκικά, Κυπριακό κ.λπ.). Η δε Γεννηματά, με κεντρικό σύνθημα «Επιστροφή της λογικής» προσπαθεί να διαπραγματευθεί μια θέση στο μετεκλογικό εκκρεμές.
Επί της ουσίας, δεν υπάρχει πολιτική πρόταση που να αμφισβητεί τον συστημισμό και να ανοίγει έναν δρόμο που να ενώνει και να συσπειρώνει ευρύτατες δυνάμεις. Η κοινωνία αφήνεται στην κατάσταση του περιφερόμενου ψηφοφόρου. Αυτή είναι η αλήθεια. Από τον περιφερόμενο ψηφοφόρο, όμως, πρέπει να μεταβούμε στον συνειδητό πολίτη. Σε εκείνον, δηλαδή, που δεν βλέπει τα πάντα ως «ατομικό δικαίωμα» το οποίο είτε ασκεί είτε δεν ασκεί. Σε εκείνον που βλέπει τον εαυτό του ως μέλος νέων συλλογικοτήτων στις οποίες εντάσσεται με αξίες και ευθύνη.
Εάν πρέπει να αποδώσουμε μια κύρια ευθύνη στην Αριστερά που κυβέρνησε, αυτή θα είναι ότι επέβαλλε την «ατομική» Αριστερά και κατά συνέπεια έφερε, περίπου ως φυσικό επακόλουθο, την «ατομικότερη», την ατομιστική Δεξιά. Ανέδειξε το «εγώ», το υποκείμενο ως τύφλωση για το «όλον» γύρω.
Ο συνειδητός πολίτης, που απαιτούν οι περιστάσεις, έχει φρόνημα και συναίσθηση των όρων υπό τους οποίους υπάρχει ο χώρος, ο τόπος, ο λαός, το έθνος. Γι αυτό και αγωνιά για την προσωπική του συμβολή στην κοινωνική χειραφέτηση, χωρίς φαντασιώσεις και νοσταλγίες. Οι κάλπες δεν κάνουν θαύματα, αν και μαγεύουν ή τυφλώνουν αρκετούς…