Του Γιάννη Πατίλη

Δεν θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε την έκρηξη των εκδηλώσεων για την ποίηση αυτών των ημερών (φαινόμενο που ελάχιστα υποστέλλεται τον υπόλοιπο χρόνο), εάν δεν το δούμε στα επικοινωνιακά συμφραζόμενα που δημιούργησαν, τα τελευταία χρόνια, οι Νέες Τεχνολογίες και το Διαδίκτυο

– Πότε εορτάζει η ποίηση;

– Μέσα στη «φλεγόμενη ποίηση».

– Ναι, αλλά πότε;

– «Στην “ποίηση” δεν υπάρχει ωράριο, δεν κατεβάζει τα ρολά της, / δεν κλείνει τις Κυριακές ή τα Χριστούγεννα.»

– Και στις 21 Μαρτίου, τί εορτάζεται;

– Εορτάζεται, πρωτίστως, η «λεγόμενη ποίηση».

– Και τι είναι η «λεγόμενη ποίηση»;

– Εάν πιστεύσουμε τον συγκεκριμένο ποιητή, είναι η «λύσις της συνεχείας του πνεύματος».

– Και η «φλεγόμενη ποίηση»;

– Ένα «μεζεδάκι απ’ το Άλυτο»!

– Και πώς θα ξεχωρίσουμε τη «φλεγόμενη» από τη «λεγόμενη ποίηση»;

– Η ποίηση απαντά πάντα με άλυτη Απορία.

– Συνεπώς, μπορούμε να πάμε ν’ ακούσουμε τους ποιητές την Κυριακή;

– Οι ποιητές θα βρίσκονται εκεί, αλλά για την ποίηση δεν μπορεί να βεβαιώσει κανείς…

 

Για πρώτη φορά στην ιστορία της, εδώ και μια δεκαετία περίπου, η ποίηση δεν αφορά πλέον ή τόσο αισθητικούς κανόνες, ρεύματα, προσανατολισμό περιεχομένου, εν γένει ποιότητες. Η μεγάλη, η πρωτοφανής αλλαγή, γίνεται στις συνθήκες παραγωγής και πρόσληψής της. Αρκεί να παρακολουθήσουμε τι συμβαίνει σε κοινωνίες που, κάτοχες σπουδαίας λογοτεχνίας, διαθέτουν επίσης την πρωτοπορία εκείνων των τεχνολογικών εξελίξεων που, εκτός των άλλων, καθορίζουν και τη μοίρα ενός τόσο παλαιού λογοτεχνικού είδους, όπως είναι η ποίηση.

Στο άρθρο του με τίτλο «Τα Νέα “Ανώτερα Μαθηματικά” της Ποίησης» που δημοσιεύτηκε τον μήνα που πέρασε στην επιθεώρηση «The Chronicle», ο Αμερικανός ποιητής Ντένιβιντ  Άλπο παραθέτει στατιστικά στοιχεία που αντιπαραβάλλουν τα 300 έως 400 λογοτεχνικά περιοδικά που δημοσίευαν ποίηση στις ΗΠΑ πριν από 50 χρόνια με τις 2.000 και πλέον δικτυακές τοποθεσίες που δέχονται ποίηση σήμερα. Ένας αριθμός που στο τελευταίο εξάμηνο αύξανε κατά μία επιθεώρηση την ημέρα! Για να καταλήξει με απαισιοδοξία: «Κάθε τόσο κάποιος με ρωτά: “Ποιοι είναι οι καλύτεροι ποιητές που γράφουν σήμερα;”. Η απάντησή μου; “Δεν έχω ιδέα.” Ούτε πιστεύω πως κάποιος άλλος γνωρίζει. Έχω πράγματι μια ανησυχία ότι ένας Μπλέικ ή μια Ντίκινσον μπορεί να έχει θαφτεί μέσα σ’ αυτή την υπερπαραγωγή και φοβάμαι πως ούτε τωρινός ούτε μελλούμενος αναγνώστης θα μπορέσει να απολαύσει ποτέ την τέχνη τους». Δεν θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε την έκρηξη των εκδηλώσεων για την ποίηση αυτών των ημερών (φαινόμενο που ελάχιστα υποστέλλεται τον υπόλοιπο χρόνο), εάν δεν το δούμε στα επικοινωνιακά συμφραζόμενα που δημιούργησαν τα τελευταία χρόνια οι Νέες Τεχνολογίες και το Διαδίκτυο. Πολυάριθμες είναι πια και στο ελληνικό κομμάτι του παγκόσμιου ιστού, οι σελίδες που φιλοξενούν ποίηση, είτε ως επιθεωρήσεις είτε ως προσωπικά ιστολόγια. Το ωραίο, και ανθρωπίνως παρήγορο, είναι ότι μεγάλο μέρος αυτής της πυρετικής δραστηριότητας υπερχειλίζει από τον εικονικό κόσμο προς τον πραγματικό, τουτέστιν στα μπαράκια και τις καφετέριες των Εξαρχείων, αλλά οσημέραι και αλλού.

