του Ελευθέριου Στεργιανόπουλου*
Η Ελλάδα εξ αιτίας της γεωγραφικής της θέσης της γεωμορφολογίας, του κλίματος, της εγκατοίκησης του χώρου από αρχαιοτάτους χρόνους, αποτελεί χωρίς υπερβολή, κιβωτό βιοποικιλότητας. Τα πολυποίκιλα αυτά τοπία, μερικά από τα οποία είναι μοναδικά σε παγκόσμια κλίμακα, αποτελούν αληθινό πλούτο για τη χώρα κι έχουν σημαντικότατες φυσικές, κοινωνικές και πολιτισμικές αξίες ενώ ταυτόχρονα παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αξιοποίηση των φυσικών και ανθρωπογενών πλεονεκτημάτων για αναπτυξιακές πολιτικές, διαρκούς αειφορίας.
Τα φυτικά είδη που έχουν καταγραφεί μέχρι σήμερα ξεπερνούν τα 6.500 κατατάσσουν την Ελλάδα στη δεύτερη θέση μετά την Ισπανία η οποία έχει περίπου 8.500. Η Ελλάδα υπήρξε καταφύγιο πολλών ειδών ήδη από την περίοδο των παγετώνων, γεγονός που εξηγεί τη βιοποικιλότητα καθώς και το πλήθος των ασυνήθιστα μεγάλων και αξιοθαύμαστων δέντρων που απαντώνται στη χώρα μας.
Τα δέντρα ως ζωντανοί οργανισμοί αλλά και ως συμβολικές απεικονίσεις του θείου κατέχουν στην μυθική σύλληψη του κόσμου θεμελιώδη σημασία .Το Δέντρο είναι ο Κόσμος, ο Κόσμος είναι Δέντρο. Η θέση του στην υψηλότερη βαθμίδα της κλίμακας τιμών και λατρείας είναι ο ύπατος βαθμός ιερότητας με τον οποίο ο αρχέγονος άνθρωπος περιβάλλει το δέντρο, στη βάση της οποίας υπάρχει το δέος.
Παράλληλα τα δέντρα ιδιαίτερα τα μνημειακά, ως αναπόσπαστο στοιχείο του ανθρωπογενούς τοπίου, ενσωματώνουν μνήμες, δοξασίες, παραδόσεις αιώνων και μαρτυρούν με την μακροζωία τους την πολιτιστική ταυτότητα των ανθρώπων που οργάνωσαν τη ζωή τους στον συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Ας θυμηθούμε τον περίφημο πλάτανο του Ιπποκράτη στην Κω, την αγριελιά της Ολυμπίας, την πελώρια δρυ στη Δωδώνη, την Αγία Μυρτιά στο βυζαντινό μοναστήρι της Παλιανής, τον αειθαλή πλάτανο στη Γόρτυνα, τον υπεραιωνόβιο πλάτανο, κρησφύγετο των οπλαρχηγών της Κεντρικής Ελλάδας υπό τον Καραϊσκάκη, τον μεγαλειώδη πλάτανο στο Κράσι Νομού Ηρακλείου και πολλά ακόμη αξιοθαύμαστα δέντρα που σφράγισαν με την παρουσία τους την ιστορία των τόπων.
Μνημειακά Δέντρα
Σ’ αυτά περιλαμβάνονται μεμονωμένα δέντρα ή συστάδες δέντρων με ιδιαίτερη οικολογική, αισθητική, ιστορική πολιτισμική αξία. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν επίσης ανήκουν περιοχές κα εκτάσεις με σπουδαίο οικολογικό γεωμορφολογικό ενδιαφέρον. Μέχρι σήμερα στην Ελλάδα έχουν ανακηρυχθεί 51 Μνημεία της Φύσης με συνολική έκταση 16.000 εκτάρια. Αξιοπρόσεχτο είναι το γεγονός ότι μόνο το απολιθωμένο Δάσος της Λέσβου καταλαμβάνει το 89% της συνολικής έκτασης των Διατηρητέων Μνημείων της Φύσης (Δ.Μ.Φ.).
Η συνολική έκταση των Δ.Μ.Φ. αντιστοιχεί στο 0,12% της συνολικής έκτασης της χώρας. Τα προστατευμένα δέντρα αποτελούν από μόνα τους ενιαία οικοσυστήματα .με τις πελώριες διαστάσεις τους και το σύνολο της μικροχλωρίδας και της πανίδας που φιλοξενούν ενώ ταυτόχρονα προσφέρουν υψηλή αισθητική αναβάθμιση στο φυσικό τοπίο δημιουργώντας τις ιδανικές συνθήκες για υπαίθρια αναψυχή αλλά και το ιδανικό πλαίσιο υπαίθριας μάθησης.
Ως σύμβολα της ανθρωπολογίας του φυσικού τοπίου αναδεικνύουν την άρρηκτη σχέση φυσικής και πολιτισμικής κληρονομιάς ενώ σε πολλές περιπτώσεις πλαισιώνονται από αξιοθαύμαστα μνημεία λαϊκής αρχιτεκτονικής όπως Κρήνες, υδραγωγεία, νερόμυλους κ.λπ.
Δυστυχώς η έλλειψη εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, οι αυθαιρεσίες του κράτους και το έλλειμμα περιβαλλοντικής παιδείας-συνείδησης της πλειοψηφίας των πολιτών, αποτελούν τους πρωταρχικούς παράγοντες που απειλούν τα Διατηρητέα Μνημεία της Φύσης στις μέρες μας.
