Ας παραδεχτούμε το προφανές. Η κυβέρνηση Αλ. Τσίπρα αντί να μετρά φθορές μετά την τελευταία, επαχθή για το λαό, ψηφοφορία στη Βουλή εμφανίζεται ενισχυμένη σε κοινοβουλευτική δύναμη. Οι 153 και μία ψήφοι του τελευταίου πακέτου, παρά τις διαψεύσεις, μπορεί να αυξηθούν και άλλο. Και όσο να μοιάζει αστείο κατόρθωμα να λεηλατείται το κόμμα του Λεβέντη παραμένει μοναδικό παράδειγμα των μνημονιακών χρόνων. Όχι τυχαία ο πρωθυπουργός γιόρτασε επιδεικτικά τον «θρίαμβο» του με κατ΄ ιδία συνάντηση με την ανύπαρκτη ως χθες «μεγαλοπολιτικό» της μια ψήφου.

Η κυβέρνηση Τσίπρα εφαρμόζει με ευκολία όσα ο συνασπισμένος μνημονιακός πολιτικός κόσμος δεν τολμούσε να φανταστεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ, μέσα σε μια τριετία διέλυσε μισθούς και συντάξεις και μαζί με την υπερφορολόγηση των μεσαίων στρωμάτων αλλάζει την ταξική σύνθεση της ελληνικής κοινωνίας. Επέβαλε μια ασφαλιστική μεταρρύθμιση που όχι μόνο καταργεί δικαιώματα δεκαετιών αλλά κλέβει, ασύστολα, καταβεβλημένες εισφορές δημόσιων και ιδιωτικών υπαλλήλων. Άλλαξε τον χάρτη των εργασιακών σχέσεων καταργώντας την μόνιμη απασχόληση και σταδιακά κυριαρχεί η μερική και πρόσκαιρη θεμελιώνοντας τη φιγούρα των εργαζομένων των 400 ευρώ και κάτω. Δημιούργησε νέο πρόσθετο δημόσιο χρέος με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και χάρισε την διοίκηση τους στους δανειστές μαζί με το μεγαλύτερο μέρος της ιδιωτικής περιουσίας της χώρας. Ξεπούλησε και δρομολογεί την ιδιωτικοποίηση του συνόλου της δημόσιας περιουσίας και επιχειρήσεων στερώντας από την ελληνική οικονομία κάθε δυνατότητα μελλοντικής ανάκαμψης προς όφελος των πολιτών της.

Και όλα αυτά χωρίς να κουνηθεί φύλλο.

Στην πραγματικότητα ο Αλ. Τσίπρας εφαρμόζει την κοινή πολιτική ατζέντα της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ απειλώντας ταυτόχρονα, χωρίς ντροπή, ότι κάθε κριτική στην κυβέρνηση του ανοίγει το δρόμο στο Κυριάκο Μητσοτάκη. Επιτάχυνε την κοινωνική και οικονομική καταστροφή της χώρας με το επιχείρημα ότι αυτό αποτελεί τον μοναδικό ρεαλιστικό συμβιβασμό έναντι μιας δήθεν αριστερής διακυβέρνησης που (νομίζει ότι) επιβεβαιώνει την ευαισθησία της με επιδοματικές πολιτικές επί των κοινωνικών ερειπίων που η ίδια δημιουργεί.

Τα εύσημα του συστήματος

Η κυβέρνηση Τσίπρα εισπράττει τα εύσημα των πιο σκοτεινών κύκλων της γραφειοκρατίας της Ε.Ε. και των συστημικών ΜΜΕ του Δυτικού Κόσμου. Όχι τόσο γιατί κατάφερε να εφαρμόσει όσα οι προηγούμενοι απέτυχαν. Κυρίως γιατί το κατόρθωσε μέσα σε ένα πρωτοφανές για την Ευρώπη κλίμα κοινωνικής σιωπής. Παίρνει τα εύσημα γιατί απαξίωσε κάθε ελπίδα διεξόδου της χώρας από την μέγγενη ενός άδικου χρέους και καταδίκης μιας, ομολογημένης από τους ίδιους τους εμπνευστές, καταστρεπτικής «θεραπείας» της ελληνικής οικονομίας. Και παράλληλα με αυτά ακύρωσε, με το «καλό» του παράδειγμα, κάθε αντίστοιχο ενδεχόμενο σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό οικονομικό νότο.