Αν πλησιάσουμε το φαινόμενο από την πλευρά των ποιητών ως προσώπων, θα πρέπει να παραδεχτούμε πως ζουν στις μέρες μας τον απόλυτο θρίαμβο να μπορούν να δουν εύκολα και γρήγορα δημοσιευμένα τα ποιήματά τους. Ελάχιστοι όμως διαισθάνονται το Βατερλό που περιμένει τον εύλογο πόθο τους για αναγνώριση, διάκριση κι επιβίωση.  Σ’ αυτό το σημείο θα συμφωνήσουμε με τον Αμερικανό ποιητή. Όπως και στην επισήμανσή του -προειδοποίηση για μας- πως «το πιο δυσοίωνο σημάδι» αυτής της νέας κατάστασης «είναι ότι επιτρέπει στην ακαδημαϊκή ολιγαρχία που ελέγχει την ποίηση να επιβάλλει ένα αν-αισθητικό, αυτο-εξυπηρετικό αξιολογικό σύστημα που περνά απαρατήρητο κι αδιαμαρτύρητα».

Το επαναστατικό που εισήγαγε η εμπειρία του Διαδικτύου σε σχέση με την παράδοση, συνοψίζεται στη δυνητική κατάργηση της διαφοράς ανάμεσα στο γράψιμο και τη δημοσίεση. Η έννοια «συρτάρι», τόσο κρίσιμη στο παρελθόν για την ποιοτική συγγραφή, διαρκώς αδυνατίζει, και ήδη έχουμε μπροστά μας το νέο τύπο ανθρώπου που πληκτρολογεί τα κείμενά του κατευθείαν στον παγκόσμιο ιστό, χρησιμοποιώντας τον σαν ένα ασύλληπτο ψηφιακό «γραφείο» προσιτό στον καθένα σε ολόκληρο τον πλανήτη!

Να υποθέσουμε ότι στο τέλος του αιώνα θα έχουν «χαθεί» και για μας, μέσα σ’ αυτή την ψηφιακή ζούγκλα της «λεγόμενης ποίησης» ένας νέος Σολωμός, ένας άλλος Καβάφης; Έστω• αλλά να υποθέσουμε, ταυτόχρονα, πως νέες συναρπαστικές δυνατότητες για την παρουσία της «φλεγόμενης ποίησης» ανοίγονται κάθε μέρα παντού και πως η ανάγκη για αληθινή ζωή και άλυτη «συνέχεια του πνεύματος» είναι ισχυρότερη από τις φοβίες ποιητών και γραμματολόγων. Η «φλεγόμενη ποίηση» δεν θα πρέπει να φοβηθεί το Διαδίκτυο. Αλλά για να συνεχίσει να υπάρχει μια τόσο παλιά τέχνη, θα χρειαστεί εκτός από τις μέχρι τώρα προϋποθέσεις της, τη θητεία στην παράδοση και την αισθητική καλλιέργεια, δεμένες στενά και οι δύο με την κριτική επεξεργασία και το ξαναγράψιμο, και μια τρίτη: αυτή που -στο καινοφανές και αδιανόητο με όρους του χθες «κοινωνείν» του παγκόσμιου ιστού- αποβλέπει, αυτή τη φορά, σε μια νέα επίσης φιλοσοφία και αισθητική αγωγή της δημοσιότητας.

 

* Ο Γιάννης Πατίλης είναι ποιητής εκδότης του περιοδικού «Πλανόδιον».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!