Παλαιότερα οι κάτοικοι της Ελλάδας και κυρίως των μικρότερων οικισμών της υπαίθρου είχαν μια στενή, συμβιωτική σχέση με το φυσικό περιβάλλον και τα το τοπίο. Οι άνθρωποι εκείνης της εποχής, αν και χαμηλού μορφωτικού επιπέδου σε σύγκριση με το σημερινό γνώριζαν την αξία του φυσικού περιβάλλοντος και διέθεταν τα αισθητικά κριτήρια που εξασφάλιζαν την ακεραιότητα του φυσικού τοπίου. Μέσα από αυτή την αλληλεπίδραση που τους εξασφάλιζε τα προς τα ζην, τιμούσαν και προστάτευαν τους κοινούς τους τόπους ονομάτιζαν τους λόφους, τα ρυάκια, τις χαράδρες, τα δέντρα, τις πηγές συνδέοντάς τα με μύθους, τραγούδια και λαϊκές παραδόσεις, οι περισσότερες των οποίων προέρχονται από τους προϊστορικούς χρόνους.
Αργότερα με τη βίαιη αστικοποίηση, την εγκατάλειψη της υπαίθρου, την αύξηση του τουρισμού, την παντελή άγνοια για την ορθή διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος οδηγηθήκαμε στη σημερινή εικόνα απαξίωσης και υποβάθμισης πολλών σπάνιων οικοσυστημάτων της Ελλάδας. Αυτή η γενικευμένη κατάρρευση συνετέλεσε με τη σειρά της στη συναισθηματική αποξένωση του ανθρώπου από τη φύση και τους κύκλους της και στην αλλοίωση της περιβαλλοντικής συνείδησης. Έτσι χάθηκε εκείνο το πολύτιμο κομμάτι της παράδοσης που ήταν αλληλένδετο με την ίδια την προστασία του περιβάλλοντος.
Τα δέντρα ιδιαίτερα τα μνημειακά, ως αναπόσπαστο στοιχείο του ανθρωπογενούς τοπίου, ενσωματώνουν μνήμες, δοξασίες, παραδόσεις αιώνων και μαρτυρούν με την μακροζωία τους την πολιτιστική ταυτότητα των ανθρώπων που οργάνωσαν τη ζωή τους στον συγκεκριμένο τόπο και χρόνο
Ότι επί χιλιετίες μας πρόσφερε πλούσιο υλικό κληρονομημένων γνώσεων, προσφέροντας το κατάλληλο «οπλοστάσιο» για τη στάση μας απέναντι στο φυσικό περιβάλλον χάθηκε στη σιωπή. Ο ιερός κύκλος γη, βλάστηση, ζώα, άνθρωπος, σχέση συναλληλίας με προεξάρχουσα τη γη, σ’ ένα αδιάσπαστο όλο που, αν μια η μια του έκφραση βεβηλωθεί από κάποια ανίερη πράξη προσβάλλονται και οι υπόλοιπες. Σήμερα ο κύκλος αυτός έχει σπάσει. Η πρακτική απομάκρυνση και η ψυχολογική αποστασιοποίηση από τη φύση, προκάλεσε την επηρμένη αντίληψη ότι η τεχνολογική απολυταρχία εξασφαλίζει στον άνθρωπο θέση ξεχωριστή και ασφαλή, έξω από τον κύκλο. Οι συνέπειες είναι ορατές σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, πάνω στον πλανήτη.
Δρόμος επιστροφής, δεν υπάρχει. Οι απαντήσεις βρίσκονται μόνο μπροστά!
Στην υιοθέτηση ενός διαφορετικού παραδείγματος, μιας περιβαλλοντικής παιδείας που θα στοχεύει στην κατανόηση της ανθρώπινης εξάρτησης και του αντίκτυπου των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων πάνω στους φυσικούς πόρους, μιας παιδείας που θα καλλιεργεί την ανάπτυξη μιας περιβαλλοντικής ηθικής αλλά και των δεξιοτήτων εκείνων που θα επιτρέψουν στους ανθρώπους να συμμετέχουν ενεργά τόσο στη διαφύλαξη και προστασία των φυσικών πόρων όσο και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Φυσικά η προστασία δεν αποτελεί αυτοσκοπό.
Όμως μέσα από την ψυχοδιανοητική και αισθητική επικοινωνία με τα αγαθά της φύσης και του πολιτισμού, βελτιώνεται αντίστοιχα και η ποιότητα ζωής των ανθρώπων. Κατεπείγουσα ανάγκη λοιπόν, να δοθεί έμφαση μέσα από την περιβαλλοντική παιδεία ότι η Φύση και οι ανθρώπινες κοινωνίες είναι συνοδοιπόροι στο πέρασμα του χρόνου επομένως πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το συμφέρον του ανθρώπου συμπίπτει με αυτό των υπόλοιπων ζωντανών οργανισμών κι ακόμη περισσότερο ότι, η διατήρηση και η προστασία της Φύσης, είναι προϋπόθεση για την ίδια την ύπαρξή μας!
* Ο Ελευθέριος Στεργιανόπουλος είναι μεταπτυχιακός φοιτητής Δασολογίας & Φυσικού Περιβάλλοντος ΑΠΘ