Η κυβέρνηση Τσίπρα εισπράττει τα εύσημα των πιο σκοτεινών κύκλων της Ε.Ε. και των συστημικών ΜΜΕ του Δυτικού Κόσμου όχι τόσο γιατί κατάφερε να εφαρμόσει όσα οι προηγούμενοι απέτυχαν. Κυρίως γιατί το κατόρθωσε μέσα σε ένα πρωτοφανές κλίμα κοινωνικής σιωπής

Ας αναλογιστούμε αν υπάρχει-υπήρξε κυβέρνηση σε ολόκληρο τον κόσμο που άκουσε από τα πιο επίσημα του ευρωπαϊκού ιερατείου να δηλώνεται ότι στην Ελλάδα εφαρμόσθηκαν άδικες πολιτικές με μοναδικό στόχο να διασωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες; Και δεν υπήρξε ούτε μια επίσημη διαμαρτυρία, δεν απαιτήθηκε η παραμικρή επανόρθωση.

Τέτοιος «αριστερός» ραγιαδισμός, τέτοια εθελοδουλία, τέτοια προσβολή στην αξιοπρέπεια εκατομμυρίων πολιτών δεν έχει ξαναγίνει.

Δυστυχώς και αυτό μέσα σε καθολική σιωπή.

Η πανευρωπαϊκή ματαίωση της ελπίδας οδήγησε άλλους λαούς στις αγκάλες των πιο συντηρητικών, ξενοφοβικών, ακροδεξιών οργανώσεων και κομμάτων. Χώρες κυβερνιούνται πια από τέτοιες δυνάμεις προσθέτοντας βαρίδια σε ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Αυτή η δεξιά στροφή σε ολόκληρη την Ευρώπη είναι αποτέλεσμα της απόστασης που κρατά η αριστερά από ότι ορίζεται «εθνικά δίκαιο», είναι προϊόν της απορρόφησης της από έναν κυβερνητισμό που οδηγεί στην υπηρέτηση τετελεσμένων. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας έχουν γράψει κεφάλαια σε αυτό το έργο, οι συνέπειες του οποίου θα φανούν αργότερα.

Δρόμος χωρίς επιστροφή και ορατά αδιέξοδα

Τα εύσημα του ευρωπαϊκού ιερατείου στην διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνουν καθόλου χαλάρωση της με μέχρι σήμερα πολιτικής. Το χαμήλωμα των τόνων περί «καθαρής εξόδου» από την πρωθυπουργική ομιλία συνδέεται άμεσα με τις υποδείξεις των Κοστέλο και Βάϊσερ για συνέχιση της επιτροπείας ή εποπτείας, όπως θέλει η κυβερνητική προπαγάνδα, για άλλα εξήντα χρόνια. Το ερώτημα είναι τι σημαίνει αυτό για τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς;

Ας τολμήσουμε μερικές εκτιμήσεις.

Πρώτον. Η γενικευμένη σιωπή δεν σημαίνει αποδοχή και κοινωνική συναίνεση στην κυβερνητική πολιτική. Ο κόσμος σιωπά και παράλληλα βυθίζεται σε μια αποστροφή σε βάρος συνολικά οργή του πολιτικού συστήματος και προσωπικού.

Δεύτερον. Η οργή για την κυβερνητική πολιτικής δεν δημιουργεί ρεύμα προς την Ν.Δ. Η τελευταία προβάλλει ως το φαβορί των προσεχών εκλογών χωρίς ενθουσιασμό και βέβαια χωρίς εξασφαλισμένη πολιτική σταθερότητα.

Τρίτο. Η οικειοποίηση της πολιτικής ατζέντας της Ν.Δ. από το ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει και προσεταιρισμό των ψηφοφόρων της Δεξιάς. Η φτωχοποίηση των μεσαίων στρωμάτων και οι εμμονές περί «αριστερού αποτυπώματος», αναγκαίες για τη κυβερνητική συνοχή, δεν επιτρέπουν τέτοιες στοχεύσεις.

Απομένει η λεηλασία των μικρών πολιτικών κομμάτων και η προσέγγιση με το χώρο του ΠΑΣΟΚ. Το τελευταίο, παρά τις ελλιπείς προσπάθειες ανασυγκρότησης του, αποτελεί την μοναδική διέξοδο για το ΣΥΡΙΖΑ. Όχι χωρίς προβλήματα, αν αναλογιστούμε, ότι κανείς δεν διατίθεται να μπλέξει εύκολα με παιχνίδια διακυβέρνησης όταν δίπλα στην διατεταγμένη πορεία οικονομική καταστροφής προστίθενται και σοβαροί κίνδυνοι σε Αιγαίο, Κύπρο και Βαλκάνια.

Το αποτέλεσμα; Η πολιτική ζωή του τόπου θα συνεχίσει να κυριαρχείται από θλιβερά διλήμματα και πολιτικά παιχνίδια την ίδια στιγμή που η επιλογή των «λερωμένων χεριών», που επικαλέσθηκε ο πρωθυπουργός, θα γίνεται κανόνας.

Προϋποθέσεις για την αντιστροφή της σιωπής

Τι έκανε την μέχρι πρόσφατα ισχυρή αντιμνημονιακή συνείδηση των πολιτών να οπισθοχωρήσει και τις αντιμνημονιακές δυνάμεις ανίσχυρες, διασπασμένες και ανίκανες να συγκροτήσουν ένα πειστικό πολιτικό λόγο;

Είναι λογικό να χρεώνουμε την κοινωνική σιωπή στην διάψευση των ελπίδων που δημιουργήθηκαν σε μια προηγούμενη συγκυρία και στην απογοήτευση που προκάλεσε η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ. Λογικό αλλά ανεπαρκές για την αντιστροφή.

Είναι λογικό να υποστηρίζεται ότι η κοινωνική εξαθλίωση, η φτώχεια, η απόγνωση θα γεννήσουν τις αντιστάσεις του μέλλοντος. Λογικό αλλά ανεπαρκές. Γιατί υπάρχουν πολλαπλές, και ανεκπλήρωτες προς το παρόν, προϋποθέσεις για να ανθίσει το ευνοϊκό σενάριο. Η αναμέτρηση και οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα αποτελούν προϋποθέσεις για ένα νέο κύκλο αγώνων και όχι το αντίστροφο.

Σήμερα συντελούνται βαθιές αλλοιώσεις στο κοινωνικό σώμα. Η τάση απόρριψης και προλεταριοποίησης δυναμώνει την ίδια στιγμή που υπάρχει πλήρης οπισθοχώρηση ιδεών και προγραμμάτων που να αφορούν τα υποτελή στρώματα. Συνθήματα και βεβαιότητες του παρελθόντος ηχούν ως κακοφωνίες, δεν πείθουν, δεν συγκινούν. Οι νέοι απουσιάζουν για χρόνια από το πολιτικό προσκήνιο. Αντίθετα, συνειδητά ή ασυνείδητα, η πλειονότητα των πολιτών κυριαρχείται από την καθήλωση της ατομικής λύσης και του προσωπικού αγώνα για επιβίωση.

Όλα αυτά συνιστούν κάτι περισσότερο από κούραση που κάποτε θα την διαδεχθεί ένας νέος κύκλος. Είναι πολύ πιο σοβαρό. Και θέτει πιο σοβαρές προϋποθέσεις υπερβάσεις.

Προϋποθέτει την συγκέντρωση δυνάμεων με επίγνωση της ιστορίας και των ιστορικών προκλήσεων-κινδύνων που αντιμετωπίζει η χώρα και ο λαός της.

Προϋποθέτει την επεξεργασία σχεδίου διεξόδου που να αφορά ολόκληρη την κοινωνία και όχι την ανιαρή μονοκαλλιέργεια της «ταξικής σύγκρουσης». Επίγνωση της σύνδεσης του κοινωνικού ζητήματος και των εθνικών κινδύνων.

Απαιτεί συνέργεια πολλαπλών δυνάμεων και πολιτικές οπτικές με διεθνείς αναφορές και ερείσματα. Οι αναγκαίες ρήξεις και οι συμβιβασμοί οφείλουν να διατυπωθούν δημόσια, στα πλαίσια ενός νέου κοινωνικό συμβολαίου διεξόδου, και όχι ευθύνη και απόφαση της όποιας μελλοντικής ηγεσίας.

Η κοινωνική σιωπή υπάρχει καθώς οι στοιχειώδεις προϋποθέσεις συγκρότησης ενός πολιτικού κινήματος διεξόδου έχουν αντικατασταθεί με ένα εικονικό κίνημα και μια ρηχή συνθηματολογία. Έχουν αντικατασταθεί από σχέδια κομματικής διάσωσης και αυτοεπιβεβαίωσης που τελικά δεν είναι τίποτα άλλο από παράγωγο μιας ατομικής λύσης. Για αυτό δεν συγκινούν. Έγινε φανερό άλλωστε μόλις λίγες μέρες πριν με τις τελευταίες κινητοποιήσεις ενάντια στο πολυνομοσχέδιο.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!